Παθήσεις αρθρικού χόνδρου: Νεότερες θεραπευτικές εξελίξεις
Αν η αρχική βλάβη του χόνδρου δεν διαγνωστεί και αντιμετωπιστεί έγκαιρα, τότε η χονδροπάθεια που δημιουργείται αρχικά οδηγεί σε οστεοαρθρίτιδα
Ο αρθρικός χόνδρος είναι ένας λεπτός, λείος, μαλακός και ελαστικός υμένας, ο οποίος καλύπτει τις αρθρικές επιφάνειες των οστών και επιτρέπει την ομαλή και με ελάχιστη τριβή κίνηση των αρθρικών επιφανειών. Βασική του λειτουργία είναι η κατανομή των φορτίων και η μείωση των πιέσεων στο υποχόνδριο οστό (το οστό κάτω από τον χόνδρο).
Αποτελείται από νερό, κολλαγόνο, πρωτεογλυκάνες, πρωτεΐνες και χονδροκύτταρα. Αυτή η μοναδική σύστασή του εξασφαλίζει ιδιαίτερες μηχανικές ιδιότητες: μπορεί κατά τη διάρκεια της φόρτισης να παραμορφώνεται και μετά την άρση της να λαμβάνει πάλι το αρχικό του σχήμα και να επιστρέφει στο αρχικό του πάχος.
«Ο χόνδρος δεν διαπερνιέται από νεύρα ή αγγεία και τρέφεται με διάχυση από το αρθρικό υγρό. Αυτό παράγεται από τον αρθρικό υμένα και η ποσότητά του σε μια φυσιολογική άρθρωση είναι ελάχιστη.
Συνέπεια αυτού είναι ότι αρθρικός χόνδρος έχει περιορισμένη ικανότητα αυτοεπούλωσης και αυτοεπιδιόρθωσης με αποτέλεσμα όταν τραυματιστεί ή προσβληθεί από κάποια πάθηση (ρευματοειδής αρθρίτιδα, σηπτική αρθρίτιδα, οστεονέκρωση κ.ά.) να οδηγείται σε προοδευτική καταστροφή.
Αν η αρχική βλάβη του χόνδρου δεν διαγνωστεί και αντιμετωπιστεί έγκαιρα, τότε η χονδροπάθεια που δημιουργείται αρχικά οδηγεί σε οστεοαρθρίτιδα», εξηγεί ο κ. Δημήτριος Π. Δόβρης, Ορθοπαιδικός Χειρουργός, Επιμελητής Ορθοπαιδικός στο Metropolitan Hospital, Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών.
Οι βλάβες που δίνουν συμπτώματα έχουν συνήθως μέγεθος 2-4 εκατοστά. Αυτές, επηρεάζουν τη φυσιολογική λειτουργία της άρθρωσης και προκαλούν άλγος (πόνο), ύδραρθρο (συγκέντρωση υγρού), δυσκαμψία, ενώ κάποιες μπορεί να μπλοκάρουν την άρθρωση.
Η αντιμετώπιση των χόνδρινων ελλειμμάτων πρέπει να είναι εξατομικευμένη λόγω της ιδιαιτερότητας της πάθησης.
Ο ειδικευμένος ορθοπαιδικός που θα αναλάβει τη θεραπευτική αντιμετώπιση, θα πρέπει να λάβει υπόψη του την ηλικία του ασθενούς, τις καθημερινές του απαιτήσεις, τη γενική κατάσταση της υγείας του, τη συμμόρφωσή του, την εντόπιση της εμπλεκόμενης άρθρωσης κ.ά.
Η αντιμετώπιση αρχικά περιλαμβάνει συντηρητικά μέσα. Η πρώτη σύσταση που γίνεται στον ασθενή είναι η μυϊκή ενδυνάμωση της πάσχουσας περιοχής, προκειμένου να διαπιστωθεί αν με τη βοήθειά της τα συμπτώματα μπορεί να υποχωρήσουν ή και να εκλείψουν.
Αν το παραπάνω μέτρο δεν αποδώσει ακολουθεί η χορήγηση σκευασμάτων που περιέχουν συστατικά του φυσιολογικού αρθρικού χόνδρου (γλυκοζαμίνες, χονδροϊτίνες, υαλουρονικό οξύ, κολλαγόνο) με από του στόματος χορήγηση.
Έπειτα έρχονται οι απευθείας εγχύσεις υαλουρονικού οξέος, αυξητικών παραγόντων (PRPs), μεσεγχυματικών κυττάρων και βλαστοκυττάρων, εντός της πάσχουσας άρθρωσης.
Σειρά έπειτα παίρνουν οι χειρουργικές λύσεις, που συνήθως θα λύσουν και το πρόβλημα, δεδομένου ότι τα παραπάνω μέτρα δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν, ακόμη τουλάχιστον, τις σοβαρότερες περιπτώσεις.
Ραδιοσυχνότητα
H τεχνική αυτή εφαρμόζεται αρθροσκοπικά και είναι αποτελεσματική για την επίτευξη ομοιόμορφης επιφάνειας κατά μήκος μικρών χονδρικών αλλοιώσεων, συνήθως πρώτου βαθμού. Ωστόσο, η υψηλή ενδοαρθρική θερμοκρασία που σχετίζεται με αυτή τη μέθοδο μπορεί να καταστρέψει εν μέρει ή πλήρως τον χόνδρο άρθρωσης. Θερμοκρασίες υψηλότερες των 50°C έχουν οριστεί ως ένα κρίσιμο όριο για τον θάνατο των χονδροκυττάρων. Τα τελευταία χρόνια έχουν αναπτυχθεί συσκευές ραδιοσυχνότητας με δείκτες θερμοκρασίας, έτσι ώστε να μπορούν να παρακολουθούνται οι θερμοκρασίες κατά τη διάρκεια της αρθροσκόπησης.
Τριβή
Πρόκειται για μια αρθροσκοπική τεχνική κατά την οποία, στην ουσία, γίνεται μηχανικός καθαρισμός. Αρχικά περιγράφηκε ως παρηγορητικό μέτρο για την προσπάθεια αποφυγής της ολικής αρθροπλαστικής γονάτου σε ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα αρχικού σταδίου. Θεωρείται ότι η διέγερση του υποχόνδριου οστού μπορεί να απελευθερώσει μεσεγχυματικά κύτταρα από τον μυελό των οστών, προωθώντας έτσι το σχηματισμό νέου ιστού.
Μέθοδος μικροκαταγμάτων
Η παλαιότερη και τεχνικά λιγότερο απαιτητική λύση είναι η αρθροσκοπική τεχνική των μικροκαταγμάτων και των μικροτρυπανισμών, μέσω των οποίων ανοίγονται δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ της τραυματισμένης χόνδρινης επιφάνειας και του πλούσιου σε μεσεγχυματικά κύτταρα υποχόνδριου οστού. Η διαδικασία ευνοεί την παραγωγή ινοχόνδρινου ιστού που «γεμίζει» το έλλειμμα του χόνδρου.
Μεταμόσχευση οστεοχόνδρινων κυλίνδρων
Με την τεχνική αυτή οστεοχόνδρινα κυλινδρικά τεμάχια που έχουν ληφθεί από περιοχή της πάσχουσας άρθρωσης που δεν φορτίζεται τοποθετούνται στην περιοχή της βλάβης.
Η τεχνική της εμφύτευσης οστεοχόνδρινων κυλίνδρων εφαρμόζεται είτε αρθροσκοπικά είτε με ανοικτή επέμβαση, αναλόγως της θέσης και του μεγέθους της βλάβης.
Μεταμόσχευση αυτόλογων χονδροκυττάρων
«Γίνεται σε δύο στάδια. Αρχικά λαμβάνεται υγιής χόνδρος από μη φορτιζόμενη επιφάνεια της άρθρωσης και αποστέλλεται σε ειδικά κέντρα για καλλιέργεια και ανάπτυξη αυτόλογων χονδροκυττάρων. Στη συνέχεια η/ο ασθενής επανεισάγεται στο χειρουργείο και γίνεται αρθροσκοπικά η εμφύτευση των χονδροκυττάρων στη βλάβη. Το μεγάλο πλεονέκτημα της μεθόδου είναι ότι αναπτύσσεται υαλοειδής χόνδρος, ποιοτικά ανώτερος του ινοχόνδρινου ιστού και παρόμοιος του φυσικού», επισημαίνει ο ιατρός.
Μεταμόσχευση μεγάλων χόνδρινων και οστεοχόνδρινων αλλομοσχευμάτων
Σε περιπτώσεις όπου οι βλάβες του αρθρικού χόνδρου καταλαμβάνουν μεγάλη επιφάνεια της άρθρωσης ή, ταυτόχρονα, πάσχει σε μεγάλο βάθος και το υποχόνδριο οστό, τότε η επιλογή είναι η μεταμόσχευση μεγάλων χόνδρινων ή οστεοχόνδρινων τεμαχίων από δωρητές (αλλομοσχεύματα).
Αυτόλογη μεταμόσχευση χονδροκυττάρων καλλιεργημένων με ειδική επεξεργασία σε υπόστρωμα κολλαγόνου ιστού
Οι σύγχρονες τεχνικές αποκατάστασης χόνδρινων βλαβών στηρίζονται στη λήψη υγιούς χόνδρινου ιστού από την άρθρωση της/του ασθενούς, καλλιέργεια των απομονωθέντων από τον χόνδρο χονδροκυττάρων και επανατοποθέτησή τους στην περιοχή της χόνδρινης βλάβης, όπου θα αναπτύξουν νέο αρθρικό χόνδρο.
Τα κύτταρα αυτά μεταφέρονται στην περιοχή της βλάβης τοποθετημένα σε ειδικές μεμβράνες από κολλαγόνο ή υαλουρονικό οξύ (ικριώματα). Οι δύο αυτές πράξεις μπορεί να γίνουν σε μία επέμβαση, είτε ανοικτά είτε αρθροσκοπικά.
Χρήση πρώιμων θεμέλιων κυττάρων (βλαστοκύτταρα)
Ο ιατρός προχωρά σε λήψη είτε μικρής ποσότητας λιπώδους ιστού, συνήθως από την κοιλιακή περιοχή, είτε μυελού των οστών από το λαγόνιο οστό της/του ασθενούς. Κατόπιν, το υλικό αποστέλλεται σε εργαστήρια ειδικά στην αναγεννητική βιοτεχνολογία, όπου τα βλαστοκύτταρα απομονώνονται και στη συνέχεια καλλιεργούνται για 5-6 εβδομάδες. Το τελικό προϊόν τοποθετείται με έγχυση στην άρθρωση, όπου θα αναπτύξει την επουλωτική και αναγεννητική του δράση.
Μεμβράνες – ικριώματα
Πρόκειται για μεμβράνες (ικριώματα) πάνω στις οποίες τοποθετούνται τα καλλιεργημένα κύτταρα και αυτές στη συνέχεια τοποθετούνται στην περιοχή της βλάβης. Οι μεμβράνες προσφέρουν προστασία στα κύτταρα ως σταθερό υπόστρωμα, προσκόλληση στην περιοχή της βλάβης ώστε αυτά να μη χάνονται μέσα στο αρθρικό υγρό και επιπλέον είναι φορτωμένες με αυξητικούς παράγοντες που διεγείρουν τα κύτταρα στο να κατασκευάσουν νέο αρθρικό χόνδρο.
Γονιδιακή θεραπεία
«Τελευταία, η γονιδιακή θεραπεία έχει βρει σημαντικό πεδίο στην έρευνα της χονδρογένεσης. Γονιδιακοί φορείς ή γενετικά τροποποιημένα χονδροκύτταρα ή μεσεγχυματικά κύτταρα τοποθετούνται στην περιοχή της βλάβης, ρυθμισμένα έτσι ώστε να παράγουν αυξητικούς παράγοντες που οδηγούν στην παραγωγή νέου αρθρικού χόνδρου (χονδρογένεση). Όμως η θεραπεία αυτή βρίσκεται ακόμη σε ερευνητικό και πειραματικό στάδιο και δεν έχει εφαρμοστεί σε κλινικές δοκιμές.
Από τα παραπάνω είναι φανερό ότι σήμερα υπάρχουν αρκετές αξιόπιστες λύσεις για ένα συχνό πρόβλημα για το οποίο, παλιότερα, στη θεραπευτική φαρέτρα του ορθοπαιδικού υπήρχαν πολύ λίγα όπλα.
Θα πρέπει όμως να έχουμε υπόψη ότι όλες οι περιγραφόμενες λύσεις είναι αποτελεσματικές μόνο εφόσον γίνει σωστή διάγνωση του προβλήματος και επιλογή τόσο του ασθενούς όσο και της θεραπείας», καταλήγει ο κ. Δόβρης.