Μιχάλης Χρυσοχοϊδης: Μόνο η αστυνομία μπορεί να αντιμετωπίσει την παρανομία στα Πανεπιστήμια
"Δεν έχει καταργηθεί το άσυλο των ιδεών από τα ΑΕΙ, αλλά το άσυλο των εγκληματιών" επεσήμανε χαρακτηριστικά ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη Μιχάλης Χρυσοχοϊδης, μιλώντας στη Βουλή για το νομοσχέδιο της Παιδείας.
«Οι 'χωροφύλακες' στις σχολές, δεν είναι οι αστυνομικοί, αλλά οι τραμπούκοι που άλλοι ανέχονται, άλλοι θωπεύουν, κι άλλοι φοβούνται» ανέφερε ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης και κάλεσε τους αρχηγούς και τους βουλευτές της αντιπολίτευσης, «να κάνουν μια βόλτα από τα ελληνικά πανεπιστήμια και την πανεπιστημιούπολη του Ζωγράφου για να το διαπιστώσουν».
Ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη καταλόγισε ευθύνες στο πολιτικό σύστημα, που εδώ και δεκαετίες παρέμεινε σερόλο παρατηρητή αυτής της «αδιανόητης κατάστασης που εξελίσσεται μέσα στα Ιδρύματά μας», που άφησε «να έχει εμπεδωθεί μια σχέση άρρητης υποτέλειας σε δεσποτικές, μικρές, βίαιες μειοψηφίες της μεγάλης πλειοψηφίας της πανεπιστημιακής κοινότητας», να «υπάρχει ένα καθεστώς πλέον ανελευθερίας, όπου οι μειοψηφίες κυριαρχούν γιατί δεν διστάζουν να παραβιάζουν τη νομιμότητα, να εκβιάζουν τους διοικούντες και να βιάζουν το κράτος δικαίου».
Ο ίδιος σημείωσε πως «η εικόνα του πρύτανη της ΑΣΟΕΕ ήταν μια αβάσταχτη επιτομή και η τελευταία κρίσιμη σταγόνα για να πούμε 'ως εδώ'» προσθέτοντας ότι πριν λίγους μήνες «και ο πρύτανης του Πολυτεχνείου γλύτωσε τα χειρότερα».
Δεν γίνεται πια, είπε ο υπουργός, «να συνεχίζουμε να κάνουμε τα στραβά μάτια, και σε κάθε Μπουραντώνη να αγανακτούμε πύρινα για τρεις μέρες. Πρέπει να έχουμε το θάρρος να λύσουμε το θέμα, γιατί δεν το ανέχεται άλλο η δημοκρατική μας συνείδηση, η κοινωνική μας ευαισθησία και η πολιτική μας αποστολή». Αυτά είπε, είναι «είναι καρφί στο κράτος δικαίου».
«Ποιο δικαίωμα παραβιάζει λοιπόν η παρουσία της Αστυνομίας, όταν ήδη παραβιάζεται συστηματικά το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης και στοχασμού μέσα στο πανεπιστήμιο;» αναρωτήθηκε ο κ. Χρυσοχοΐδης και τόνισε πως «οι 'χωροφύλακες' της ελευθερίας έκφρασης, η 'γκεστάπο' στις σχολές (σ.σ. κατά τις αιτιάσεις της αντιπολίτευσης) δεν είναι οι αστυνομικοί που θα περιπολούν. Είναι οι τραμπούκοι, που άλλοι ανέχονται, άλλοι θωπεύουν κι άλλοι φοβούνται».
Ο υπουργός ξεκαθάρισε, πως «η παρουσία της Αστυνομίας στα ΑΕΙ δεν είναι ιδεολογική επιλογή, αλλά συζητιέται μόνο σαν αναγκαίο και μεταβατικό μέτρο αντιμετώπισης της σημερινής κατάστασης». Κάλεσε «να πάψουν οι άστοχες κρίσεις και οι άτοπες συγκρίσεις με τον υπόλοιπο κόσμο», καθώς «εδώ έχουμε μια διαρκή κρίση παρακμής, που πλέον δεν μπορεί να συνεχισθεί. Κρίση που παροξύνθηκε και θέλει ένα σχέδιο λύσης».
Σχολιάζοντας την άποψη ότι «μπορεί προσωπικό ιδιωτικής ασφάλειας να αναλάβει την φρούρηση», ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, υπενθύμισε τη δήλωση του πρώην πρύτανη του ΑΠΘ, καθ. Π. Μήτκα τον Ιούνιο του 2017, που έλεγε πως «η πανεπιστημιακή κοινότητα δεν μπορεί να διαφυλάξει τους χώρους από διακινητές και άλλα τέτοια στοιχεία, δεν μπορεί να ασχολείται με εγκλήματα ποινικού δικαίου, ούτε να συλλάβει κανένα...Οι φύλακές μας είναι θυρωροί και επόπτες κτηρίων.
Ούτε επιχειρησιακή ικανότητα έχουν, ούτε νομική εξουσιοδότηση να κυνηγούν παρανομούντες». Ο κ. Χρυσοχοΐδης ρώτησε αν κάποιος από την Αριστερά «θα ήθελε να δώσει στις ιδιωτικές εταιρείες τέτοιες αρμοδιότητες» και ανέφερε ότι «μόνο η Αστυνομία μπορεί σήμερα. Όλα τα υπόλοιπα θα είναι μια ακόμη τρύπα στο νερό»…
Σχετικά, με το εάν οι ομάδες περιφρούρησης θα πρέπει να υπάγονται στις πρυτανικές αρχές και όχι στην αστυνομία, ο υπουργός αντιπρότεινε το ερώτημα: «Έχετε ρωτήσει τις πρυτανικές αρχές εάν το θέλουν και εάν μπορούν; Σήμερα τουλάχιστον δεν το μπορούν. Μακάρι να το μπορέσουν στο μέλλον».
Ο κ. Χρυσοχοΐδης καταλόγισε στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, ότι «για τεσσεράμισι χρόνια άφησε και κακοφόρμισε η ανομία, φούντωσε η εγκληματικότητα στα ιδρύματα. Οι απαντήσεις των υπουργών σας, ήταν, είτε η κάλυψη, είτε η αδιαφορία, είτε το αμίμητο πως 'το θέμα θα λύσει ένα ρωμαλέο φοιτητικό κίνημα'. Και μέχρι να έρθει αυτό το κίνημα στα πανεπιστήμια, έγινε καθεστώς ο φόβος, εμπεδώθηκε η μοιρολατρία. Έγινε ανεκτή, θεωρήθηκε σχεδόν φυσιολογική η ανελευθερία».