Προθεσμία 3 ετών για ολοκλήρωση επενδυτικών σχεδίων του αναπτυξιακού
Προθεσμία τριών ετών για την ολοκλήρωση των επενδυτικών σχεδίων που έχουν υπαχθεί σε αναπτυξιακούς νόμους πριν το 2004, (δηλαδή το 1982, 1987 και 1990) και για τα οποία οι επιχειρήσεις έχουν καταστεί υπόχρεες επιστροφής της ληφθείσας επιχορήγησης εξαιτίας της μη ολοκλήρωσης της επένδυσης εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, θέτει τροπολογία του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων στο σχέδιο νόμου για την απλούστευση του πλαισίου άσκησης οικονομικών δραστηριοτήτων.
Σύμφωνα με την τροπολογία για να ισχύσει η παράταση θα πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
- Υποβολή αίτησης του επενδυτή εντός 6 μηνών στον φορέα υπαγωγής, συνοδευόμενης από επιχειρηματικό πλάνο ολοκλήρωσης της επένδυσης και θέσης αυτής σε παραγωγική λειτουργία, σύμφωνα με τα βασικά στοιχεία της απόφασης υπαγωγής του επενδυτικού σχεδίου στον κατά περίπτωση αναπτυξιακό νόμο,
- Προηγούμενη υλοποίηση τουλάχιστον του 25% της επένδυσης
- Υπεισέλευση στο μετοχικό ή εταιρικό κεφάλαιο της επιχείρησης νέου ή νέων προσώπων κατά ποσοστό τουλάχιστον 90% μετά από την έκδοση της απόφασης επιστροφής της ληφθείσας επιχορήγησης και
- Προσκόμιση εγγυητικής επιστολής ή αποδεικτικού εμπράγματης εξασφάλισης για το ποσό της προς επιστροφή ληφθείσας επιχορήγησης, μετά τόκων και εξόδων μερί την ημερομηνία υποβολής της αίτησης επί του ακινήτου της υπό ολοκλήρωση επένδυσης.
Επίσης προβλέπεται ότι από την κοινοποίηση στην οικεία φορολογική αρχή της βεβαίωσης συνδρομής των ανωτέρω προϋποθέσεων από τον οικείο φορέα υπαγωγής αναστέλλονται η είσπραξη του βεβαιωθέντος χρέους, η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχει της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος του νομικού προσώπου και κάθε αναγκαστικό μέτρο διοικητικής φύσεως μετά των προσαυξήσεων και επιβαρύνσεων της αρχικής επιχορήγης εις βάρος της επιχείρησης και των φυσικών προσώπων έναντι του δημοσίου για την καταβολή του βεβαιωθέντος ποσού.
Η αναστολή δεν καταλαμβάνει τις ήδη επιβληθείσες κατασχέσεις στα χέρια τρίτων ενώ το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα να εγγράφει υποθήκες σε περιουσιακά στοιχεία του νομικού προσώπων, των συνυπόχρεων ή των εγγυητών εφόσον η οφειλή δεν είναι διασφαλισμένη.