Ασυλληπτες αυξήσεις σε ρεύμα και αέριο
Η «πανάκριβη» πραγματικότητα για το ρεύμα και το φυσικό αέριο στη χώρα μας θα ήταν πολύ πιο δυσβάστακτη αν δεν υπήρχαν οι επιδοτήσεις των 2 δις μόνο για το Φεβρουάριο.
Στη χώρα μας τα 18,5 σεντς που ήταν η μέση τιμή κιλοβατώρας στην Ελλάδα τον Ιανουάριο, μετά τη κρατική επιδότηση, θα είχαν εκτοξευτεί 26 λεπτά χωρίς τις επιδοτήσεις.
«Ουδείς παραβλέπει τις ιλιγγιώδεις αυξήσεις στα τιμολόγια ρεύματος και φυσικού αερίου, ούτε θέλουμε να γλυκάνουμε το πικρό χάπι στα ταλαιπωρημένα νοικοκυριά, αλλά τα συνεχόμενα πακέτα κρατικής στήριξης έριξαν την Ελλάδα στην 22η θέση πανευρωπαϊκά ενώ ήταν στην 3η θέση ενεργειακής ακρίβειας στις 20 Δεκεμβρίου του 2021» μας λέει κορυφαίο στέλεχος της ΡΑΕ.
Για παράδειγμα μία μηνιαία κατανάλωση 300 κιλοβατωρών για την οποία ο καταναλωτής θα πληρώσει 93 ευρώ, θα έχει τώρα επιδότηση στα 39 ευρώ, δηλαδή το 42%. Συνεπώς αντί για 93 ευρώ ο καταναλωτής θα πληρώσει 54 ευρώ.
Τα επίσημα κοινοτικά στοιχεία βασίζονται στην τακτική έρευνα του ACER (Οργανισμός Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας της ΕΕ) που χρησιμοποιεί στοιχεία του δείκτη τιμών ενέργειας οικιακής χρήσης (HEPI) για να βγάλει συμπεράσματα.
«Βεβαίως υπάρχει και ο αντίλογος αφού δεν είναι ολοκληρωμένη η σύγκριση του συνολικού επιπέδου ζωής μεταξύ Αθήνας και άλλων πόλεων. Εδώ μιλάμε μόνο για μεμονωμένες υπηρεσίες και απλά νούμερα λογαριασμών. Άλλο είναι το πραγματικό κόστος διαβίωσης εδώ στις Βρυξέλλες ή στο Αμστερνταμ ή στο Βερολίνο όπου οι μισθοί είναι σαφώς υψηλότεροι και οι τιμές των βασικών αγαθών λίγο μεγαλύτερες από την Αθήνα. Στην ΕΕ λειτουργεί στοιχειωδώς το κράτος και η Τοπική Αυτοδιοίκηση και δεν χρειάζεται να πληρώνει κανείς τα πάντα από την τσέπη του έξτρα (π.χ. στο Παρίσι δεν χρειάζεται να χρησιμοποιείς ταξί, στην Αθήνα είναι σχεδόν είδος πρώτης ανάγκης). Διαφορετικό φυσικά το κόστος διαβίωσης σε πόλεις χωρίς υποδομές όπως είναι η Αθήνα, όπου πληρώνεις έξτρα για πολλές υπηρεσίες όπως υγεία, παιδεία, μεταφορές» μας λέει έλληνας που ζεί χρόνια στις Βρυξέλλες.
Ο …δικός μας αντίλογος πάντως μεταξύ σοβαρού και αστείου, είναι η ωραία κοινωνική ζωή και η διασκέδαση σε μια τόσο «ανοιχτή μεγαλούπολη» όπως η Αθήνα. Σε αυτό το σημείο φυσικά ο φίλος έλληνας και έμπειρος τεχνοκράτης των Βρυξελλών δεν είχε αντεπιχείρημα, αφού, συγκρίνοντας την Ελλάδα με το μουντό καιρό και τους «κλειστούς» ανθρώπους των άλλων μεγαλουπόλεων όπως το Βερολίνο ή η Κοπεγχάγη, το αποτέλεσμα ήταν συντριπτικό υπέρ της ελληνικής πρωτεύουσας.
Οι επιδοτήσεις σώζουν
Στη μάχη των τιμών ενέργειας τώρα, με βάση την τυπική κατάταξη του ACER, χαμηλότερα κατά σχεδόν είκοσι θέσεις στην ευρωπαϊκή λίστα ακρίβειας έφερε την Ελλάδα τον Ιανουάριο, η κρατική επιδότηση στο ρεύμα, χωρίς την οποία η χώρα θα πλήρωνε την κιλοβατώρα σε πολύ υψηλότερες τιμές.
Φυσικά οι αυξήσεις για τα μεσαία και χαμηλά βαλάντια είναι ασύλληπτες και αναδείχθηκαν οδυνηρά στους λογαριασμούς του Ιανουαρίου («και πού να δείτε τι έρχεται το Φεβρουάριο και το Μάρτιο» λένε μελαγχολικά στη ΡΑΕ), εντούτοις δίχως τα μέτρα στήριξης, τα τιμολόγια θα ήταν σχεδόν 40% ακριβότερα.
Τα 18,5 λεπτά που ήταν η μέση τιμή κιλοβατώρας στην Ελλάδα τον Ιανουάριο, μετά τη κρατική επιδότηση, θα είχαν φτάσει τα 26 λεπτά. Όλα αυτά έφεραν ως αποτέλεσμα να κατέβει η Ελλάδα στην 22η θέση πανευρωπαϊκά, ενώ ήταν σταθερά στην πρώτη τριάδα της ακρίβειας στην προ μηνός έρευνα του ACER, με βάση στοιχεία του δείκτη τιμών ενέργειας οικιακής χρήσης (HEPI).
«Φυσικά η ελληνική αγορά ενέργειας έχει τεράστια δομικά προβλήματα και η τιμή χονδρεμπορικής είναι αρκετά υψηλότερη από άλλες χώρες, εντούτοις τα στοιχεία δείχνουν ότι οι τιμές λιανικής στο ρεύμα κυμαίνονται περίπου στο ύψος του μέσου ευρωπαϊκού όρου, σε απόλυτες τιμές, χωρίς να παραβλέπω ούτε εγώ το συνολικό κόστος διαβίωσης σε άλλες χώρες σε σχέση με τη δική μας» λέει το κορυφαίο στέλεχος της ΡΑΕ .
Ουσιώδης κατηγορία μέτρων στήριξης είναι η καταβολή κυβερνητικών αποζημιώσεων. Στην Ελλάδα θυμίζουμε, οι λογαριασμοί ηλεκτρικού ρεύματος επιδοτούνται από την κυβέρνηση ανάλογα με το επίπεδο κατανάλωσης.
Τα μέτρα
«Αλλά και τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. προσπαθούν να φρενάρουν την τρελή πορεία των αυξήσεων στην ηλεκτρική ενέργεια και την οικονομική ανακούφιση των νοικοκυριών κι επιχειρήσεων, όχι πάντα με επιτυχία, αλλά προσπαθούν» μας λέει ο έλληνας των Βρυξελλών.
Η έκθεση δείκτη τιμών ενέργειας οικιακής χρήσης (HEPI) για τον μήνα Ιανουάριο αναφέρει τις παρεμβάσεις των κρατών – μελών, οι οποίες κατηγοριοποιούνται σε μειώσεις φόρων, σε απευθείας επιδοτήσεις των νοικοκυριών αλλά ακόμη και σε επιστροφές χρημάτων στις περιπτώσεις που η χονδρεμπορική τιμή του ρεύματος ξεπερνά ένα συγκεκριμένο όριο.
Σύμφωνα με αποσπάσματα της έκθεσης «πολλές κυβερνήσεις στην Ευρώπη έχουν υιοθετήσει διάφορα μέτρα για να περιορίσουν την απότομη άνοδο των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας. Σε ορισμένες περιπτώσεις, τα μέτρα αυτά οδήγησαν σε μείωση των τιμών, όπως το Άμστερνταμ και το Όσλο».
Ορισμένα από τα μέτρα που εφαρμόστηκαν από τα κράτη – μέλη της Ε.Ε. περιλαμβάνουν μείωση ή μείωση φόρων και επιδοτήσεων στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος.
Στην Ολλανδία ο ενεργειακός φόρος μειώθηκε περαιτέρω από 559 ευρώ σε 825 ευρώ για ένα τυπικό νοικοκυριό.
Η Πολωνία μείωσε τον ΦΠΑ στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος από 23% σε 5% και κατήργησε τον ειδικό φόρο κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας.
Στην Αυστρία, ο πράσινος φόρος ηλεκτρικής ενέργειας στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος θα είναι μηδενικός.
Η Κύπρος μείωσε τον συντελεστή ΦΠΑ για την ηλεκτρική ενέργεια από 19% σε 9% για τρεις μήνες από τον Νοέμβριο του 2021.
Η Ισπανία επέκτεινε τις μειώσεις φόρων στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος που άρχισαν να ισχύουν κατά τη διάρκεια του 2021 και περιόρισε το κόστος των πρώτων υλών στο 15%, περιορίζοντας την αναμενόμενη αύξηση των τιμών κατά 84% έως 9%.
Στη Νορβηγία, εάν η τιμή άμεσης ηλεκτρικής ενέργειας για μια περιοχή υπερβαίνει ένα ορισμένο επίπεδο, η κυβέρνηση αποζημιώνει τον καταναλωτή καλύπτοντας ένα μέρος της τιμής.
Οι Εσθονοί έχουν εισαγάγει ένα κατώτατο όριο στην τιμή ανά kWh και επιστρέφονται ποσά από την κυβέρνηση για μέρος του λογαριασμού σε περίπτωση υπέρβασης αυτού του ορίου.
Πολλά κράτη-μέλη της ΕΕ έχουν ανακοινώσει μέτρα στήριξης με έμφαση σε συγκεκριμένες κατηγορίες πελατών που απευθύνονται σε ευάλωτους πελάτες και ως εκ τούτου δεν αντικατοπτρίζονται στη μέση τιμή ενός τυπικού νοικοκυριού.
Η τιμή λιανικής σε Ελλάδα και Ε.Ε
Σε έρευνα που έκαναν οι ρυθμιστικές αρχές ενέργειας της Αυστρίας (Energie Control) και της Ουγγαρίας (MEKH) σε 33 ευρωπαϊκές πόλεις πριν από περίπου 10-12 ημέρες, αναφέρεται ότι «στην Ε.Ε. η μέση τιμή λιανικής της κιλοβατώρας ήταν τον Ιανουάριο στα 26,07 σεντς η κιλοβατώρα και στις 33 πόλεις της έρευνας, ενώ στην ΕΕ των 27 διαμορφώθηκε στα 24,67 σεντς».
Την ίδια στιγμή η τιμή λιανικής για τον Ιανουάριο στην Ελλάδα ήταν 22% χαμηλότερη της μέσης ευρωπαϊκής φυσικά λόγω των επιδοτήσεων. Τα σχεδόν 400 εκατομμύρια της κυβερνητικής στήριξης που δόθηκαν τον προηγούμενο μήνα έπαιξαν πολύ μεγάλο ρόλο, ενώ ανάλογη εικόνα αναμένεται να διαμορφωθεί και για τον Φεβρουάριο, παρ’ ότι το πακέτο είναι στα 350 εκατομμύρια.
Χαρακτηριστικό είναι ότι για ένα τιμολόγιο με ανταγωνιστική χρέωση 11 σεντς/ κιλοβατώρα και ρήτρα οριακής τιμής συστήματος επιπλέον 20 σεντς, προκύπτει συνολική τιμή 31 σεντς / κιλοβατώρα.
Ένα μέσο νοικοκυριό για μηνιαία κατανάλωση 300 κιλοβατωρών για την οποία ο καταναλωτής θα πληρώσει 93 ευρώ, η επιδότηση καλύπτει τα 39 ευρω, δηλαδή το 42%. Συνεπώς αντί για 93 ευρώ ο καταναλωτής θα πληρώσει 54 ευρώ.
Τα ποσά της έρευνας του δείκτη ΗΕPI είναι τελικές τιμές καταναλωτή, μετά από επιδοτήσεις, εκπτώσεις, μειώσεις φόρων και κάθε άλλου είδους κρατική στήριξη έχει αποφασίσει να δώσει κάθε χώρα.
«Τα ύψη των λογαριασμών που καλούνται να πληρώσουν οι καταναλωτές, είναι τεράστια ακόμη και για κράτη στην καρδιά της Ευρώπης, όπως η Γερμανία, με πολλές διασυνδέσεις με γειτονικά δίκτυα, πολύ πιο πλούσιο ενεργειακό μείγμα, άλλες τεχνολογίες - από πυρηνικά μέχρι θαλάσσια αιολικά - και πιο ώριμα χρηματιστήρια ενέργειας, απόδειξη ότι η ενεργειακή κρίση είναι συστημική και όχι περιστασιακή. Καταλαβαίνουμε τι σημαίνει για την Ελλάδα» λένε στη ΡΑΕ.
Στο Βερολίνο, η τιμή στο ρεύμα έφτασε το Γενάρη στα 50 σεντς / kWh, με αύξηση 38% μέσα σε ένα μήνα. Στο Λονδίνο ανέβηκε στα 47 σεντς και έπονται: η Κοπεγχάγη (46,5), οι Βρυξέλλες (46), το Βουκουρέστι (38), η Ρώμη (34 σεντς), η Βιέννη (33), η Πράγα (32,5), η Μαδρίτη (32) και η Στοκχόλμη (31).
Κάτω από το μέσο ευρωπαϊκό όρο (25 σεντς), το Παρίσι (22 σεντς λόγω πυρηνικής ενέργειας), η Βέρνη (22), το Ταλίν (19), η Αθήνα (18,5 με τις επιδοτήσεις πάντα), το Όσλο (17,5), η Σόφια (12,5).