ΟΟΣΑ: Απαραίτητη η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, προσοχή στα NPLs

30/04/2018, 16:08
OECD

Την περαιτέρω ενίσχυση του ρυθμού ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας πάνω από το 2% για το 2018 και το 2019 προβλέπει ο ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης), όπως αναφέρει στην έκθεσή του (OECD Economic Surveys: Greece 2018) που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα. Σύμφωνα με σχετικό πίνακα, ο ΟΟΣΑ προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης 2% για το 2018 και 2,3% για το 2019.

Ο ΟΟΣΑ τονίζει την ανάγκη περαιτέρω αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους, ενώ συστήνει την καθιέρωση διαπραγματεύσεων για κλαδικές συλλογικές συμβάσεις μισθών, που θα καλύπτουν ευρύτερα τις συνθήκες εργασίας, χωρίς αυτόματη επέκταση, ενώ θα διασφαλίζεται ότι θα είναι αρκετά ευέλικτες, να μπορούν να προσαρμόζονται σε διαφορετικούς τύπους και μεγέθη επιχειρήσεων. Για τον κατώτατο μισθό, ο ΟΟΣΑ συνιστά τη σύσταση μίας Επιτροπής από κοινωνικούς εταίρους και ανεξάρτητους ειδικούς που θα προτείνει την αναπροσαρμογή του.

Οι μεταρρυθμίσεις, σημειώνει ο ΟΟΣΑ, έχουν αποκτήσει δυναμική και η δημοσιονομική προσαρμογή έχει ενισχύει την αξιοπιστία, μειώνοντας την αβεβαιότητα. «Οι εξαγωγές έχουν καθοδηγήσει την αύξηση του ΑΕΠ και οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας έχουν ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα. Η απασχόληση αυξάνεται ισχυρά, ενώ οι εξωτερικές και δημοσιονομικές ανισορροπίες αντιμετωπίζονται.

Η μεγάλη δημοσιονομική προσαρμογή έχει μετατρέψει το πρωτογενές δημοσιονομικό έλλειμμα σε πλεόνασμα», αναφέρει η έκθεση. Για την ανεργία προβλέπει περαιτέρω μείωση από το 21,5% πέρυσι στο 20,4% φέτος και το 19,4% το 2019. Όσον αφορά στο πρωτογενές πλεόνασμα, προβλέπει ότι θα ανέλθει φέτος στο 4% του ΑΕΠ και το 2019 στο 3,6%, ενώ για το δημόσιο χρέος εκτιμά ότι θα μειωθεί στο 172,5% του ΑΕΠ φέτος και περαιτέρω στο 168,3% το 2019 από 175,8% το 2017 και 181,1% το 2016. Ο πληθωρισμός εκτιμάται ότι θα ανέλθει φέτος στο 0,7% και το 2019 στο 1,1%, ενώ το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών θα είναι σχεδόν ισοσκελισμένο (παρουσιάζοντας έλλειμμα 0,5% του ΑΕΠ φέτος και 0,6% το 2019).

Ο νέος επενδυτικός νόμος αρχίζει να έχει αποτελέσματα και οι χρηματοδοτικές συνθήκες, όπως και η εμπιστοσύνη, βελτιώνονται, οδηγώντας στην αύξηση των επενδύσεων, αναφέρει η έκθεση. Το αποτέλεσμα των μεταρρυθμίσεων στις αγορές προϊόντων και εργασίας θα στηρίξει την ανταγωνιστικότητα και η αύξηση της απασχόλησης μαζί με τον χαμηλό πληθωρισμό θα ενισχύσουν την ιδιωτική κατανάλωση, προσθέτει.

Παρά αυτές τις θετικές εξελίξεις, αναφέρει ο ΟΟΣΑ, η ανεργία, η φτώχεια και η ανισότητα παραμένουν υψηλές, οι μισθοί είναι χαμηλοί, οι επενδύσεις παραμένουν συμπιεσμένες και η παραγωγικότητα συνεχίζει να μειώνεται. Ταυτόχρονα, προσθέτει, η δημόσια διοίκηση εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα αποδοτικότητας, και ενώ η συλλογή φόρων έχει βελτιωθεί, η αποφυγή είναι εκτεταμένη, κάτι που οδηγεί σε υψηλότερους συντελεστές και στενότερη φορολογική βάση. «Η αντιμετώπιση αυτών και άλλων προκλήσεων θα εξαρτηθεί κυρίως από τη συνέχιση της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας και την ενίσχυση της ιδιοκτησίας των μεταρρυθμίσεων», σημειώνεται.

Ο ΟΟΣΑ τονίζει επίσης την ανάγκη να υπάρξει νέα αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους και να μειωθεί το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων τραπεζικών δανείων. «Τα υψηλά επίπεδα δημόσιου χρέους και μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) καθιστούν τις οικονομικές προοπτικές της Ελλάδας πολύ ευαίσθητες σε ενδεχόμενη αποτυχία επίτευξης στόχων της πολιτικής. Μία μικρότερη από την αναμενόμενη πρόοδο στην αντιμετώπιση των NPLs θα μείωνε την εμπιστοσύνη και τις επενδύσεις, Ένα εξωγενές σοκ στο κόστος εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους μετά τη λήξη του προγράμματος στήριξης του ESM, που ολοκληρώνεται το 2018, θα μπορούσε να πιέσει τα δημόσια οικονομικά και την εμπιστοσύνη και να οδηγήσει σε σύρσιμο της ανάπτυξης. Μία βραδύτερη ανάπτυξη των εμπορικών εταίρων της ή ένα μη συντεταγμένο Brexit θα μπορούσε να μειώσει την εμπιστοσύνη και να οδηγήσει σε χαμηλότερες εξαγωγές». Μία περαιτέρω αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους θα μείωνε τις αδυναμίες και θα επιτάχυνε τα κέρδη όσον αφορά τη χρηματοδότηση της Ελλάδας από τις αγορές και την οικονομική δραστηριότητα. «Μία ισχυρότερη πρόοδος τους προγράμματος μεταρρυθμίσεων θα αύξανε την παραγωγικότητα, τις επενδύσεις και τις εξαγωγές ταχύτερα του αναμενόμενου», αναφέρει η έκθεση.

Το δημόσιο χρέος θα μειωθεί μέσω της υψηλότερης ανάπτυξης, της συνετής δημοσιονομικής πολιτικής και της αναδιάρθρωσης του χρέους, τονίζει ο ΟΟΣΑ. Όπως αναφέρει, το χρέος κινείται στο 180% του ΑΕΠ και εξακολουθεί να είναι μεταξύ των υψηλότερων στον κόσμο, τονίζοντας ότι κάτω από διαφορετικές υποθέσεις θα παραμείνει υψηλό, καθιστώντας αναγκαία μία περαιτέρω αναδιάρθρωσή του. Το βασικό σενάριο, που λαμβάνει υπόψη το αποτέλεσμα μεταρρυθμίσεων που έκανε η Ελλάδα, τα βραχυπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους από τον ESM, ένα πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022 και 2,2% από το 2025, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ θα μειωθεί σταδιακά στο περίπου 120% του ΑΕΠ στα μέσα της δεκαετίας του 2030 για να αυξηθεί και πάλι στη συνέχεια, καθώς τα δάνεια που έχουν δοθεί με χαμηλό επιτόκιο θα αναχρηματοδοτηθούν με τα επιτόκια της αγορές. Ο ΟΟΣΑ θεωρεί ως καλύτερη λύση ένα «κλείδωμα» των χαμηλών επιτοκίων που έχει λάβει η Ελλάδα με δάνεια από την Ευρωζώνη, καθώς θα οδηγούσε, με βάση το σενάριο διευρυμένων μεταρρυθμίσεων, σε μία συνεχή μείωση του χρέους και κάτω από το 80% του ΑΕΠ το 2060. Η επιμήκυνση των λήξεων των δανείων από τους Ευρωπαίους εταίρους και τον ESM έως το 2031 θα συμβάλει στη μείωση του λόγου του χρέους προς το ΑΕΠ, αλλά μόνο οριακά, αναφέρει η έκθεση.

Όσον αφορά τη φορολογία, ο ΟΟΣΑ αναφέρει ότι οι φορολογικές δαπάνες έχουν μειωθεί και η συλλογή των φόρων έχει βελτιωθεί, αλλά το φορολογικό σύστημα συνεχίζει να βασίζεται σε υψηλούς συντελεστές και στενές βάσεις, κυρίως λόγω της φοροδιαφυγής, εμποδίζοντας την ανάπτυξη και δημιουργώντας ανισότητες. «Η πολυπλοκότητα του φορολογικού συστήματος και η αδύναμη αν και βελτιούμενη φορολογική διοίκηση αποθαρρύνουν τη συμμετοχή στην επίσημη οικονομία και μειώνουν τη φορολογική συμμόρφωση», σημειώνει. Ο ΟΟΣΑ προτείνει τη μείωση της φοροδιαφυγής με την επέκταση της χρήσης της ανάλυσης κινδύνου και στοχευμένων φορολογικών ελέγχων καθώς και την ενίσχυση των κινήτρων για την εθελοντική φορολογική συμμόρφωση. Συνιστά, ακόμη, την επέκταση της υποχρέωσης ηλεκτρονικών ταμειακών μηχανών για όλους τους αυτοαπασχολούμενους και την καθιέρωση των ηλεκτρονικών τιμολογίων.

Η έκθεση συνιστά, επίσης, τη διατήρηση της μεταρρυθμιστικής δυναμικής, εστιάζοντας στην εφαρμογή, στην ενίσχυση της αποδοτικότητας της δημόσιας διοίκησης και στη συνέχιση της μάχης κατά της φοροδιαφυγής. Συνιστά, ακόμη, την πλήρη εφαρμογή των ηλεκτρονικών δημοπρασιών από τις τράπεζες και τη λήψη μέτρων για τη μείωση του υψηλού ποσοστού φτώχειας.