Πώς επηρεάστηκε η οικονομία από τον υψηλό πληθωρισμό

26/01/2023, 11:10
Πώς επηρεάστηκε η οικονομία από τον υψηλό πληθωρισμό

Η σωρευτική επίδραση του πληθωρισμού έγινε ιδιαίτερα εμφανής στο 3ο τρίμηνο του 2022, όπου η ετήσια ανάκαμψη διαμορφώθηκε στο +2,8% από +7,1% στο προηγούμενο τρίμηνο

Η ισχυρή άνοδος του πληθωρισμού από τις αρχές του 2022 επιβράδυνε τους πραγματικούς ρυθμούς μεγέθυνσης όλων των βασικών μακροοικονομικών μεγεθών κατά τα προηγούμενο έτος. Η σωρευτική του επίδραση έγινε ιδιαίτερα εμφανής στο 3ο τρίμηνο του 2022, όπου η ετήσια ανάκαμψη διαμορφώθηκε στο +2,8% από +7,1% στο προηγούμενο τρίμηνο.

Σύμφωνα με σχετική ανάλυση του ΙΟΒΕ, στο ίδιο τρίμηνο, ενώ η εγχώρια ζήτηση φαίνεται να παρέμεινε σχετικά ανθεκτική στις πληθωριστικές πιέσεις, οι εξαγωγές κατέγραψαν μια απροσδόκητη στασιμότητα (+0,9% από +18,8% y-o-y το 2ο τρίμηνο του 2022) κατά την περίοδο κορύφωσης της τουριστικής δραστηριότητας. Αντίθετα, αρκετά ηπιότερη ήταν η μείωση του ρυθμού μεγέθυνσης των εισαγωγών (+5,2% από +14,5% y-o-y το προηγούμενο τρίμηνο), με αποτέλεσμα την επιδείνωση του ελλείμματος του εξωτερικού ισοζυγίου σε εθνικολογιστικούς όρους σε σχέση με ένα χρόνο πριν κατά περίπου €902 εκατ. ή -1,7 π.μ. του τριμηνιαίου ΑΕΠ.

Μόνο οι επενδύσεις παρουσίασαν έναν υψηλότερο ετήσιο ρυθμό μεγέθυνσης της τάξης του +12,3% έναντι +10,1% στο προηγούμενο τρίμηνο, με τις επενδύσεις σε πάγιο κεφάλαιο να επιβραδύνονται στο +7,7% από +9,8% στο 2ο τρίμηνο του 2022. Ταυτόχρονα κατά το ίδιο τρίμηνο ο ΓΔΤΚ ενισχύθηκε κατά 11,7%, κυρίως λόγω της αυξητικής επίδρασης από τις τιμές των ενεργειακών αγαθών. Ο αντίστοιχος ετήσιος ρυθμός μεταβολής του ΕνΔΤΚ με σταθερούς φόρους και χωρίς την ενέργεια ήταν 7,5%.

Οι δείκτες αποπληθωρισμού

Για να εκτιμήσει την συμβολή της αύξησης του τιμών στους όγκους των βασικών μακροοικονομικών μεγεθών, το ΙΟΒΕ υπολογίζει τους δείκτες αποπληθωρισμού των συνιστωσών της εγχώριας δαπάνης από τις αρχές του 2021, έτος κατά το οποίο άρχισαν να εμφανίζονται οι πληθωριστικές πιέσεις. Αρχικά, παρατηρείται υψηλός και επίμονος πληθωρισμός καθ’ όλη τη διάρκεια του προηγούμενου έτους. Επίσης, καταγράφεται η κλιμάκωση του λεγόμενου «εισαγόμενου» πληθωρισμού, με τους δείκτες αποπληθωρισμού των εισαγωγών και των εξαγωγών να υπερβαίνουν σημαντικά τους αντίστοιχους δείκτες της κατανάλωσης και των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου.

Σταθερή απόκλιση παρατηρείται ωστόσο και μεταξύ των δεικτών αποπληθωρισμού των εισαγωγών και εξαγωγών, με την πίεση των τιμών να είναι σταθερά μεγαλύτερη στις τελευταίες. Συγκεκριμένα, στο 3ο τρίμηνο του 2022 ο αποπληθωριστής των εξαγωγών μεταβλήθηκε ετησίως κατά 36%, ενώ μικρότερη ετήσια μεταβολή παρουσίασε ο αποπληθωριστής των εισαγωγών κατά 27%. Απόκλιση μεταξύ των δεικτών αποπληθωρισμού των βασικών συνιστωσών του ΑΕΠ παρατηρείται και στην Ευρωζώνη, με τους δείκτες αποπληθωρισμού των εξαγωγών-εισαγωγών να είναι αρκετά υψηλότεροι των αντίστοιχων δεικτών της κατανάλωσης, των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου και του συνολικού ΑΕΠ, στα τρία πρώτα τρίμηνα του 2022.

Ωστόσο η σύγκριση των αποπληθωριστών της Ευρωζώνης με τους αντίστοιχους δείκτες της εγχώριας οικονομίας καταδεικνύει δύο σημαντικά χαρακτηριστικά: 1ον οι εγχώριοι αποπληθωριστές είναι υψηλότεροι από τους αντίστοιχους της Ευρωζώνης σε όλες τις συνιστώσες του ΑΕΠ, με εξαίρεση τις επενδύσεις παγίου κεφαλαίου. 2ον η απόκλιση των δεικτών Ελλάδας- Ευρωζώνης είναι πολύ μεγαλύτερη στις συνιστώσες του εξωτερικού ισοζυγίου. Για παράδειγμα, στο 3ο τρίμηνο του 2022, ο δείκτης αποπληθωρισμού των εγχώριων εξαγωγών παρουσίασε ετήσια μεταβολή κατά 36% έναντι 13% στην Ευρωζώνη, και ο δείκτης αποπληθωρισμού των εισαγωγών παρουσίασε ετήσια μεταβολή κατά 27% έναντι 19% στην Ευρωζώνη. Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί πως σε αντίθεση με την ελληνική οικονομία, στην Ευρωζώνη ο αποπληθωριστής των εισαγωγών είναι υψηλότερος του αντίστοιχου των εξαγωγών σε όλη τα τρίμηνα του 2022.

Προσεγγίζοντας το ΑΕΠ από την πλευρά της παραγωγής, υπολογίζονται οι δείκτες αποπληθωρισμού των βασικών συνιστωσών της εγχώριας ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας – ΑΠΑ (Διάγραμμα 3). Αρχικά, απεικονίζεται η αναμενόμενη κοινή πορεία των δεικτών αποπληθωρισμού του ΑΕΠ και της ΑΠΑ, με τη μοναδική απόκλιση να παρουσιάζεται στο 3ο τρίμηνο του 2022, όπου παρατηρήθηκε μια πρωτοφανής σε μέγεθος αύξηση των ενεργειακών επιδοτήσεων, ένα μέγεθος το οποία προσμετράτε στην ΑΠΑ αλλά δεν αποτελεί εγχώρια παραγωγή.

Σε αυτό το τρίμηνο η ΑΠΑ διευρύνθηκε ετήσια κατά +4,4% έναντι της ετήσιας αύξησης του +2,8% του ΑΕΠ. Επίσης, καταγράφεται ανοδική πορεία των δεικτών αποπληθωρισμού όλων των κλάδων παραγωγής από το 3ο τρίμηνο του 2021, με μεγαλύτερη αυτών του δείκτη αποπληθωρισμού του κλάδου της Βιομηχανίας. Διψήφια μεταβολή παρουσιάζει και ο αποπληθωριστής του κλάδου Εμπόριο-Τουρισμός-Εστίαση στο 2ο και 3ο τρίμηνο του 2022, ο οποίος αφορά ένα μεγάλο μερίδιο της εγχώριας παραγωγικής διαδικασίας. Μοναδική εξαίρεση στον επιταχυνόμενο πληθωρισμό αποτελεί ο πρωτογενής τομέας, όπου οι τιμές άρχισαν να αποκλιμακώνονται από τις αρχές του προηγουμένου έτους, αν και από υψηλή βάση.

Το ΙΟΒΕ ανακεφαλαιώνοντας σημειώνει ότι, τα ανωτέρω στοιχεία καταδεικνύουν τη συνεχή και μεγάλη αύξηση των δεικτών αποπληθωρισμού των συνιστωσών του ΑΕΠ από τα μέσα του 2021, μεγάλο μέρος της οποίας οφείλεται στην κλιμάκωση των τιμών των ενεργειακών προϊόντων, καθώς και στην ισχυρή εγχώρια ζήτηση μετά τη λήξη των μέτρων κατά της πανδημίας. Επιπλέον, σημαντική απόκλιση παρατηρείται μεταξύ των δεικτών αποπληθωρισμού των συνιστωσών της δαπάνης, με τους δείκτες αποπληθωρισμού των εισαγωγών και των εξαγωγών να παρουσιάσουν υπερτριπλάσσιες μεταβολές συγκριτικά με τους αντίστοιχους δείκτες της κατανάλωσης και των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου στα πρώτα τρίμηνα του 2022.

Επίσης, η επίδραση ενός υψηλότερου αποπληθωριστή των εξαγωγών έναντι των εισαγωγών είναι αδιαμφισβήτητα αρνητική στην στατιστική εκτίμηση του πραγματικού ΑΕΠ, καθώς οι εξαγωγές αποτελούν μια από τις βασικές συνιστώσες της εγχώριας ανάπτυξης. Τέλος, από την πλευρά της παραγωγής, ο κλάδος της βιομηχανίας φαίνεται να συμβάλλει περισσότερο στην πληθωριστική πίεση από τα τέλη του 2021, ωστόσο σημαντική συμβολή καταγράφουν επίσης ο πρωτογενής τομέας και οι υπηρεσίες «εμπόριο, τουρισμός, εστίαση».