Κ. Μητσοτάκης-Ν. Αναστασιάδης: Μένουμε προσηλωμένοι στις αποφάσεις του ΟΗΕ
Στον απόλυτο συντονισμό και τη στενή συνεργασία Ελλάδας- Κύπρου αναφέρθηκαν σήμερα ο Κύπριος Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης και ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας Κυριάκος Μητσοτάκης, σε δηλώσεις τους που ακολούθησαν την κατ’ ιδίαν συνάντηση και τις διευρυμένες συνομιλίες που είχαν, στο Προεδρικό Μέγαρο, όπου ο Έλληνας πρωθυπουργός πραγματοποίησε μονοήμερη επίσκεψη εργασίας.
Στον απόλυτο συντονισμό και τη στενή συνεργασία Ελλάδας- Κύπρου αναφέρθηκαν σήμερα ο Κύπριος Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης και ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας Κυριάκος Μητσοτάκης, σε δηλώσεις τους που ακολούθησαν την κατ’ ιδίαν συνάντηση και τις διευρυμένες συνομιλίες που είχαν, στο Προεδρικό Μέγαρο, όπου ο Έλληνας πρωθυπουργός πραγματοποίησε μονοήμερη επίσκεψη εργασίας.
«Η Κύπρος δεν είναι μια ανοχύρωτη πολιτεία. Έχει δίπλα της όλο τον Ελληνισμό, έχει δίπλα της την Ευρωπαϊκή Ένωση, έχει δίπλα της τη Διεθνή Κοινότητα. Και με αυτές τις δυνάμεις και με αυτές τις συμμαχίες θα πορευθεί στο δρόμο για τα δικά της δίκαια, μέχρι να ξαναγίνει η Μεγαλόνησος, αγαπητέ μου Νίκο, νησίδα ειρήνης, σταθερότητας και ευημερίας για όλους τους πολίτες της». Με αυτή τη φράση ο Κυριάκος Μητσοτάκης έκλεισε τις δηλώσεις που έκανε στη Λευκωσία μετά τη συνάντησή του με τον Πρόεδρο της Κύπρου, Νίκο Αναστασιάδη.
Η επίσκεψη εργασίας του Έλληνα πρωθυπουργού στην Κύπρο ολοκληρώθηκε με τις κοινές δηλώσεις που ακολούθησαν την κατ' ιδίαν συνάντησή του με τον κ. Αναστασιάδη, ενώ πραγματοποιήθηκαν και διευρυμένες συνομιλίες μεταξύ των αντιπροσωπειών Κύπρου και Ελλάδας.
«Βρίσκομαι για ακόμα μία φορά στην Κύπρο και στη ζεστή φιλοξενία της Λευκωσίας και οι δια ζώσης συναντήσεις μας θα ήταν ακόμα περισσότερες εάν δεν είχε μεσολαβήσει η πανδημία. Σας διαβεβαιώνω όμως ότι τις υποκαθιστούν η συχνή -εβδομαδιαία πρακτικά- τηλεφωνική επικοινωνία μας. Και όπως όλοι γνωρίζετε και όπως ανέφερε και ο κύριος Πρόεδρος, η σημερινή μου επίσκεψη γίνεται σε μία ευαίσθητη συγκυρία για το μέλλον του Κυπριακού» είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης ξεκινώντας τις δηλώσεις του μετά τη συνάντηση.
«Διαβεβαίωσα λοιπόν, για ακόμα μια φορά, τον Πρόεδρο Αναστασιάδη ότι ο τερματισμός της τουρκικής κατοχής και η εξεύρεση μιας συνολικής, βιώσιμης, λειτουργικής και αμοιβαία αποδεκτής λύσης παραμένει κορυφαία προτεραιότητα για την ελληνική εξωτερική πολιτική. Αποτελεί ένα θέμα εθνικό. Αποτελεί αναγκαία κίνηση συμμόρφωσης προς τη διεθνή νομιμότητα. Αποτελεί πράξη δικαιοσύνης προς τον κυπριακό λαό» συνέχισε ο πρωθυπουργός και συμπλήρωσε: «Τόσο στην Αθήνα όσο και στη Λευκωσία μένουμε προσηλωμένοι στις αποφάσεις του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Αυτές άλλωστε, αγαπητέ μου Νίκο, συγκροτούν -όπως πολύ σωστά είπες- το μόνο συμπεφωνημένο και καθολικά δεσμευτικό πλαίσιο λύσης. Και ταυτόχρονα το θεμέλιο για την εφαρμογή του ευρωπαϊκού κεκτημένου σε ολόκληρη την κυπριακή επικράτεια.
Τις επιλογές αυτές αξίζει να σημειωθεί ότι υπογραμμίζει και η πρόσφατη απόφαση 2561 του Συμβουλίου Ασφαλείας, που κρίνει ως μόνη βιώσιμη λύση τη διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία, με τα γνωστά απαράβατα χαρακτηριστικά: Πολιτική ισότητα, όπως ορίζεται στις αποφάσεις, ένα κράτος με διεθνή προσωπικότητα, μια κυριαρχία, μία ιθαγένεια. Και με διασφάλιση της ανεξαρτησίας και εδαφικής ακεραιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Το ίδιο πνεύμα απηχεί και το διαπραγματευτικό κεκτημένο των Ηνωμένων Εθνών, όπως αποτυπώθηκε στο ανακοινωθέν του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών στο Βερολίνο, μόλις πρόσφατα, πριν από λίγους μήνες, στο οποίο αναφέρθηκε ο κύριος Πρόεδρος. Είναι το πολύτιμο αποτέλεσμα μιας πολυετούς, επίπονης διαπραγματευτικής προσπάθειας που πρέπει οπωσδήποτε να διατηρηθεί».
Αναφερόμενος στη συνέχεια στην Τουρκία, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είπε: «Δυστυχώς, η στάση της Τουρκίας και του επικεφαλής των Τουρκοκυπρίων βρίσκεται, τουλάχιστον αν ακούσει κανείς τις δημόσιες δηλώσεις, εκτός του πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών, εμμένοντας στην ανεδαφική θέση περί δύο κρατών. Κάτι που απορρίπτουν όχι μόνο η Ελλάδα και η Κύπρος αλλά και ο ίδιος ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών. Το απορρίπτει φυσικά και η Ευρωπαϊκή Ένωση.
«Όσοι μιλούν για δύο κράτη δεν ρώτησαν την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου η Κύπρος εντάχθηκε ως ενιαίο κράτος», ήταν τα λόγια του Αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής πριν από λίγες ημέρες. Συνεπώς, η 'Αγκυρα και ο κύριος Ταταρ θα πρέπει να γνωρίζουν ότι επανέναρξη ενός ουσιαστικού διαλόγου νοείται μόνο εντός των υφιστάμενων και δεσμευτικών ορίων, όπως τον περιέγραψα. Και προσυπογράφω απόλυτα τη δήλωσή σας, κύριε Πρόεδρε, ότι η λύση θα πρέπει να εξυπηρετεί τα συμφέροντα όλων των Κυπρίων, Τουρκοκυπρίων και Ελληνοκυπρίων, και όχι τις στοχεύσεις της Τουρκίας».
Όπως τόνισε ο πρωθυπουργός, «Αμετακίνητη κοινή μας θέση παραμένει η κατάργηση του αναχρονιστικού συστήματος των εγγυήσεων και των επεμβατικών δικαιωμάτων στις αμιγώς κυπριακές υποθέσεις. Και φυσικά προαπαιτούμενο της επανένωσης αποτελεί η πλήρης και ταχεία απόσυρση των κατοχικών στρατευμάτων. Οι θέσεις αυτές ορίζουν και τη στάση μας στις διαπραγματεύσεις που επιχειρεί να επανεκκινήσει ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών.
Στηρίζουμε ενεργά την πρωτοβουλία του. Θα είμαστε παρόντες, σε απόλυτο συντονισμό, στην άτυπη πενταμερή που αναμένουμε και ελπίζουμε να συγκαλέσει πολύ γρήγορα ο κύριος Guterres. Και όπως ξέρετε, η Ελλάδα είναι επίσης παρούσα στις διερευνητικές επαφές με την Τουρκία για τον καθορισμό θαλασσίων ζωνών στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Είναι επαφές, όπως έχω πει πολλές φορές, στις οποίες προσερχόμαστε με ειλικρινή διάθεση, με συγκρατημένη αισιοδοξία αλλά και με μηδενική αφέλεια. Πρόκειται άλλωστε για ένα ακόμη πεδίο όπου θα δοκιμαστεί η συνέπεια της 'Αγκυρας. Η σύμπτωση λόγων και πράξεων και τελικά η πρόθεση να επανέλθει στο δρόμο του Διεθνούς Δικαίου.
Θέλω να επαναλάβω και εδώ, στην Κύπρο, ότι η Ελλάδα απέδειξε έμπρακτα ότι οι σχέσεις καλής γειτονίας και ο σεβασμός του Διεθνούς Δικαίου μπορούν να οδηγήσουν στην επίλυση διαφορών που χρονίζουν. Το πετύχαμε υπογράφοντας συμφωνία οριοθέτησης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης με την Ιταλία. Το πετύχαμε υπογράφοντας συμφωνία οριοθέτησης Αποκλειστικής
Οικονομικής Ζώνης με την Αίγυπτο, μετά από δεκαετίες διαπραγματεύσεων.
Όποτε λοιπόν υπάρχει βούληση, διάθεση, καλό και θετικό κλίμα -το οποίο εύχομαι ειλικρινά να διατηρηθεί- υπάρχει η δυνατότητα προβλήματα αυτής της φύσης να αντιμετωπιστούν. Προϋπόθεση πάντα, ο σεβασμός του Διεθνούς Δικαίου».
Για την Ανατολική Μεσόγειο και την Πανδημία
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναφέρθηκε και στις συζητήσεις που είχε με τον Νίκο Αναστασιάδη στις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο.
«Συζητήσαμε εκτενώς και τα ζητήματα τα οποία αφορούν συνολικά τη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου. Γνωρίζετε ότι φεύγοντας από την Κύπρο θα βρεθώ στη συνέχεια σήμερα στο Ισραήλ, όπου θα συναντήσω τον Πρωθυπουργό, τον κύριο Netanyahu, επανεπιβεβαιώνοντας και το πλαίσιο των τριμερών σχημάτων συνεργασίας. Είναι σχήματα ειρήνης τα οποία δεν αποκλείουν επί της αρχής κανέναν.
Και βέβαια συζητήσαμε με τον κύριο Πρόεδρο τα ζητήματα τα οποία αφορούν την προετοιμασία για τα επόμενα Συμβούλια κορυφής. Όπως γνωρίζετε υπάρχει ένα έκτακτο εμβόλιμο Συμβούλιο στις 25 και 26 Φεβρουαρίου και βέβαια το τακτικό Συμβούλιο, το οποίο θα λάβει χώρα στα τέλη Μαρτίου.
Στα οποία φυσικά θα συζητήσουμε και ζητήματα που αφορούν στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Όπου Ελλάδα και Κύπρος τα έχουμε καταφέρει, παρά τις μεγάλες δυσκολίες, πολύ καλύτερα από πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Γνωρίζουμε ότι είναι μια συνεχής μάχη με το χρόνο, με ιούς οι οποίοι δυστυχώς μεταλλάσσονται. Και βέβαια έχουμε επιμείνει και οι δύο -και θέλω να το τονίσω αυτό- στο επίπεδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στην ανάγκη η Ευρώπη να προμηθευτεί όσο το δυνατόν γρηγορότερα γίνεται τις δόσεις των εμβολίων τις οποίες έχει συμφωνήσει με διεθνείς φαρμακευτικές εταιρείες. Και η Ελλάδα και η Κύπρος θα ήμασταν έτοιμες σήμερα να κάναμε πολλά περισσότερα εμβόλια. Έχουμε την επιχειρησιακή δυνατότητα να το πετύχουμε. Ο λόγος που δεν το κάνουμε είναι πολύ απλά διότι δεν έχουμε τα εμβόλια στη διάθεσή μας ακόμα. Αλλά είμαι βέβαιος ότι αυτό το ζήτημα θα λυθεί εντός των επόμενων μηνών, ώστε να επιταχύνουμε σημαντικά τη διαδικασία των εμβολιασμών, έτσι ώστε να μας βρει το καλοκαίρι σε πολύ καλύτερη κατάσταση.
Συζητήσαμε βέβαια -και θα κλείσω με αυτό- και το ζήτημα του πιστοποιητικού εμβολιασμού. Του πώς θα μπορέσουμε να διευκολύνουμε ευρωπαίους -αλλά όχι μόνο- ταξιδιώτες από άλλα μέρη του κόσμου που θα θελήσουν να επισκεφτούν την Ελλάδα και την Κύπρο. Έχοντας ως αποδεικτικό στοιχείο -και αυτό ζητάμε, αυτό ζητάω από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αυτή η διαδικασία να είναι μια τυποποιημένη και εύκολη διαδικασία- να έχουμε ως αποδεικτικό στοιχείο την απόδειξη του εμβολιασμού. Ώστε να διευκολύνουμε με αυτόν τον τρόπο την επαναφορά σε μία στοιχειώδη κανονικότητα ως προς τον τουρισμό το καλοκαίρι, από τον οποίο τόσο η Κύπρος όσο και η Ελλάδα είμαστε πολύ εξαρτημένοι.
Κλείνω, κύριε Πρόεδρε, με μία αναφορά στον τίτλο ενός σημαντικού βιβλίου του διπλωμάτη και συγγραφέα Νίκου Κρανιδιώτη, πατέρα του αλησμόνητου Γιάννου. «Η Κύπρος δεν είναι, το επαναλαμβάνω, δεν είναι μια ανοχύρωτη πολιτεία». Έχει δίπλα της όλο τον Ελληνισμό, έχει δίπλα της την Ευρωπαϊκή Ένωση, έχει δίπλα της τη Διεθνή Κοινότητα. Και με αυτές τις δυνάμεις και με αυτές τις συμμαχίες θα πορευθεί στο δρόμο για τα δικά της δίκαια, μέχρι να ξαναγίνει η Μεγαλόνησος, αγαπητέ μου Νίκο, νησίδα ειρήνης, σταθερότητας και ευημερίας για όλους τους πολίτες της».
Οι δηλώσεις του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας
«Είναι με πραγματικά αισθήματα ιδιαίτερης χαράς που υποδέχομαι για ακόμη μια φορά στο Προεδρικό Μέγαρο τον φίλο Πρωθυπουργό της Ελλάδας και την αντιπροσωπεία που τον συνοδεύει, προκειμένου από κοινού να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας.
Η εδώ παρουσία σας καταδεικνύει εκ νέου το αδιάλειπτο ενδιαφέρον της Ελληνικής Κυβέρνησης για το Κυπριακό, αλλά ταυτόχρονα επιβεβαιώνει την προσωπική σας βούληση για συνέχιση της στενότατης συνεργασίας που έχουμε αναπτύξει, της πλήρους στήριξης και του μεταξύ μας συντονισμού δράσεων για την αντιμετώπιση των εθνικών προκλήσεων που αντιμετωπίζουν οι δύο χώρες.
Κατά τη διάρκεια των ιδιαίτερα δημιουργικών διαβουλεύσεων που θα συνεχισθούν και με γεύμα εργασίας, είχαμε αρχικά την ευκαιρία να αξιολογήσουμε τα μέχρι στιγμής δεδομένα σχετικά με την άτυπη Διάσκεψη για το Κυπριακό και να καθορίσουμε από κοινού τους επιδιωκόμενους στόχους.
Σε αυτό το πλαίσιο, επιβεβαιώνοντας την απόλυτη ετοιμότητα μας για συμμετοχή στην άτυπη Διάσκεψη που προτίθεται να συγκαλέσει ο ΓΓ των ΗΕ, ξεκάθαρη ήταν η θέση μας όσον αφορά την επιδιωκόμενη μορφή λύσης.
Μιας λύσης που δεν μπορεί να αποκλίνει από τα σχετικά Ψηφίσματα και τις Αποφάσεις του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και του Συμβουλίου Ασφαλείας, αλλά και τις αρχές και αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Μιας λύσης που πρέπει οπωσδήποτε να διαλαμβάνει τον τερματισμό των αναχρονιστικών Συνθηκών εγγυήσεων και την παρουσία κατοχικών στρατευμάτων και την οποία θα πρέπει να διακρίνει η λειτουργικότητα του νέου μορφώματος, της μετεξέλιξης και ιδιαίτερα η διάρκεια, αλλά και οι αποκλεισμοί των όποιων ενδεχομένων δυσλειτουργικότητας που θα οδηγούσε ενδεχόμενα σε μια κατάρρευση. Μια λύση που θα κατοχυρώνει πριν και πάνω από όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα του συνόλου του λαού, είτε Ελληνοκυπρίων είτε Τουρκοκυπρίων, που δεν θα δημιουργεί υπερπρονόμια προς όφελος της μιας και εις βάρος της άλλης κοινότητας.
Αυτό που θέλουμε είναι ο αλληλοσεβασμός και οι συνθήκες που θα μας επιτρέψουν ειρηνικά συμβιώνοντας να συνδημιουργήσουμε.
Όπως ξεκάθαρη ήταν και η θέση μας πως το πλαίσιο επανέναρξης των ουσιαστικών διαπραγματεύσεων θα πρέπει να εδράζεται στην Κοινή Δήλωση των ηγετών των δύο κοινοτήτων με τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών στις 25 Νοεμβρίου 2019, και που θέτει τις παραμέτρους μέσα στις οποίες μπορεί να κινηθεί ο όλος διάλογος για εξεύρεση μιας ειρηνικά πραγματικά λύσης, βιώσιμης και λειτουργικής, και αυτά είναι:
Η Κοινή Διακήρυξη της 11ης Φεβρουαρίου 2014, οι μέχρι τώρα επιτευχθείσες συγκλίσεις και των έξι σημείων της παραμέτρου που έθεσε ο Γενικός Γραμματέας στο Κραν Μοντανά.
Μια θέση που επιβεβαίωσε και τον περασμένο Οκτώβριο, στις 26, ο Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, με ταυτόσημο λεκτικό και προς τους δύο ηγέτες, δηλαδή ότι η λύση θα πρέπει να βασίζεται στο μέχρι σήμερα επιτελεσθέν έργο, συγκλίσεις κλπ, έτσι ώστε να μπορεί να δημιουργήσει τις προοπτικές μιας κοινής βάσης για προώθηση ενός ουσιαστικού διαλόγου.
Παράλληλα, κοινή θέση με τον φίλο Πρωθυπουργό είναι πως η αποφασιστικότητα μας για εμπλοκή σε μια νέα διαπραγματευτική διαδικασία δεν θα πρέπει να αναιρεί την ανάγκη ενός δημιουργικού κλίματος. Δεν μπορεί κάτω από συνθήκες απειλής, ή μονομερών ενεργειών ή εκνόμων ενεργειών να αναμένεται ένας ουσιαστικός διάλογος.
Συνεπώς, πιστεύουμε πως απαιτείται η συμβολή της Τουρκίας στη δημιουργία κατάλληλου κλίματος, τερματίζοντας τις όποιες μονομερείς ή έκνομες ενέργειες, οι οποίες θα δημιουργήσουν το αντίθετο από το επιδιωκόμενο κλίμα.
Θέλω με την ευκαιρία να εκφράσω τις θερμές ευχαριστίες αλλά και την ευγνωμοσύνη της Κυπριακής Κυβέρνησης για τη σταθερή και συνεπή θέση της Ελληνικής Κυβέρνησης και εσάς ιδιαίτερα φίλε Κυριάκο όσον αφορά τη σθεναρή στήριξη στην αντιμετώπιση των προκλήσεων που αντιμετωπίζουμε.
Μεταξύ των άλλων θεμάτων που συζητήσαμε ήταν και η επικείμενη Σύνοδος Κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που θα πραγματοποιηθεί στις 25 και 26 Μαρτίου και ο συντονισμός των δύο χωρών σε συνεργασία και με άλλες ενόψει και της έκθεσης που θα υποβάλει και ο Ύπατος Εκπρόσωπος για το σύνολο των ευρωτουρκικών σχέσεων και τις επιλογές της Ένωσης για την ακολουθητέα πορεία.
Αυτό το οποίο επιδιώκουμε είναι να δούμε μια Τουρκία, η οποία να αποδείξει εμπράκτως, όχι μόνο με ρητορικές αναφορές, πως επιθυμεί έναν ειλικρινή και εποικοδομητικό διάλογο στη βάση του διεθνούς δικαίου, μακριά από απειλές και έκνομες ενέργειες.
Θέλουμε να πιστεύουμε πως η Ε.Ε. θα επιδείξει την επιβαλλόμενη αλληλεγγύη, στηρίζοντας τις προσπάθειες λύσης του Κυπριακού με έμπρακτη και ενεργό εμπλοκή σε έναν αναμενόμενο μελλοντικό διάλογο στην ουσία του Κυπριακού.
Με τον φίλο Πρωθυπουργό συζητήσαμε και αξιολογήσαμε, επίσης, τις περιφερειακές εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο και στο Αιγαίο και οφείλω να εκφράσω ευχαριστίες στον φίλο Κυριάκο για την ενδελεχή ενημέρωση για τις διερευνητικές επαφές μεταξύ Ελλάδος - Τουρκίας στις 25 Ιανουαρίου 2021.
Και σε αυτό το ζήτημα υπήρξε πλήρης ταύτιση απόψεων στο ότι ο διάλογος θα πρέπει να περιορίζεται στη συμφωνημένη εδώ και χρόνια ατζέντα των συναντήσεων, αλλά και να βασίζεται στο διεθνές δίκαιο, και ιδιαίτερα στο δίκαιο της θαλάσσης και στις σχέσεις καλής γειτονίας.
Την ίδια στιγμή επαναβεβαιώσαμε τη βούληση μας για ενίσχυση των πρωτοβουλιών που από κοινού αναπτύσσουμε μέσω των τριμερών συνεργασιών που έχουμε εγκαθιδρύσει με την Αίγυπτο, το Ισραήλ, τον Λίβανο, την Ιορδανία και την Παλαιστίνη, τα κράτη του αραβικού Κόλπου αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά ότι Κύπρος και Ελλάδα αποτελούν πυλώνες σταθερότητας και ειρήνης. Μάλιστα χωρίς να αποκλείουμε τη συμμετοχή του οποιουδήποτε σε αυτές τις συνέργειες, αρκεί να σέβεται το διεθνές δίκαιο και την κυριαρχία των κρατών που συμμετέχουν.
Σε αυτό το πλαίσιο χαιρετίσαμε την πραγματοποίηση στις επόμενες μέρες μίας περιφερειακής συνάντησης σε επίπεδο Υπουργών μεταξύ κρατών της ευρύτερης περιοχής που αποδεικνύουν τα όσα έχω προαναφέρει.
Φίλε Πρωθυπουργέ, αγαπητέ μου Κυριάκο, καλωσορίζοντας σε και πάλι στην Κύπρο, θα ήθελα, για ακόμη μια φορά, να σε ευχαριστήσω εκ μέρους του συνόλου του κυπριακού λαού, των πολιτικών δυνάμεων της χώρας και του ιδίου βεβαίως προσωπικά, για το αδιάλειπτο ενδιαφέρον και τη στενότατη συνεργασία που αναπτύσσουμε έτσι ώστε να πετύχουμε ό,τι είναι αυτό που θα ωφελήσει, όχι μόνο την Ελλάδα και την Κύπρο, αλλά και τη σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο, τις ομαλές σχέσεις, αν είναι δυνατόν μέσα από τον διάλογο και την εξεύρεση λύσεων, ΕΕ και Τουρκίας, όπως το είχα πει προηγουμένως. Εμείς δεν είμαστε οι επιτιθέμενοι. Είμαστε εκείνοι που επιδιώκουν την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή και όλοι έχουν ρόλο να διαδραματίσουν και ιδιαίτερα εκείνοι που, δυστυχώς, αγνοώντας πολλές φορές το διεθνές δίκαιο προκαλούν και δημιουργούν τα προβλήματα. Δεν θα ήθελα, όμως, να είμαι αρνητικός στις αναφορές μου με την ελπίδα ότι επιτέλους αυτό που λέμε θετική ατζέντα περιλαμβάνει επίσης τις θετικές ενέργειες από μέρους της γείτονος χώρας.
Αγαπητέ Κυριάκο καλωσόρισες και πάλι και θερμές ευχαριστίες για το ενδιαφέρον που με την παρουσία σου αποδεδειγμένα επιδεικνύεις».