Moody’s: Πλεονεκτήματα και προκλήσεις για τις ελληνικές τράπεζες
Πως αξιολογεί η Moody's τις τέσσερις συστημικές τράπεζες
Στα πιστωτικά πλεονεκτήματα αλλά και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές συστημικές τράπεζες αναφέρεται ο οίκος αξιολόγησης Moody’s, στην επικαιροποίηση μετά τις εκλογές της 26ης Μαϊου.
1) η σημαντική μείωση των προβληματικών δανείων της κάθε τράπεζας,
2) η αύξηση των καταθέσεων των πελατών και η πρόσβαση στις διεθνείς κεφαλαιαγορές και
3) τα ισχυρότερα βασικά κέρδη και οι σχετικά χαμηλές προβλέψεις που στηρίζουν την τελική γραμμή κερδοφορίας των τραπεζών
Προκλήσεις
1) ο υψηλός πληθωρισμός και τα υψηλά επιτόκια, που ενδέχεται να επιβαρύνουν την οικονομική δυνατότητα των δανειοληπτών και την ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων,
2) ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων εξακολουθεί να είναι υψηλός, παρά την σημαντική βελτίωση
3) το υψηλό επίπεδο των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTCs) υπονομεύει την ποιότητα της κεφαλαιακής βάσης.
Eurobank
Οι αξιολογήσεις καταθέσεων Ba2 της Eurobank είναι δύο βαθμίδες υψηλότερες από τη βασική πιστοληπτική αξιολόγηση (BCA) b1, όπως υποδεικνύεται από την προηγμένη ανάλυση LGF (Loss Given Failure) η οποία λαμβάνει υπόψη τα σχέδια χρηματοδότησης της τράπεζας στο πλαίσιο της ελάχιστης απαίτησης για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις (MREL) έως το τέλος του 2025.
Με την ολοκλήρωση του σχεδίου μετασχηματισμού της, η τράπεζα έχει βελτιώσει σημαντικά την ποιότητα του ενεργητικού της και τις προοπτικές για ισχυρότερη δημιουργία κερδών.
Η BCA της Eurobank λαμβάνει υπόψη τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά της (NPEs), τα οποία μειώθηκαν σημαντικά στο 5,1% τον Μάρτιο του 2023, ύψους 2,1 δισ. ευρώ, από 22,9 δισ. ευρώ το 2016. Το αυτόνομο πιστωτικό προφίλ της τράπεζας αντικατοπτρίζει επίσης τον pro-forma FL δείκτη κεφαλαίου κατηγορίας 1 (CET1) της τάξης του 15,5% τον Μάρτιο του 2023, από 13,6% τον Μάρτιο του 2022. Ωστόσο, η κεφαλαιακή διάρθρωση της τράπεζας ενσωματώνει υψηλό ποσοστό αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTCs), γεγονός που περιορίζει το απτό απόθεμα ασφαλείας απορρόφησης ζημιών.
Οι αξιολογήσεις της τράπεζας λαμβάνουν επίσης υπόψη το επικαιροποιημένο στρατηγικό της σχέδιο 2023-25 που επικεντρώνεται στην ενίσχυση της βασικής κερδοφορίας της, με στόχο την επίτευξη απόδοσης επί της ενσώματης λογιστικής αξίας (RoTBV) 13% το 2023 και 12% το 2025.
Alpha Bank
Οι αξιολογήσεις καταθέσεων Ba2 της Alpha Bank είναι δύο βαθμίδες υψηλότερα από τη βασική πιστοληπτική αξιολόγηση (BCA) b1, όπως υποδεικνύεται από την προηγμένη ανάλυση LGF (Loss Given Failure), λόγω της δεξαμενής καταθέσεων πελατών και του χρέους που είναι επιλέξιμα για MREL1.
Η νέα τραπεζική οντότητα της Alpha Bank ξεκίνησε τη λειτουργία της τον Απρίλιο του 2021 μετά την απόσχιση των βασικών στοιχείων ενεργητικού και παθητικού της από την παλαιά οντότητα, η οποία μετονομάστηκε σε Alpha Services and Holdings S.A. (ASH, αξιολόγηση εκδότη B1) και λειτουργεί πλέον ως εταιρεία χαρτοφυλακίου της.
Μέσω του σχεδίου μετασχηματισμού της, η τράπεζα βελτίωσε σημαντικά την ποιότητα του ενεργητικού της και την ικανότητα δημιουργίας κερδών.
Τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs) της Alpha Bank μειώθηκαν σε περίπου 7,6% των ακαθάριστων δανείων τον Μάρτιο του 2023 από 12,2% τον Μάρτιο του 2022 και από το υψηλό 42,5% τον Δεκέμβριο του 2020. Αυτό επιτεύχθηκε μέσω ενός συνδυασμού τιτλοποιήσεων και διαθέσεων NPEs, καθώς και με βάση την αρνητική οργανική διαμόρφωση των NPEs.
Ο δείκτης BCA της τράπεζας αντανακλά επίσης την επαρκή κεφαλαιοποίησή της, με αναφερόμενο pro forma FL δείκτη κεφαλαίου κατηγορίας 1 (CET1) 12,8% τον Μάρτιο του 2023, σε σύγκριση με 10,9% τον Μάρτιο του 2022. Μετά την εξυγίανση του δανειακού της χαρτοφυλακίου, η τράπεζα επικεντρώνεται τώρα στη σημαντική βελτίωση της κερδοφορίας της τα επόμενα δύο έως τρία χρόνια.
Οι σταθερές προοπτικές για τις μακροπρόθεσμες αξιολογήσεις καταθέσεων της τράπεζας εξισορροπούν το βελτιωμένο πιστωτικό της προφίλ με τις προκλήσεις που βρίσκονται μπροστά μας όσον αφορά την περαιτέρω μείωση των προβληματικών δανείων της και την ενίσχυση της κάλυψης των προβλέψεών της.
Ο δείκτης BCA της τράπεζας είναι επί του παρόντος σωστά στο b1 και οι περισσότερες ανοδικές πιέσεις στον δείκτη BCA της θα οδηγηθούν από τα ισχυρότερα αποθέματα ενσώματου κεφαλαίου και το ιστορικό βελτίωσης της επαναλαμβανόμενης κερδοφορίας.
Εθνική Τράπεζα
Οι αξιολογήσεις καταθέσεων της Εθνικής Τράπεζας Ba2 είναι δύο βαθμίδες υψηλότερες από τη Βασική Πιστοληπτική Αξιολόγηση (BCA) b1, όπως προτείνεται από την προηγμένη ανάλυση Loss Given Failure (LGF), η οποία οφείλεται κυρίως στη δεξαμενή καταθέσεων πελατών και στο εκδοθέν χρέος, καθώς και στα σχέδια χρηματοδότησης της τράπεζας.
Οι αξιολογήσεις δεν ενσωματώνουν στήριξη από την κυβέρνηση της Ελλάδας (Ba3 θετική), αντανακλώντας την περιορισμένη ικανότητα της κυβέρνησης να παράσχει τέτοια στήριξη.
Ο δείκτης BCA της ΕΤΕ με b1 αντανακλά τα σημαντικά μειωμένα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά της (NPEs), τα οποία μειώθηκαν στο 5,2% των ακαθάριστων δανείων της τον Δεκέμβριο του 2022, και τη σταδιακά βελτιούμενη βασική κερδοφορία της.
Η BCA λαμβάνει επίσης υπόψη τα άνετα εποπτικά κεφάλαια της Εθνικής, με σταδιακά εισαγόμενο δείκτη κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (CET1) 16,6% τον Δεκέμβριο του 2022.
Παρ’ όλα αυτά, τα κεφάλαιά της ενσωματώνουν επίσης υψηλό ποσοστό αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTCs) που περιορίζουν το απτό απόθεμα απορρόφησης ζημιών της τράπεζας.
Μετά την εξυγίανση του δανειακού χαρτοφυλακίου, η τράπεζα επικεντρώνεται επί του παρόντος στη βελτίωση της διαρθρωτικής βασικής κερδοφορίας της, με υψηλότερα καθαρά έσοδα από τόκους και προμήθειες, γεγονός που θα επιτρέψει στην τράπεζα να επαναλάβει τη διανομή μερίσματος για πρώτη φορά από το 2008, με την επιφύλαξη των εγκρίσεων των ρυθμιστικών αρχών.
Η θετική προοπτική αξιολόγησης αντανακλά την προσδοκία μας ότι η Εθνική θα συνεχίσει να βελτιώνει το πιστωτικό της προφίλ κατά τους επόμενους 12-18 μήνες.
Η Moody’s αναμένει ότι η τράπεζα θα διατηρήσει τα υγιή κεφάλαιά της και τη ρευστότητά της, καθώς και θα βελτιώσει περαιτέρω την ποιότητα του ενεργητικού της, αξιοποιώντας το δυναμικό οικονομικής και πιστωτικής ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, η οποία είναι πιθανό να επωφεληθεί σημαντικά από το ταμείο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της ΕΕ (RRF).
Οι παράγοντες αυτοί ασκούν ανοδικές πιέσεις στον δείκτη BCA της τράπεζας, στηρίζοντας τις θετικές προοπτικές.
Τράπεζα Πειραιώς
Η μακροπρόθεσμη αξιολόγηση καταθέσεων Ba3 της Τράπεζας Πειραιώς είναι δύο βαθμίδες υψηλότερη από τη βασική πιστοληπτική αξιολόγηση (BCA) b2, όπως προτείνεται από την προηγμένη ανάλυση Loss Given Failure (LGF).
Αυτό οφείλεται κυρίως στη δεξαμενή καταθέσεων της τράπεζας στην Ελλάδα (Ba3 θετική) και στις υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης μέσω των ομολόγων Tier 2 και Additional Tier 1 (AT1) που εκδίδονται από την εταιρεία χαρτοφυλακίου της Piraeus Financial Holdings.
Ο δείκτης BCA της τράπεζας λαμβάνει υπόψη τη βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού της, λόγω των διορθωτικών ενεργειών που έχουν ληφθεί για τη μείωση του δείκτη μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) σε περίπου 6,6% τον Μάρτιο του 2023 από 12,7% τον Μάρτιο του 2022.
Η Τράπεζα Πειραιώς κατάφερε επίσης να βελτιώσει σταδιακά την επαναλαμβανόμενη κερδοφορία της και να μειώσει σημαντικά τη βάση κόστους της.
Παρόλο που η τράπεζα δέχθηκε σημαντικό κεφαλαιακό πλήγμα κατά την εξυγίανση του ισολογισμού της, κατάφερε να αυξήσει σταδιακά τον FL δείκτη κατηγορίας 1 (CET1) σε 12,2% τον Μάρτιο του 2023 από 9,8% τον Μάρτιο του 2022. Ωστόσο, η κεφαλαιακή διάρθρωση της τράπεζας ενσωματώνει υψηλό ποσοστό αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTCs), γεγονός που περιορίζει το απτό απόθεμα απορρόφησης ζημιών σε σχέση με τις ομοειδείς τράπεζες.
Περισσότερες δράσεις απομείωσης κινδύνου στον ισολογισμό και ενίσχυσης του κεφαλαίου σύμφωνα με το σχέδιο 2025 της τράπεζας θα μπορούσαν να βελτιώσουν περαιτέρω τη φερεγγυότητα και την αναπτυξιακή της ικανότητα.
Οι σταθερές προοπτικές αποτυπώνουν την άποψη της Moody’s ότι η BCA της τράπεζας είναι σωστά στο b2, εξισορροπώντας τη βελτιωμένη ποιότητα του ενεργητικού και τη λειτουργική κερδοφορία της με τα ακόμη σχετικά αδύναμα προσαρμοσμένα από τη Moody’s μετρικά στοιχεία του ενσώματου κεφαλαίου που επιβαρύνουν το πιστωτικό της προφίλ.