Απόσυρση λιγνιτών; Ευτυχισμένο το 2028!
Αιτία η σφοδρή ενεργειακή πανδημία που έχει ενσκήψει στην Ευρώπη, με τις τιμές του φυσικού αερίου, για παράδειγμα, να έχουν εκτοξευτεί με αύξηση 400%
Σε περίπου 7 χρόνια από τώρα θα αποσυρθούν τελικά από την ενεργό δράση οι λιγνίτες της χώρας αντί του… κάποτε «σκληρού στόχου» του 2023, άντε 2024 με τις μικροπαρατάσεις.
Αιτία για αυτή δραματική αλλαγή είναι η σφοδρή ενεργειακή πανδημία που έχει ενσκήψει στην Ευρώπη, με τις τιμές του φυσικού αερίου, για παράδειγμα, να έχουν εκτοξευτεί με αύξηση 400%. Υπό τις συνθήκες αυτές η χρήση του λιγνίτη είναι φθηνότερη, παρά τα βαριά περιβαλλοντικά πρόστιμα που τον συνοδεύουν.
Όπως είχαμε γράψει πρώτοι την προηγούμενη εβδομάδα «επιστροφή στους λιγνίτες για να έχουμε ρεύμα» αλλάζει πλέον το πρόγραμμα απόσυρσης των λιγνιτικών μονάδων της χώρας, με την κυβέρνηση να απαιτεί από τις Βρυξέλλες να προχωρήσει σε αλλαγές χρονοδιαγραμμάτων ανάλογα με τις εξελίξεις. Οι πληροφορίες μας λένε πως και η Κομισιόν έχει δείξει την πρέπουσα κατανόηση στο θέμα, ενώ «ήδη υπάρχει άτυπη έγκριση καταρχάς για την πολύ μεγάλη αυτή αλλαγή, με δεδομένο πως μέχρι τον Απρίλιο δεν προβλέπεται βελτίωση της κατάστασης» όπως μας είπε Έλληνας αξιωματούχος από τη βελγική πρωτεύουσα.
Χαρακτηριστικό των εξελίξεων, υπό το πρίσμα της εισαγόμενης δεινής ενεργειακής κρίσης, είναι οι δηλώσεις του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη την Παρασκευή από τη Δυτική Μακεδονία για την «Πτολεμαΐδα-5» όπου τόνισε πως «δεν υπάρχουν ακόμη οριστικές αποφάσεις και είναι αντικείμενο συζήτησης μεταξύ της κυβέρνησης και της ΔΕΗ το για πόσα χρόνια θα πρέπει να λειτουργεί ακόμη με λιγνίτη και το αν και πότε πρέπει να μετατραπεί σε μονάδα φυσικού αερίου», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ούτως ή άλλως η απόσυρση των λιγνιτών ήταν δύσκολη υπόθεση: σήμερα οι λιγνίτες είναι επικερδείς για τη ΔΕΗ λόγω κρίσης αλλά με το πέρας της «ενεργειακής σχιζοφρένειας στην Ευρώπη» που οι λιγνίτες θα είναι και πάλι ζημιογόνοι θα πρέπει να εξασφαλιστεί η διακοπή της οικονομικής ζημιάς της ΔΕΗ από τους λιγνίτες αλλά υπό τον απαράβατο όρο ότι θα είναι απολύτως σίγουρη η επάρκεια τροφοδοσίας του ηλεκτρικού συστήματος της χώρας.
«Σας θυμίζω πως εξαιτίας του υψηλού κόστους των δικαιωμάτων ρύπων αποφασίσαμε πριν 18 μήνες ταχύτερο πλάνο απολιγνιτοποίησης, με το κλείσιμο όλων των μονάδων έως το 2023 και αλλαγή καυσίμου στην «Πτολεμαΐδα-5» σε φυσικό αέριο έως το 2025. Αλλά η βαριά ενεργειακή κρίση από τη μια και η ανάγκη για επάρκεια ρεύματος στη χώρα από την άλλη φέρνει νέες εξελίξεις που δεν μπορούμε τώρα να αγνοήσουμε, χωρίς όμως να ξεφεύγουμε από το βασικό μας πλάνο που είναι η πράσινη ΔΕΗ» μας λέει στέλεχος της επιχείρησης αφού η ΔΕΗ κρατάει όλους τους άσους στα χέρια της σε σχέση με τους λιγνίτες.
«Οι λιγνιτικές μονάδες, ανεξάρτητα από την κρίση που θα τελειώσει κάποτε, είναι απαραίτητες για την επάρκεια τροφοδοσίας τα επόμενα χρόνια» προσθέτει στέλεχος της ΡΑΕ επικαλούμενο τις τελευταίες μελέτες που αναφέρουν πως «θα υπάρξουν ζητήματα επάρκειας στα έτη 2022-2024, εάν οι λιγνιτικές μονάδες αποσυρθούν δίχως να έχουν προστεθεί οι νέες μονάδες αερίου στον βαθμό που χρειάζεται. Πλην μιας ιδιωτικής μονάδας οι υπόλοιποι νέοι θερμοηλεκτρικοί σταθμοί ιδιωτών δεν πρόκειται να λειτουργήσουν νωρίτερα από το 2024, προκαλώντας τεράστιο πρόβλημα αφού σύμφωνα με τις ίδιες μελέτες ούτε οι εισαγωγές θα είναι επαρκείς στο βαθμό που τις θέλει η χώρα».
Τι προβλέπει ο κλιματικός νόμος...
Ολη η…φιλολιγνιτική ατμόσφαιρα που δημιουργήθηκε ξαφνικά, επισφραγίζεται και από τον Κλιματικό Νόμο που ουσιαστικά αλλάζει το τελευταίο χρονικό όριο για την απόσυρση του λιγνίτη από την ηλεκτροπαραγωγή και το μεταθέτει «το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2028» με μια χλιαρή αναφορά για «επανεξέταση το 2023, υπό την προϋπόθεση της διασφάλισης της επάρκειας ισχύος και της ασφάλειας εφοδιασμού».
Πάντως, αυτή την εποχή η ΔΕΗ γράφει σημαντικά κέρδη από τον λιγνίτη και σβήνει με ταχείς ρυθμούς την οικονομική επιβάρυνση των 140 εκατομμυρίων που είχε γράψει πληρώνοντας τα δικαιώματα ρύπων για το σύνολο του λιγνιτικού της χαρτοφυλακίου αλλά με το τέλος της ενεργειακής κρίσης, θα πρέπει να επανεξεταστούν όλα τα επίχειρα αυτής της περιπέτειας για την επιχείρηση.
«Ξαναθυμίζω πως η απόσυρση των λιγνιτών και η πράσινη ΔΕΗ είναι η βασική αναπτυξιακή - επιχειρηματική επιλογή πάνω στην οποία έχουμε χτίσει τον σχεδιασμό μας για τα επόμενα χρόνια. Η μείωση των εκπομπών ρύπων, τα λεγόμενα πράσινα ομόλογα που εκδίδουμε, η σίγουρη νέα αναβάθμιση της πιστοληπτικής μας ικανότητας, όλα αυτά εξαρτώνται από την έγκαιρη απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων άσχετα αν σήμερα βγάζουμε σημαντικά κέρδη από τους λιγνίτες» μας υπενθυμίζει το ανώτατο στέλεχος της ΔΕΗ ουσιαστικά ρίχνοντας το μπαλάκι στην κυβέρνηση για την προστασία (ή έστω τη στοιχειώδη κάλυψη) της επιχείρησης από τα περιβαλλοντικά πρόστιμα υπό τη μορφή δικαιωμάτων ρύπων αφού αλλάζει ο λιγνιτικός σχεδιασμός αναγκαστικά.
Από την πλευρά του το ανώτατο στέλεχος της ΡΑΕ έχει πρόταση και λέει πως «η πλήρης εφαρμογή του Strategic Reserve θα απέμπλεκε τις επιχειρηματικές αποφάσεις της ΔΕΗ για τους λιγνίτες, από το αν το ορυκτό καύσιμο πρέπει να συνεχίσει να συμμετέχει στην εγχώρια ηλεκτροπαραγωγή τα επόμενα χρόνια με την κάλυψη της Κομισιόν αν και η γραμμή της Ε.Ε. είναι να βλέπει μάλλον αρνητικά τα σχήματα στήριξης ή κάλυψης που εδώ είναι απαραίτητα για να συνεχίσει η ΔΕΗ να λειτουργεί τους λιγνίτες ως το 2028, χωρίς όμως να γράφει ζημιές από τα δικαιώματα ρύπων. Είναι μια δύσκολη εξίσωση που θα πρέπει να υποβληθεί από την Αθήνα στις Βρυξέλλες αλλά… ανάγκα και θεοί πείθονται όπως έλεγαν οι αρχαίοι».
Πόσο μάλλον που εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με θεούς, αλλά με γραφειοκράτες της Κομισιόν…
Η ενεργειακή πανδημία φέρνει σκληρή κόντρα ΔΕΗ - εναλλακτικών παρόχων
Η εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση στον χώρο της αγοράς ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου, με την «ενεργειακή πανδημία» να σαρώνει Ευρώπη και φυσικά την Ελλάδα, έχει φέρει σε απελπισία μεν χιλιάδες νοικοκυριά με τα ακριβά τιμολόγια που καλούνται να πληρώσουν αλλά έχει προκαλέσει και πολύ σκληρές κόντρες μεταξύ των παραγωγών - παρόχων.
«Η φτώχεια φέρνει γκρίνια» λέει ο λαός και εν προκειμένω η ενεργειακή πανδημία προκαλεί ταχύτατες ανακατατάξεις στα πελατολόγια των παρόχων με τα νοικοκυριά να τρέχουν να βρουν τον φθηνότερο προμηθευτή που είναι φυσικά η ΔΕΗ. «Επειδή η ροή αυτή ούτε παροδική είναι ούτε αργούς ρυθμούς έχει (αντίθετα κινείται με ρυθμούς τυφώνα στην Καραϊβική) είναι λογικό να προκαλέσει σφοδρές αντιδράσεις από τους εναλλακτικούς παρόχους που χάνουν πελατεία με γεωμετρική πρόοδο» μας λέει στέλεχος της ΡΑΕ που παρακολουθεί από κοντά τον ανταγωνισμό λόγω αρμοδιότητας.
Από την πλευρά του, υψηλόβαθμος τεχνοκράτης του ΥΠΕΝ συμπληρώνει πως «οι εναλλακτικοί προμηθευτές ρεύματος, ήδη μας ειδοποίησαν ανεπίσημα πως θα προσφύγουν στις ευρωπαϊκές Αρχές ανταγωνισμού για να κερδίσουν τη χαμένη πελατεία τους, εγκαλώντας τη ΔΕΗ για αθέμιτο ανταγωνισμό λόγω προνομιακής πρόσβασης στα φτηνά υδροηλεκτρικά. Αυτό φυσικά γίνεται τα τελευταία… 70 χρόνια, αλλά είναι κάτι που δεν απασχολεί τους ιδιώτες, τώρα που ζορίζονται, τώρα το θυμήθηκαν!» προσθέτει.
Τι λένε, όμως, οι εναλλακτικοί πάροχοι σε non paper που έθεσαν υπόψη της κεντρικής διοίκησης:
α) Τα κέρδη που βγάζει η ΔΕΗ από την αποκλειστική χρήση φτηνών υδροηλεκτρικών τα ρίχνει στο καλάθι του συνολικού της κόστους και μειώνει το κόστος αυτό ώστε να μπορεί να πουλάει φθηνότερα πακέτα στους πελάτες της και να τους δένει με ετήσια συμβόλαια όπως το σταθερό τιμολόγιο My Home. Έτσι ουσιαστικά ξανακλειδώνει τη λιανική ρεύματος, ισχυρίζονται.
β) Απουσιάζει ο ισοσθενής ανταγωνισμός όταν χτίζεται το μίγμα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς η ΔΕΗ μπορεί να είναι φθηνότερη αφού έχει αποκλειστική πρόσβαση στους υδατικούς πόρους και στην υδροηλεκτρική παραγωγή.
γ) Από την αρχή του χρόνου, με τη σταδιακή άνοδο των τιμών στην προημερήσια αγορά, η ΔΕΗ έχει μεγάλα κέρδη από την υδροηλεκτρική παραγωγή. Οι ιδιώτες ισχυρίζονται ότι στο δεκάμηνο η ΔΕΗ κέρδισε μόνο από τα υδροηλεκτρικά πάνω από 400 εκατομμύρια, κάτι πάντως που από τη Χαλκοκονδύλη αμφισβητείται έντονα και με στοιχεία.
δ) Μετά την Αύξηση Μετοχικού Κεφαλαίου, η ΔΕΗ δεν είναι πλέον μια κατά πλειοψηφία δημόσια εταιρεία («δηλαδή δεν αποτελούμε τελευταίο καταφύγιο όπως οι ίδιοι οι άλλοι πάροχοι μας αποκαλούν κατά κόρον όταν τους συμφέρει;» αναρωτιούνται ειρωνικά άνθρωποι της ΔΕΗ) και συνεπώς δεν πρέπει να κερδίζει χρήματα από επενδύσεις που έχει κάνει το δημόσιο στο παρελθόν για τις υδροηλεκτρικές υποδομές που είναι κοινής πρόσβασης για όλους συνεπώς και για τους εναλλακτικούς παρόχους.
«Να θυμίσουμε προς όλους πως η Κομισιόν και συγκεκριμένα η DG Comp έχει ήδη πραγματοποιήσει έρευνα στο παρελθόν για τον τρόπο λειτουργίας των υδροηλεκτρικών μονάδων από τη ΔΕΗ, χωρίς να αλλάξει το καθεστώς πρόσβασης. Κατέληξε σε άλλα θέματα όπως η λιγνιτική παραγωγή και οι διευθετήσεις για αυτήν και η συμφωνία για διάθεση λιγνιτικών πακέτων από εμάς» λένε στη ΔΕΗ και οι εναλλακτικοί απαντούν σε αυτό: «ναι αλλά με τις νέες δραματικές συνθήκες που δημιουργήθηκαν, από τη στιγμή που ανοίξει εκ νέου το θέμα, θα καταλήξει σίγουρα σε μέτρα υποχρεωτικής πρόσβασης τρίτων στα υδροηλεκτρικά, με κάποια μεθοδολογία» ενώ προαναγγέλλουν πως «θα προσφύγουμε πολύ σύντομα στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, στην Επιτροπή Ανταγωνισμού αλλά και στη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ε.Ε. για να αποκτήσουμε πρόσβαση».
Ξεφεύγουν οι τιμές στην Ευρώπη - Πανικός για τις εξελίξεις Δεκεμβρίου
Η Ελλάδα κατατάσσεται επίσημα στην 8η ακριβότερη θέση της Ευρώπης, καθώς στις χονδρεμπορικές αγορές της Σερβίας και της Ελβετίας οι τιμές ξεπερνούν τα 300 ευρώ ανά μεγαβατώρα, με 311 και 309 αντίστοιχα, την ώρα που οι τιμές ενέργειας ξεφεύγουν από κάθε έλεγχο σε όλη την Ευρώπη και υπάρχει διάχυτη ανησυχία για τον Δεκέμβριο.
Με αυτά τα δεδομένα, όπως μας λέει έμπειρος Έλληνας τεχνοκράτης των Βρυξελλών, «η μέση χονδρεμπορική τιμή στην Ελλάδα διαμορφώνεται στα 228 ευρώ ανά μεγαβατώρα ενώ είναι εξαιρετικά πιθανό να φτάσει πάνω από τα 230 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Σε μία τέτοια περίπτωση θα ανατραπούν τα δεδομένα με τα οποία σχεδίασε η κυβέρνηση την τελευταία αύξηση της επιδότησης στο ρεύμα στα 13 λεπτά του ευρώ, υπολογίζοντας τιμή χονδρικής στην Ελλάδα 200 ευρώ ανά μεγαβατώρα τον Νοέμβριο και σχεδόν 230 ευρώ τον Δεκέμβριο» ενώ συμπληρώνει τις απαισιόδοξες προβλέψεις λέγοντας πως «η ανατροπή αυτή σημαίνει πως θα εξανεμιστεί μεγάλο μέρος από το προβλεπόμενο όφελος της επιδότησης στους λογαριασμούς, παρόλο που αυτή υπερδιπλασιάστηκε» και καταλήγει: «είναι φανερό πως την Ελλάδα, νοικοκυριά και κυβέρνηση έχουν να ανέβουν ένα βουνό τους επόμενους μήνες. Καλό κουράγιο!» θυμίζοντας άλλες εποχές.
Σήμερα στην Ε.Ε. η ακριβότερη χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας είναι η γαλλική, με την τιμή να διαμορφώνεται στα 296 ευρώ ανά μεγαβατώρα, έπεται η Ιταλία με 290, η Σλοβενία με 288, ενώ η Ουγγαρία (283 ευρώ) η Ρουμανία και η Αυστρία ( με 283 καθεμιά) βρίσκονται ψηλότερα από τη χώρα μας.
Αλλά και στις άλλες χώρες, οι τιμές διαμορφώνονται πάνω από τα 270 ευρώ ανά μεγαβατώρα. Εξαίρεση αποτελούν η Ολλανδία (254 ευρώ) και η Ισπανία - Πορτογαλία (226), ενώ σταθερά χαμηλότερα κινείται η Πολωνία (163 ευρώ) αλλά σε αυτή έχουν παραχωρηθεί προνομιακά δωρεάν δικαιώματα ρύπων για την ηλεκτροπαραγωγή.
Πού οφείλεται η επικίνδυνη «πτήση» των τιμών
Όλα αυτά έχουν να κάνουν με το κόστος του φυσικού αερίου, το οποίο σημειώνει νέο άλμα μετά την απόφαση της γερμανικής ρυθμιστικής Αρχής να αναστείλει την πιστοποίηση του Nord Stream 2. Ενδεικτικό είναι πως το συμβόλαιο Δεκεμβρίου στον ολλανδικό κόμβο διαπραγμάτευσης φυσικού αερίου TTF (που είναι ο ουσιαστικός ρυθμιστής τιμών για την Ε.Ε.) είναι γύρω στα 91 ευρώ ανά μεγαβατώρα.
Αναλυτές στις Βρυξέλλες μας έλεγαν πως «η τιμή του φυσικού αερίου καταγράφει αύξηση κατά 300% σε ετήσια βάση, διαψεύδοντας τις ελπίδες που είχαν διαφανεί στις αρχές του Νοεμβρίου για αποκλιμάκωση του κόστους, έπειτα από τις δηλώσεις του Ρώσου Προέδρου για την ενίσχυση των εξαγωγών καυσίμου προς την Ευρώπη».
Στο ράλι ωστόσο του φυσικού αερίου ήρθε να προστεθεί τις τελευταίες ημέρες και το ράλι των δικαιωμάτων ρύπων, το οποίο επιβαρύνει το κόστος παραγωγής των θερμοηλεκτρικών εργοστασίων. Έτσι, οι τιμές των δικαιωμάτων είναι ελάχιστα χαμηλότερα από τα 70 ευρώ ανά τόνο που αποτελεί την υψηλότερη ιστορικά τιμή που έχει ποτέ σημειωθεί στο Χρηματιστήριο Ρύπων.
Η επικίνδυνη εκτίναξη των τιμών κάνει τους αναλυτές των Βρυξελλών να πιστεύουν ότι «ο Δεκέμβριος θα φέρει τα χειρότερα αφού θα έχουμε τότε και την άνοδο της κατανάλωσης ρεύματος, με την έλευση του χειμώνα και την πτώση των θερμοκρασιών».
Κορυφαίο στέλεχος του οργανισμού Refinitiv ήταν βέβαιος πως «οι τιμές αερίου θα σκαρφαλώσουν ακόμη παραπάνω» ενώ άλλοι αναλυτές προβλέπουν ότι «οι τιμές των δικαιωμάτων CO2 δεν θα αποκλιμακωθούν μέχρι τον επόμενο Μάρτιο».
Αρα το βουνό που λέγαμε δεν είναι ο Ολυμπος, αλλά μάλλον οι Αλπεις…