"Οι ελληνικές τράπεζες γυρίζουν σελίδα"
Ο Christopher Thompson, αναλυτής τραπεζικών θεμάτων του Reuters, εξηγεί με άρθρο του τους λόγους για τους οποίους οι ελληνικές τράπεζες, και δη οι τέσσερις συστημικές μπορούν να προσβλέπουν σ' ένα καλύτερο μέλλον μετά τη συμφωνία της κυβέρνησης με τους δανειστές, όπως αυτη αποτυπώθηκε στην πρόσφατη απόφαση του Eurogroup.
Αναλυτικά το άρθρο:
Υστερα από αλλεπάλληλες ανακεφαλαιοποιήσεις, οι ελληνικές τράπεζες κατέληγαν σε νέες κρίσεις. Υπάρχουν, όμως, αρκετοί λόγοι για να εκτιμήσει κανείς ότι η συμφωνία που συνήψε η ελληνική κυβέρνηση με τους δανειστές στο Eurogroup της 22ας Ιουνίου δίνει το εναρκτήριο λάκτισμα μιας μακροπρόθεσμης ανάκαμψης.
Οι μετοχές των τεσσάρων μεγαλύτερων ελληνικών τραπεζών –Πειραιώς, Alpha Bank, Εθνική Τράπεζα και Eurobank– αρχικά σημείωσαν άνοδο όταν οι χώρες-μέλη της Ευρωζώνης συμφώνησαν να επιμηκύνουν τη διάρκεια αποπληρωμής των τόκων του ελληνικού χρέους και να δώσουν περίοδο χάριτος για την αποπληρωμή ομολόγων ονομαστικής αξίας 97 δισ. ευρώ. Οι λόγοι της ανόδου τους είναι προφανείς. Η εξυπηρέτηση του χρέους απομακρύνει τον φόβο της οικονομικής κατάρρευσης στο εγγύς μέλλον, κάτι που θα λειτουργήσει θετικά σε ό,τι αφορά τη ζήτηση για πιστώσεις και τις αποτιμήσεις των τίτλων και ομολόγων. Οι χαμηλές αποδόσεις των ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου συνεπάγονται μικρότερο κόστος χρηματοδότησης των τραπεζών. Και οι υψηλότερες τιμές συνεπάγονται μεγαλύτερη αξία των ελληνικών ομολόγων ύψους 10,7 δισ. ευρώ που έχουν στο χαρτοφυλάκιό τους.
Ωστόσο, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των τραπεζών εξακολουθούν να αντιπροσωπεύουν το 48,5% του συνολικού δανεισμού τους. Το ποσοστό των κόκκινων δανείων έχει μειωθεί από το 50,5%, στο οποίο ανερχόταν πριν από ένα χρόνο. Αυτό σημαίνει πως οι τράπεζες δεν οδεύουν ακριβώς προς τον στόχο του 35%, που έχουν θέσει για το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων τους το 2019. Τα καλά νέα είναι πως προσφάτως οι πωλήσεις τόσο των κόκκινων δανείων που έχουν εξασφαλίσεις όσο και εκείνων χωρίς εξασφαλίσεις δεν ανάγκασαν τις τράπεζες που τις έκαναν να προχωρήσουν σε περαιτέρω μεγάλες διαγραφές. Στα τέλη Μαΐου, η Τράπεζα Πειραιώς, η μεγαλύτερη τράπεζα της Ελλάδας, από πλευράς ενεργητικού, πούλησε επιχειρηματικά δάνεια χωρίς εξασφαλίσεις αξίας περίπου 1,5 δισ. ευρώ. Τα πούλησε έναντι περίπου 30 λεπτών για κάθε ευρώ, περισσότερο δηλαδή από τα 25 λεπτά, στα οποία ανήλθε η αξία τους όταν συνεκτιμήθηκαν οι προβλέψεις έναντι μη εξυπηρέτησης των δανείων.
Ο καλύτερος ρυθμός ανάπτυξης, που, σύμφωνα με το ΔΝΤ, θα φτάσει στο 1,8% τόσο κατά το τρέχον έτος όσο και το επόμενο, ενδέχεται να περιορίσει το ύψος των μη εξυπηρετούμενων δανείων στο μέλλον. Αν επαληθευθεί αυτό, η Τράπεζα Πειραιώς μπορεί να επιβεβαιώσει τις προβλέψεις για κέρδη 74 λεπτών ανά μετοχή της το 2020 και απόδοση ιδίων κεφαλαίων 6% επί εσόδων 1,9 δισ. ευρώ. Αν υποθέσουμε ότι το κόστος του κεφαλαίου θα είναι 10%, οι μετοχές της θα αποτιμούνται 0,6 φορές τη λογιστική αξία τους που είναι 12,9 ευρώ ανά μετοχή. Δηλαδή η τιμή τους θα είναι σχεδόν διπλάσια από την τρέχουσα των 3,12 ευρώ.
Πρόκειται πάντα για την Ελλάδα. Το χρέος της κυβέρνησης παραμένει στο 180% του ΑΕΠ. Σύμφωνα με τον Ελληνα υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο, από τη στιγμή που υπέγραψε τη συμφωνία με τους δανειστές, η χώρα γυρίζει νέα σελίδα. Οι μέτοχοι των τραπεζών μπορούν να αποσπάσουν σημαντικά κέρδη, αρκεί να μην επαναληφθούν τα ίδια που συνέβησαν και με τους προκατόχους του.