Όμιλος TITAN: Επιταχύνει τις προσπάθειές του για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής επενδύοντας 35 εκ. δολάρια στις ΗΠΑ
Ο Όμιλος TITAN ανακοίνωσε μέσω της θυγατρικής του, Titan America LLC, μια νέα επένδυση ύψους 35 εκ. δολαρίων για την κατασκευή θολωτής αποθήκης χωρητικότητας 70.000 τόνων στον σταθμό εισαγωγών Port Tampa Bay, στη Φλόριντα των ΗΠΑ, καθιστώντας τον ως τον μεγαλύτερο του είδους του στη χώρα.
Η επένδυση θα αναβαθμίσει την εισαγωγική δυναμικότητα του Τιτάνα στις ΗΠΑ, ενώ ταυτόχρονα θα αυξήσει τη δυνατότητα παροχής τσιμέντου και τσιμεντοειδών προϊόντων με χαμηλό αποτύπωμα άνθρακα στη χώρα.
Η αναβάθμιση του σταθμού εισαγωγών Port Tampa, γίνεται σε μια εποχή που η αγορά στη Φλόριντα βρίσκεται σε ταχεία ανάπτυξη και αναμένονται μεγάλες επενδύσεις στον τομέα των υποδομών. Η Ένωση Αμερικανικών Τσιμεντοβιομηχανιών (PCA) προβλέπει συνεχή ανάπτυξη και αύξηση της κατανάλωσης τσιμέντου κατά 14,8% στις ΗΠΑ από το 2020 έως το 2024, ποσοστό που δεν περιλαμβάνει τις προοπτικές ανόδου από το πρόγραμμα επενδύσεων 1 τρισ. δολαρίων που έχει ανακοινωθεί για τις υποδομές.
Η αναβάθμιση του σταθμού εισαγωγών θα ενισχύσει, επίσης, την ικανότητα παράδοσης εισαγόμενων τσιμεντοειδών προϊόντων με στόχο την κάλυψη της αυξανόμενης ζήτησης στις ΗΠΑ και τη συμβολή στην επίτευξη των στόχων του Ομίλου για ουδέτερο ανθρακικό αποτύπωμα.
Η επένδυση του Τιτάνα υπογραμμίζει τη δέσμευση του Ομίλου για υποστήριξη των πελατών του στις ΗΠΑ στους κλάδους των υποδομών και της κατασκευής κατοικιών και εμπορικών δομών, με προϊόντα υψηλής απόδοσης, συνεισφέροντας ταυτόχρονα στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής.
Με εκτιμώμενη ημερομηνία ολοκλήρωσης του έργου στις αρχές του 2023, η αναβάθμιση του σταθμού προστίθεται και σε άλλες πρόσφατες επενδύσεις στο εργοστάσιο τσιμέντου Pennsuco του Τιτάνα στο Μέντλεϊ της Φλόριντα. Οι επενδύσεις αυτές, οι οποίες υπερβαίνουν τα 20 εκ. δολάρια, περιλαμβάνουν έργα όπως η κατασκευή μονάδας μηχανικής επεξεργασίας εναλλακτικών – δευτερογενών καυσίμων, αλλά και υποδομών χρήσης φυσικού αερίου. Συνδυαστικά, θα καταστήσουν δυνατή τη σταδιακή υποκατάσταση των ορυκτών καυσίμων με εναλλακτικά καύσιμα χαμηλού αποτυπώματος άνθρακα, μειώνοντας σημαντικά τόσο το περιβαλλοντικό αποτύπωμα του εργοστασίου όσο και τον όγκο των δημοτικών απορριμμάτων προς ταφή.