Τα 7 SOS του Γιάννη Στουρνάρα για την οικονομία – Τι λέει για την πολιτική σταθερότητα, πότε «βλέπει» την επενδυτική βαθμίδα, τι εκτιμά για την ανάπτυξη, τι φοβάται για τον πληθωρισμό
Ο κεντρικός τραπεζίτης παράλληλα προειδοποιεί τις πολιτικές δυνάμεις να είναι ιδιαίτερα φειδωλές σε κάθε είδους προεκλογικές και μετεκλογικές παροχές προκειμένου να μην εκτραπεί η οικονομία!
Σαφή προειδοποίηση προς τις πολιτικές δυνάμεις να είναι ιδιαίτερα φειδωλές σε κάθε είδους προεκλογικές και μετεκλογικές παροχές προκειμένου να μην εκτραπεί η οικονομία, απευθύνει ο Γιάννης Στουρνάρας.
Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος σε μια συνέντευξη – μανιφέστο «εφ’ όλης της -οικονομικής- ύλης», δίνει το στίγμα της ελληνικής οικονομίας σε όλα τα ανοιχτά ζητήματα.
Θεωρεί ότι η επενδυτική βαθμίδα είναι εφικτή εντός του έτους όπως έδειξε και η συμπεριφορά των επενδυτών στην τελευταία κρίση, εκτιμά ότι η ανάπτυξη θα συνεχιστεί αλλά με ορισμένες προϋποθέσεις, προβλέπει πως ο πληθωρισμός θα αποκλιμακωθεί αλλά ανησυχεί για την επιμονή του στα είδη διατροφής.
Παράλληλα είναι ιδιαίτερα προσεκτικός όταν αναφέρεται στις τράπεζες επισημαίνοντας τους κρίσιμους παράγοντες από τους οποίους εξαρτάται η συνέχιση της κερδοφορίας τους, είναι ιδιαίτερα προσεκτικός όταν τοποθετείται στο ζήτημα της μερισματικής πολιτικής, βλέπει με αισιοδοξία την αποκλιμάκωση των επιτοκίων προβλέποντας πως «είμαστε πολύ κοντά» στην αποκλιμάκωση τους.
Στη συνέχεια, καταγράφουμε και ανά τομέα τα βασικά σημεία της συνέντευξης του Γιάννη Στουρνάρα, στο «Βήμα της Κυριακής»:
ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ
«Απαιτείται σύνεση και υπευθυνότητα των πολιτικών δυνάμεων καθώς και στήριξη των εθνικών στόχων ώστε να διατηρηθεί το κλίμα εμπιστοσύνης στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να συμφωνήσουν στην υλοποίηση των βασικών δεσμεύσεων της οικονομικής πολιτικής, ώστε να διαφυλαχθούν όσα έχει επιτύχει η ελληνική οικονομία την τελευταία δεκαετία και οι θυσίες της προηγούμενης περιόδου προς όφελος των επόμενων γενεών».
ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΗ ΒΑΘΜΙΔΑ
«Ο στόχος της επιστροφής στην επενδυτική κατηγορία είναι απόλυτα εφικτός για το 2023. Η αναμενόμενη επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος, οι καλύτερες των αναμενομένων επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας, η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, η μείωση του αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων και η βελτίωση στη διάρθρωση του δημόσιου χρέους συμβάλλουν σημαντικά σε αυτό. Αναπόφευκτα, η τήρηση των βασικών δεσμεύσεων της οικονομικής πολιτικής διευκολύνεται σε ένα περιβάλλον πολιτικής σταθερότητας, κάτι το οποίο λαμβάνουν υπ’ όψιν οι οίκοι αξιολόγησης, παράλληλα όμως θα αξιολογηθεί και το γεγονός ότι η οικονομία έχει δείξει εξαιρετική ανθεκτικότητα απέναντι σε σημαντικές διεθνείς διαταραχές, προωθώντας παράλληλα σημαντικές μεταρρυθμίσεις»
ΟΦΕΛΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ
«Η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας στην επενδυτική κατηγορία θα σηματοδοτήσει την επιλεξιμότητα των κρατικών ομολόγων από μεγάλα θεσμικά επενδυτικά κεφάλαια των οποίων τα χαρτοφυλάκια διαρθρώνονται σε συντριπτικά μεγάλο ποσοστό από χρεόγραφα εκδοτών αυτής της κατηγορίας. Έτσι, το άμεσο όφελος αναμένεται να είναι η μεγάλη διεύρυνση της επενδυτικής βάσης, η οποία θα ενισχύσει την ανθεκτικότητα των ελληνικών ομολόγων σε εξωγενείς διαταραχές και επεισόδια μεταβλητότητας. Η σημασία της ανθεκτικότητας φάνηκε πρόσφατα, στο επεισόδιο μεταβλητότητας μετά την κατάρρευση τραπεζών στις ΗΠΑ, οπότε οι αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων μειώθηκαν, υποδεικνύοντας ότι αποτέλεσαν «καταφύγιο ασφαλείας’» για επενδυτές, όπως τα υπόλοιπα κρατικά ομόλογα της ευρωζώνης. Παράλληλα, η αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης του Ελληνικού Δημοσίου θα δώσει τη δυνατότητα για σταδιακή αναβάθμιση, στην επενδυτική κατηγορία, των τραπεζών αλλά και μεγάλων ελληνικών επιχειρήσεων που εκδίδουν ομόλογα σε διεθνείς αγορές.
ΑΝΑΠΤΥΞΗ
«Η ελληνική οικονομία κατέγραψε ρυθμό ανάπτυξης 5,9% το 2022, αρκετά υψηλότερο από εκείνον της ευρωζώνης που κατέγραψε 3,6%. Tο 2023, σύμφωνα με το βασικό σενάριο προβολών της Τράπεζας της Ελλάδος, η ανάπτυξη στην Ελλάδα αναμένεται στο 2,2%, ενώ στην ευρωζώνη εκτιμάται ότι θα κυμανθεί κοντά στο 1%. Το 2024 ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας αναμένεται να φτάσει το 3% . Όσον αφορά τον πληθωρισμό, με βάση τον Εναρμονισμένο Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, ήταν ιδιαίτερα υψηλός το 2022, στο 9,3%, κυρίως λόγω της ανοδικής τάσης των τιμών των ενεργειακών αγαθών αλλά και των τιμών των τροφίμων. Αναμένεται σταδιακή επιβράδυνση το 2023, στο 4,4%, και το 2024, στο 3,4%, κυρίως λόγω της πτώσης των τιμών των βασικών εμπορευμάτων της ενέργειας και των αρνητικών επιπτώσεων βάσης. Αντιθέτως, ο πληθωρισμός των ειδών διατροφής, των μη ενεργειακών βιομηχανικών αγαθών και των υπηρεσιών αναμένεται ότι θα συμβάλουν αυξητικά στη δυναμική του πληθωρισμού λόγω της εμμονής που εμφανίζουν αυτές οι κατηγορίες»
ΤΡΑΠΕΖΕΣ
«Οι τράπεζες πέτυχαν σημαντική κερδοφορία το 2022, αλλά το μεγαλύτερο μέρος αυτής αποτελούσε έκτακτα και μη επαναλαμβανόμενα έσοδα. Ταυτόχρονα, όμως, οι τράπεζες επηρεάστηκαν θετικά το δεύτερο εξάμηνο (και ιδίως το τέταρτο τρίμηνο) από την αύξηση των επιτοκίων, καθώς διευρύνθηκε σημαντικά το επιτοκιακό περιθώριο τόσο στα νέα όσο και στα υφιστάμενα δάνεια. Απαραίτητοι παράγοντες που θα κάνουν διατηρήσιμη την κερδοφορία των τραπεζών τα επόμενα έτη αποτελούν η περαιτέρω μεγέθυνση του ενεργητικού των τραπεζών, κυρίως μέσω της πιστωτικής επέκτασης, η διαφοροποίηση των πηγών εσόδων, η πρόσθετη βελτίωση της αποτελεσματικότητας κόστους και της ποιότητας του ενεργητικού. Είμαι αισιόδοξος ότι υπό τις προϋποθέσεις αυτές οι τράπεζες είναι σε θέση να επιτύχουν σημαντικές αποδόσεις για τους μετόχους τους και να ενισχύσουν οργανικά τα ίδια κεφάλαιά τους».
ΜΕΡΙΣΜΑΤΑ
«Η διανομή μερισμάτων ή τα προγράμματα επαναγοράς ιδίων μετοχών έχουν μια ιδιαίτερη σημειολογία για τις ελληνικές τράπεζες και σηματοδοτούν την επιστροφή στην κανονικότητα. Δεδομένης όμως της πρόσφατης αναταραχής στο τραπεζικό σύστημα παγκοσμίως και των προκλήσεων που διαμορφώνονται από το τρέχον οικονομικό περιβάλλον, εν μέσω σύσφιγξης της νομισματικής πολιτικής, συνίσταται σύνεση στη μερισματική πολιτική και «χτίσιμο» επαρκών περιθωρίων κεφαλαίου».
ΕΠΙΤΟΚΙΑ
«Πράγματι, έχουμε ήδη καλύψει το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης των επιτοκίων που είναι απαραίτητη προκειμένου να τιθασεύσουμε τον ρυθμό ανόδου των τιμών. Ενώ το σημείο τερματισμού του κύκλου των αυξήσεων είναι δύσκολο να προσδιοριστεί χρονικά, θεωρώ ότι είμαστε πολύ κοντά. Σε αυτό συνηγορεί τόσο η σημαντική αποκλιμάκωση του πληθωρισμού σε σχέση με τον Οκτώβριο 2022 όσο και οι προοπτικές για τον πληθωρισμό μεσοπρόθεσμα, καθώς τα αποτελέσματα της αυστηροποίησης της πολιτικής μας γίνονται ακόμα πιο ορατά».