Ινομυώματα Μήτρας. Η σχέση τους με υπογονιμότητα και εξωσωματική γονιμοποίηση.

04/10/2024, 21:03
Ινομυώματα Μήτρας. Η σχέση τους με υπογονιμότητα και εξωσωματική γονιμοποίηση.

Γράφει ο

Μηνάς Μαστρομηνάς,

Μαιευτήρας Γυναικολόγος,

Ειδικός στην Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή,

Μονάδα ΥΓΕΙΑ IVF ΕΜΒΡΥΟΓΕΝΕΣΙΣ

Η συχνότητα εμφάνισης των ινομυωμάτων (καλοήθων όγκων στον μυϊκό χιτώνα της μήτρας) αυξάνεται με την ηλικία και σε μεγαλύτερη αναπαραγωγική ηλικία φθάνει το 50% των ασθενών.

Ως εκ τούτου, απασχολεί τα τελευταία χρόνια μεγάλο ποσοστό γυναικών που έχουν αναγκασθεί να μεταθέσουν την πρώτη τους κύηση.

Τα αίτια εμφάνισης τους είναι γενικά άγνωστα. Η κληρονομικότητα, η ηλικία, ο τρόπος ζωής και η φυλή φαίνεται ότι παίζουν σημαντικό ρόλο.

Ο αριθμός τους ποικίλει, από ένα μέχρι πολλαπλά διάσπαρτα σε όλη την έκταση της μήτρας.

Το μέγεθος επίσης ποικίλει από λίγα εκατοστά μέχρι (σπανίως) τα 15-20.

Η θέση τους σε σχέση με τους τρεις χιτώνες της μήτρας είναι πολύ σημαντική για την πιθανή εμπλοκή τους στην γυναικεία γονιμότητα.

  1. Αυτά που είναι κάτω από το εξωτερικό περίβλημα της μήτρας-τον ορογόνο- λέγονται υποορογόνια και είναι τελείως αθώα.
  2. Αυτά που βρίσκονται στο μεσαίο τοίχωμα-το μυομήτριο-λέγονται τοιχωματικά και αναλόγως του μεγέθους τους μπορεί να προκαλούν συμπτώματα (αιμορραγία) και υπογονιμότητα.
  3. Τέλος αυτά που βρίσκονται στον εσώτερο χιτώνα-το ενδομήτριο-λέγονται υποβλενογόνια και συνήθως έχουν αρνητική επίπτωση στην γονιμότητα και τα αποτελέσματα της εξωσωματικής. Τα τοιχωματικά και υποβλενογόνια ινομυώματα αυξάνουν τον κίνδυνο αποβολής του εμβρύου περίπου κατά 20%.

Οι μηχανισμοί με τους οποίους τα ινομυώματα μπορεί να επιδρούν αρνητικά στη γονιμότητα και την έκβαση της εξωσωματικής γονιμοποίησης είναι οι εξής.

-Η αλλοίωση της αρχιτεκτονικής της μητριαίας κοιλότητας και επομένως της υποδεκτικότητας (φιλικότητας) του ενδομητρίου που προκαλούν τα ινομυώματα με τον όγκο τους και την άσκηση πίεσης.

-Η διαταραχή της φυσιολογικής αιμάτωσης (μείωση ροής αίματος) στην περιοχή παρουσίας του ινομυώματος και εν γένει διαταραγμένη αιματική ροή στο ενδομήτριο και μυομήτριο.

-Η διαταραχή της φυσιολογικής συσταλτικότητας της μήτρας που επηρεάζει την εμφύτευση του εμβρύου. Συγκεκριμένα παρατηρείται αύξηση της συσταλτικότητας του μυομητρίου που κάνει δυσχαιρή την εμφύτευση του εμβρύου.

-Η διαταραχή της φυσιολογικής παραγωγής τοπικά από το ενδομήτριο και το μυομήτριο, ορμονών και εν γένει ουσιών που είναι απαραίτητες για την διαδικασία εμφύτευσης του εμβρύου στο στάδιο της βλαστοκύστης.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΙΝΟΜΥΩΜΑΤΩΝ

Η αντιμετώπιση των ινομυωμάτων (αφαίρεση) αφορά αποκλειστικά εκείνα στα οποία συντρέχουν σοβαροί λόγοι εμπλοκής τους στην γυναικεία γονιμότητα.

Το ενδοκολπικό τρισδιάστατο υπερηχογράφημα, η διαγνωστική υστεροσκόπηση και όπου χρειάζεται η μαγνητική τομογραφία βοηθούν τον θεράποντα ιατρό στην απόφαση για τον σχεδιασμό της χειρουργικής αντιμετώπισης.

Τα υποορογόνια ινομυώματα δεν σχετίζονται με υπογονιμότητα και ως καλοήθεις ασυπτωματικοί όγκοι δεν χρειάζονται χειρουργική παρέμβαση και απλά παρακολουθούνται υπερηχογραφικά.

Τα τοιχωματικά ινομυώματα που είναι μακριά από την ενδομητρική κοιλότητα και δεν την πιέζουν είναι ένα δίλλημα κατά πόσον θα πρέπει να αφαιρεθούν. Το μέγεθος παίζει ρόλο καθώς πολλοί ερευνητές συνιστούν αφαίρεση σε μεγέθη μεγαλύτερα των 3 εκ.

Η γνώμη του γράφοντος είναι ότι εάν έχουν αποκλειστεί όλοι οι άλλοι γνωστοί παράγοντες υπογονιμότητας ή αποτυχίας της προσπάθειας της εξωσωματικής γονιμοποίησης, τότε θα πρέπει να διενεργηθεί χειρουργική αντιμετώπιση του τοιχωματικού ινομυώματος ως πιθανού αιτίου.

Τα υποβλενογόνια ινομυώματα έχουν σαφή συσχέτιση με αποτυχία εμφύτευσης του εμβρύου και ενδεχόμενη αποβολή του οπότε θα πρέπει να αφαιρούνται προκαταβολικά και οπωσδήποτε πριν την διενέργεια προσπάθειας εξωσωματικής γονιμοποίησης.

Η χειρουργική αντιμετώπιση των ινομυωμάτων γίνεται με την βοήθεια της ενδοσκοπικής χειρουργικής.

Τα τοιχωματικά αφαιρούνται με λαπαροσκοπική χειρουργική που εγγυάται ελάχιστη νοσηλεία, αποφυγή δημιουργίας πυελικών συμφύσεων και άμεση επάνοδο στην καθημερινότητα.

Σήμερα πλέον αφαιρούνται λαπαροσκοπικά τα περισσότερα ινομυώματα μέχρι 12 εκ. και πολύ σπάνια θα χρειαστεί ανοικτό (λαπαροτομία) χειρουργείο.

Μετά το χειρουργείο απαιτείται ένα μεσοδιάστημα 4-6 μηνών αναμονής για την ισχυροποίηση της μετεγχειρητικής ουλής ή ουλών, εάν πρόκειται για αφαίρεση περισσότερων του ενός ινομυωμάτων.

Τα υποβλενογόνια ινομυώματα αφαιρούνται με υστεροσκοπική χειρουργική και δεν χρειάζεται νοσηλεία. Μετά παρέλευση δύο μηνών από την επέμβαση μπορεί να επιχειρηθεί εγκυμοσύνη.

Συμπερασματικά, τα ινομυώματα είναι καλοήθεις όγκοι της μήτρας που μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να παρεμβαίνουν στην γονιμότητα. Ο ειδικός γυναικολόγος θα κρίνει την ανάγκη επέμβασης ή όχι μετά από ενδελεχή μελέτη και επιστημονική τεκμηρίωση, και φυσικά συζήτηση με το ζευγάρι.