Πρώτη κατοικία: Ισχυροί κόφτες σε περιουσιακά κριτήρια και όρια προστασίας

27/03/2019, 13:35
1

Καταθέτοντας χθες στη Βουλή μια τροπολογία που περιλαμβάνει ήδη δύο σημαντικές υποχωρήσεις και προβλέπεται να υποστεί, άμεσες ή έμμεσες, αλλαγές και συμπληρώσεις το επόμενο διάστημα σε συνεννόηση με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, η κυβέρνηση απενεργοποίησε τη «βόμβα» της μονομερούς ενέργειας για το διάδοχο πλαίσιο του νόμου Κατσέλη.





Έτσι, εκτιμάται ότι αυξάνονται οι πιθανότητες να εγκριθεί στο Eurogroup της 5ης Απριλίου η επιστροφή των 970 εκατ. ευρώ από τα κέρδη των ελληνικών ομολόγων. Η εξέλιξη αυτή αναμένεται να αποκλιμακώσει περαιτέρω τις αποδόσεις των κρατικών τίτλων και να ανοίξει παράθυρο για νέα έξοδο στις αγορές στα μέσα Απριλίου (ενδεχομένως με νέο 7ετές ομόλογο ή reopening του 5ετούς ή του 10ετούς).





Πιο αναλυτικά, η ελληνική πλευρά:





  1. Υποχώρησε στην πίεση των Ευρωπαίων να ισχύσει χαμηλότερο όριο προστασίας για τα επιχειρηματικά δάνεια με υποθήκη πρώτης κατοικίας, σε σύγκριση με τα υπόλοιπα δάνεια (στεγαστικά, επισκευαστικά ή καταναλωτικά δάνεια, πιστωτικές κάρτες με υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης στην κύρια κατοικία). Η τροπολογία προβλέπει όριο αντικειμενικής αξίας ύψους 175.000 ευρώ για την πρώτη κατοικία στα επιχειρηματικά δάνεια, έναντι ορίου 250.000 ευρώ για τις άλλες κατηγορίες δανείων. Το αρχικό σχέδιο κυβέρνησης-τραπεζών προέβλεπε ενιαίο όριο για όλα τα δάνεια.
  2. Δέχθηκε δραστικές μειώσεις στα περιουσιακά κριτήρια ένταξης στο καινούργιο πλαίσιο: η αρχική πρόταση κυβέρνησης-τραπεζών προέβλεπε όριο καταθέσεων 65.000 ευρώ, που τελικά «κουρεύτηκε» στις 15.000 ευρώ. Επιπλέον, η συνολική αξία για τα υπόλοιπα ακίνητα, πλην Α΄ κατοικίας, και για τα μεταφορικά μέσα δεν πρέπει να ξεπερνά τις 80.000 ευρώ για οφειλές άνω των 20.000 ευρώ, ενώ η κυβέρνηση είχε βάλει τον πήχη σε υπερτριπλάσιο ύψος, στις 260.000 ευρώ.
  3. Συνεχίζει τις διαβουλεύσεις με τους θεσμούς, παρά την κατάθεση της τροπολογίας με τα 17 άρθρα σε νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομίας αργά χθες το βράδυ. Οι λόγοι είναι δύο: αφενός, οι Ευρωπαίοι περιμένουν νομοτεχνικές βελτιώσεις, που θα διορθώσουν προβληματικά σημεία των χθεσινοβραδινών διατάξεων, και αφετέρου, δίνουν μεγάλη βαρύτητα στις υπουργικές αποφάσεις που πρέπει να εκδοθούν, για να αντιμετωπιστεί μια σειρά από εκκρεμή ζητήματα (π.χ. όροι αναστολής των πλειστηριασμών, διαδικασίες δικαστικής προστασίας του νόμου Κατσέλη, λειτουργικές προδιαγραφές της ηλεκτρονικής πλατφόρμας, ύψος κρατικής επιδότησης της μηνιαίας δόσης του δανείου κ.ά.) και να ξεκινήσει η λειτουργία του νέου συστήματος το ταχύτερο δυνατό. Όπως ορίζεται στο τελευταίο άρθρο της τροπολογίας, «ο χρόνος έναρξης των προτεινόμενων διατάξεων τοποθετείται στην 30ή Απριλίου 2019». Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, «επιδιώκεται έτσι να αρχίσει η διαδικασία του εισαγόμενου πλαισίου μόνο όταν η πλατφόρμα είναι έτοιμη, καθώς μία μεταβατική, μη μηχανοργανωμένη διαδικασία θα μπορούσε να οδηγήσει σε συσσώρευση υποθέσεων». Εντούτοις, άμεσα θα πρέπει να εκδοθούν οι σχετικές κανονιστικές πράξεις, «ώστε κατά την παραπάνω ημερομηνία το προτεινόμενο πλαίσιο να μπορεί να εφαρμοστεί πλήρως». Οι συζητήσεις κυβέρνησης-θεσμών θα συνεχιστούν εκ του σύνεγγυς, καθώς τα τεχνικά κλιμάκια των δανειστών ξαναπιάνουν δουλειά από αύριο στην Αθήνα και οι επικεφαλής τους προβλέπεται να αφιχθούν τη Δευτέρα, με στόχο συνολική συμφωνία έως το άτυπο Eurogroup της Παρασκευής 5 Απριλίου.




Οι ενστάσεις των Ευρωπαίων





Οι Ευρωπαίοι τεχνοκράτες εξακολουθούν να μη βλέπουν θετικά την ένταξη των επαγγελματικών δανείων στο νέο πλαίσιο προστασίας, καθώς θεωρούν ότι θα έχει αρνητική επίπτωση στους ισολογισμούς των τραπεζών και ότι δεν ευνοεί τη βελτίωση της «κουλτούρας πληρωμών», αλλά αντιθέτως μπορεί να προσφέρει χείρα βοηθείας σε στρατηγικούς κακοπληρωτές. Επίσης έχουν σοβαρές αμφιβολίες ως προς τον χρόνο έναρξης και την αποτελεσματικότητα της ηλεκτρονικής πλατφόρμας, η οποία θα λειτουργεί στην ιστοσελίδα της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (ΕΓΔΙΧ).





Ακόμα μεγαλύτερη είναι η ανησυχία τους για το τι μέλλει γενέσθαι στο μεταβατικό στάδιο μεταξύ παλαιού και νέου πλαισίου προστασίας και τι θα συμβεί με τις εκκρεμείς αιτήσεις του νόμου Κατσέλη, οι οποίες έχουν ζητήσει να εξεταστούν από ηλεκτρονική πλατφόρμα με βάση τα κριτήρια επιλεξιμότητας που όριζε το παλαιό καθεστώς προστασίας της πρώτης κατοικίας. Η τροπολογία προβλέπει, πάντως, πως όσοι έχουν ήδη υποβάλει αίτημα προστασίας βάσει του άρθρου 4 του ν. 3869/2010 και αυτή είναι εκκρεμής σε πρώτο ή δεύτερο βαθμό, χωρίς να έχει συζητηθεί, μπορούν να υποβάλουν αίτηση στην ηλεκτρονική πλατφόρμα και, εάν η αίτηση αυτή οδηγήσει σε ρύθμιση με την τράπεζα για οποιαδήποτε από τις οφειλές, τότε η δίκη καταργείται. Σε κάθε περίπτωση, για να λάβουν προστασία βάσει του νέου νόμου, θα πρέπει να παραιτηθούν του προηγούμενου.





Άλλη μία σημαντική εκκρεμότητα είναι η έγκριση της Διεύθυνσης Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (DG Comp) για την επιδότηση της μηνιαίας δόσης των δανείων από το Δημόσιο. Η τροπολογία ορίζει ότι η συνεισφορά του Δημοσίου «καταβάλλεται σε ειδικό ακατάσχετο λογαριασμό με δικαιούχο τον οφειλέτη», διαρκεί για όσο χρόνο διαρκεί η ρύθμιση και οι προϋποθέσεις και το ποσό της συνεισφοράς επανεξετάζονται αυτεπαγγέλτως κάθε έτος. Υπενθυμίζεται ότι το κράτος προβλέπεται να διαθέσει για τον σκοπό αυτό 150 εκατ. ευρώ φέτος και περίπου 200 εκατ. ευρώ ετησίως τα επόμενα χρόνια.





Εξάλλου, οι θεσμοί ζητούν επίμονα να ολοκληρωθεί άμεσα και να κατατεθεί στη Βουλή ο νέος Ενιαίος Πτωχευτικός Νόμος, που θα αντικαθιστά προβληματικές ισχύουσες διατάξεις του νόμου Κατσέλη. Η αιτιολογική έκθεση της χθεσινής τροπολογίας αναφέρει σχετικά ότι «η κυβέρνηση προτίθεται στο προσεχές χρονικό διάστημα να θεσπίσει ένα ενιαίο πλαίσιο αφερεγγυότητας, το οποίο θα προστατεύει υπό προϋποθέσεις την κύρια κατοικία του οφειλέτη, ανεξαρτήτως της ύπαρξης ή μη πτωχευτικής ικανότητας».





Οι προϋποθέσεις ένταξης στο νέο πλαίσιο προστασίας





Σύμφωνα με τη χθεσινή τροπολογία, οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληροί ένας δανειολήπτης για να ενταχθεί στο νέο πλαίσιο προστασίας είναι σωρευτικά οι εξής:

· Αξία Α΄ κατοικίας: Η αντικειμενική αξία της Α΄ κατοικίας που θα προστατεύεται από πλειστηριασμό ορίζεται στις 250.000 ευρώ για «καθαρά» στεγαστικό δάνειο και στις 175.000 ευρώ για επαγγελματικό με υποθήκη πρώτης κατοικίας.

· Υπόλοιπο δανείου: Το ληξιπρόθεσμο ποσό του δανείου (στο οποίο συνυπολογίζονται λογιστικοποιημένοι τόκοι και, αν υπάρχουν, έξοδα εκτέλεσης κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης) δεν πρέπει να ξεπερνά τις 130.000 ευρώ. Αν η οφειλή έχει συνομολογηθεί σε άλλο νόμισμα, τότε για τον καθορισμό του μέγιστου ορίου των 130.000 ευρώ λαμβάνεται υπόψη η ισοτιμία αλλοδαπού νομίσματος και ευρώ κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης.

· Εισοδηματικά κριτήρια: Το εισόδημα για να είναι επιλέξιμος ένας δανειολήπτης πρέπει να μην ξεπερνά τις 12.500 ευρώ, στα οποία προστίθενται 8.500 ευρώ για τον/τη σύζυγο και 5.000 ευρώ για κάθε παιδί έως τρία παιδιά. Έτσι, για μια 5μελή οικογένεια το εισοδηματικό όριο τίθεται στις 36.000 ευρώ, όπως είχαν συμφωνήσει κυβέρνηση και τράπεζες.

· Περιουσιακά κριτήρια: Όπως προαναφέρθηκε, υπέστησαν μεγάλο «κούρεμα» σε σχέση με την αρχική πρόταση κυβέρνησης-τραπεζών. Το ανώτερο ύψος των καταθέσεων, των χρηματοπιστωτικών προϊόντων (μετοχών, ομολόγων κ.λπ.) και των πολύτιμων μετάλλων (ράβδων χρυσού, πολύτιμων λίθων κ.λπ.) του αιτούντα, του συζύγου του και των εξαρτώμενων μελών περιορίστηκαν στις 15.000 ευρώ. Όσον αφορά στην υπόλοιπη (πλην της Α΄ κατοικίας) ακίνητη περιουσία και τα μεταφορικά μέσα του δανειολήπτη, του συζύγου και των προστατευόμενων μελών, αυτά δεν πρέπει να ξεπερνούν σε αξία τις 80.000 ευρώ, εάν οι οφειλές ξεπερνούν τις 20.000 ευρώ.

· Χρονικά όρια: Δικαίωμα προστασίας θα έχουν δάνεια που ήταν «κόκκινα» (σε καθυστέρηση 90 ημερών) στις 31 Δεκεμβρίου 2018. Τα αιτήματα για την προστασία θα υποβάλλονται μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας έως τις 31 Δεκεμβρίου 2019.





Οι ρυθμίσεις για τους δανειολήπτες





Βάσει της τροπολογίας, οι δανειολήπτες που θα υποβάλλουν αίτημα ένταξης στη νέα ομπρέλα προστασίας θα καταθέτουν τα πλήρη οικονομικά και περιουσιακά στοιχεία τους. Εάν καθυστερήσουν τρεις μήνες την καταβολή των δόσεων που έχουν συμφωνήσει, θα βγαίνουν εκτός ρύθμισης και η τράπεζα θα μπορεί να κινήσει διαδικασία πλειστηριασμού.





Κάθε δανειολήπτης έχει δικαίωμα να υποβάλει μόνο μία αίτηση στην πλατφόρμα. Εάν δεν κριθεί επιλέξιμος από την ηλεκτρονική πλατφόρμα ή εάν δεν επιτευχθεί συμφωνία με έναν ή περισσότερους πιστωτές, παρότι κρίθηκε επιλέξιμος, τότε θα μπορεί να ζητήσει προστασία της κύριας κατοικίας του από το δικαστήριο (Ειρηνοδικείο της περιοχής όπου βρίσκεται η Α΄ κατοικία). Η συζήτηση της αίτησης προσδιορίζεται κατ’ απόλυτη προτεραιότητα μέσα σε έξι μήνες από την κατάθεσή της. Η απόφαση εκδίδεται μέσα σε τρεις μήνες από τη συζήτηση. Για να ισχύει η προστασία της κατοικίας σε αυτή την περίπτωση, θα πρέπει ο οφειλέτης να καταβάλει το 50% της τελευταίας ενήμερης δόσης, σε περίπτωση που η τράπεζα δεν του έκανε πρόταση ρύθμισης. Εάν η τράπεζα έκανε πρόταση και ο οφειλέτης την απέρριψε επιλέγοντας τη δικαστική οδό, θα πρέπει να καταβάλει τη μηνιαία δόση που όριζε η απορριφθείσα πρόταση, χωρίς να δικαιούται να αφαιρέσει την επιδότηση της δανειακής δόσης από το Δημόσιο.





Η τράπεζα θα έχει περιθώριο ενός μηνός μετά την αίτηση του δανειολήπτη, για να απαντήσει εάν είναι επιλέξιμος και, εάν όχι, να εξηγήσει τους λόγους. Ο δανειολήπτης θα έχει περιθώριο ενός μηνός να αποδεχθεί τη ρύθμιση που θα του προτείνει η τράπεζα.





Οι υπαγόμενοι στο νέο πλαίσιο θα πληρώνουν το 120% της εμπορικής αξίας της προστατευόμενης κατοικίας σε μηνιαίες ισόποσες τοκοχρεωλυτικές δόσεις. Εάν το 120% της αξίας της κύριας κατοικίας υπερβαίνει το σύνολο των οφειλών που περιλαμβάνονται στην αίτηση, τότε καταβάλλεται το σύνολο των οφειλών σε αντίστοιχες τοκοχρεωλυτικές δόσεις. Η ρύθμιση μπορεί να περιλαμβάνει:





  • Επιμήκυνση της διάρκειας αποπληρωμής μέχρι 25 επιπλέον έτη, με την προϋπόθεση ότι η ηλικία του δανειολήπτη δεν θα υπερβαίνει το 80ό έτος.
  • Επιτόκιο ίσο με το Euribor τριμήνου (-0,31% σήμερα) προσαυξημένο κατά 2%.
  • Επιδότηση της μηνιαίας δόσης του δανείου από το Δημόσιο για όσο χρόνο διαρκεί η ρύθμιση (έως 25 χρόνια). Οι προϋποθέσεις και το ποσό της επιδότησης θα επανεξετάζονται αυτεπαγγέλτως κάθε έτος. Ο δικαιούχος μπορεί μετά την παρέλευση ενός έτους από τον αρχικό προσδιορισμό ή την τελευταία αναπροσαρμογή της συνεισφοράς να ζητήσει αναπροσαρμογή της επιδότησης, αν εξαιτίας μεταβολής των εισοδημάτων του, των εύλογων δαπανών διαβίωσης ή του επιτοκίου αναφοράς προκύπτει αδυναμία του να καταβάλει τη δική του συνεισφορά. Η επιδότηση διακόπτεται, εάν ο δικαιούχος καθυστερήσει την καταβολή του ποσού που βαρύνει τον ίδιο.