Πώς ο Μητσοτάκης επέλεξε την Κατερίνα Σακελλαροπούλου για ΠτΔ
Η απόφαση για την πρόταση Μητσοτάκη πάρθηκε μετά από συσκέψεις που έγιναν το προηγούμενο διάστημα στο Μέγαρο Μαξίμου και σε μία από αυτές «κλείδωσε» το όνομα της προέδρου του ΣτΕ. Είχαν ακουστεί πολλά ονόματα και αρκετοί σύμβουλοι πρότειναν δεκάδες ονόματα προκειμένου να ταιριάξουν με το προφίλ που έψαχνε ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Τις τελευταίες ημέρες υπήρχαν δύο λίστες προσώπων που είχαν διαλεχτεί από το επιτελείο του Μητσοτάκη: Τα πολιτικά πρόσωπα και τα μη πολιτικά πρόσωπα για την θέση.
Του Περικλή Σωτηρίου
Οι δύο λίστες δόθηκαν στον πρωθυπουργό και
μετά με τους στενούς του συνεργάτες άρχισε να συζητάει τα υπέρ και τα κατά. Όλα
δείχνουν ότι στο πρόσωπο της Κατερίνας Σακελλαροπούλου υπήρχε ισχυρή στήριξη
από τον υπουργό Επικρατείας Γιώργο Γεραπετρίτη, ο οποίος, μάλιστα, κλήθηκε να
κάνει και τις πρώτες επαφές για να ελέγξει και το ενδιαφέρον της προέδρου του
ΣτΕ. Υπήρξαν, όμως, και αντιδράσεις από διάφορα πρόσωπα που θεωρούσαν ότι δεν
είναι η πιο κατάλληλη περίπτωση καθώς είχε προταθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ για την θέση
της προέδρου του ΣτΕ. Ακριβώς, σε αυτό στάθηκε, όμως, και ο κ. Γεραπετρίτης και
θεώρησε ότι με αυτήν την υποψηφιότητα έρχεται σε πολύ δύσκολη θέση ο ΣΥΡΙΖΑ και
ειδικά ο Αλέξης Τσίπρας.
Την Δευτέρα είχαν όλα τελειώσει. Ο
Κυριάκος Μητσοτάκης από την αρχή δεν ήθελε να καταστεί όμηρος κανενός κόμματος
και καμίας φράξιας στη Ν.Δ. Γιαυτό και απέφυγε τις νουθεσίες της Φώφης Γεννηματά
που άτυπα διέγραφε ή πριμοδοτούσε προφίλ υποψηφίων, όπως έκανε π.χ. με το
πρόσωπο της Μαρίας Δαμανάκη ή με το πρόσωπο του Βαγγέλη Βενιζέλου αντίστοιχα.
Το τελευταίο διάστημα μάλιστα η περίπτωση Βενιζέλου είχε αρχίσει να δέχεται
τρομερή επικοινωνιακή στήριξη και από το στρατόπεδο του Αντώνη Σαμαρά.
Άλλη μία παράμετρος, η οποία δεν είναι
γνωστή, είναι ότι δεν τέθηκε τυχαίο το θέμα του εκλογικού νόμου πριν την
προεδρική εκλογή. Όπως λένε στο παρασκήνιο, ο πρωθυπουργός ήθελε να έχει την
ασφάλεια του νέου εκλογικού νόμου σε περίπτωση που επιλέξει ένα πρόσωπο
πολιτικό που δεν είχε την στήριξη του κοινοβουλευτικού σώματος. Δεν είναι
τυχαίο ότι, όπως λέγεται, η πρόταση για την Μαρία Δαμανάκη ενδεχομένως να μην
έβγαζε ούτε καν 151 βουλευτές, καθώς ούτε το ΚΙΝ.ΑΛΛ. ήθελε να στηρίξει ούτε
αρκετοί στη Ν.Δ. Τα πράγματα, όμως, πήραν άλλη τροπή όταν αποφασίστηκε να
προτιμηθεί η Κατερίνα Σακελλαροπούλου, η οποία είναι μία υπερκομματική επιλογή.
Είχε προταθεί και ο Παναγιώτης Πικραμμένος, αλλά επειδή πλέον είναι υπουργός
και έχει ενταχθεί στο κυβερνητικό πυρήνα δεν θα είχε την υπερκομματική αποδοχή
που ήθελε ο κ. Μητσοτάκης.
Από εκεί και πέρα, η κίνηση Μητσοτάκη να θέσει την Κατερίνα Σακελλαροπούλου δημιουργεί μεγάλο πρόβλημα στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά εν μέρει και στη Φώφη Γεννηματά. Στον ΣΥΡΙΖΑ διότι δεν μπορούν να κάνουν το προσωπικό παιχνίδι της συσπείρωσης σε μία κακή επιλογή και έτσι θα αναγκαστούν να συναινέσουν σε ένα πρόσωπο το οποίο είχαν στηρίξει για την προεδρία του ΣτΕ. Στο ΚΙΝ.ΑΛΛ. περίμεναν καρτερικά ένα πολιτικό πρόσωπο το οποίο θα έπαιζε μέσω διαρχίας το παιχνίδι της παράταξης (και έτσι θα έβαζε ξανά στο παιχνίδι της πολιτικής εξουσίας του κόμμα), όμως αυτό δεν έγινε. Εδώ πρέπει να πούμε ότι το επιτελείο της Φώφης περίμενε και ένα προσωπικό κάλεσμα που μπορεί να υποκρύπτει και μία επιθυμία να αξιοποιηθεί η ίδια στο ανώτατο πολιτειακό αξίωμα. Ο πρωθυπουργός αποφάσισε να μην καταστεί όμηρος κανενός κόμματος, ούτε καν του ίδιου του κυβερνώντος κόμματος και στήριξε μία υπερκομματική επιλογή.
Επιλογή με μεγάλο ρίσκο
Από εκεί και πέρα, το ρίσκο είναι μεγάλο.
Η περίπτωσή της δεν είναι πολιτική και δύσκολα θα μπορέσει να ταιριάξει στο
πολιτικοδημοσιογραφικό κατεστημένο. Επίσης, όσον αφορά τα ελληνοτουρκικά,
δύσκολα θα μπορέσει να σηκώσει το βάρος της κρίσιμης κατάστασης που έχει
διαμορφωθεί. Ουσιαστικά η ελληνική διπλωματία στηρίζεται πλέον στο
πρωθυπουργικό γραφείο και το υπουργείο Εξωτερικών και η Προεδρία της
Δημοκρατίας, μέσω των ισχυρών συμβολισμών της νέας Προέδρου ως της πρώτης
γυναίκας στο αξίωμα, δημιουργεί το υπόστρωμα για άλλη μία κεντρώα επικράτηση
του Κυριάκου Μητσοτάκη. Δηλαδή σε χώρο που παραδοσιακά η Ν.Δ. ήταν απούσα και
μέσα από τις πολιτικές της αλλά και μέσα από τις επιλογές της σε πρόσωπα.
Εκτιμούν, τέλος, πολλοί ότι με την πολιτική της συναίνεσης σε σημαντικά
ζητήματα της χώρας ο κ. Μητσοτάκης εγκαινιάζει έναν πραγματικό πολιτικό
πολιτισμό που τον καταστεί κυρίαρχο στο πολιτικό σύστημα απέναντι σε μία
πολεμική αντιπαράθεση την οποία ο κόσμος πλέον δεν θέλει.