ΑΔΜΗΕ: Έρχονται περικοπές στην είσοδο ΑΠΕ στο σύστημα για να μην έχουμε μπλακ άουτ
Δυσαρέσκεια στους παράγωγους αιολικής ενέργειας και …έμμεση απάντηση - ΑΠΕ στην ΕΕ: 100 δισ. εξοικονόμηση την περίοδο 2021-2023.
Κανόνες για να υπάρχουν προγραμματισμένες περικοπές της εισόδου ΑΠΕ στο σύστημα βάζει ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος του ΑΔΜΗΕ, Μάνος Μανουσάκης, όπως προανήγγειλε σε εκδήλωση της ΕΛΕΤΑΕΝ.
Η δήλωση αυτή προκάλεσε δυσαρέσκεια και αντιδράσεις σε κορυφαίους παραγωγούς ΑΠΕ στη χώρα μας.
Σε μία έμμεση απάντηση ο επικεφαλής του ομίλου ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ Γιώργος Περιστέρης μίλησε για την αναγκαιότητα της πράσινης ενέργειας και το πόσο ωφελεί τους καταναλωτές.
«Δεν νοείται εθνική ενεργειακή ανεξαρτησία με πάνω από 80% εξάρτηση του ενεργειακού μας ισοζυγίου από ενεργειακές εισαγωγές, και μάλιστα από ρυπογόνα συμβατικά καύσιμα, όπως τα εισαγόμενα πετρέλαιο και φυσικό αέριο», τόνισε σε ομιλία του ενώ αναρωτήθηκε: «Πόσοι καταναλωτές γνωρίζουν ότι τα αιολικά πάρκα, πέραν του γεγονότος ότι είναι η φθηνότερη μορφή ενέργειας, είναι παράλληλα ο μεγαλύτερος χρηματοδότης των επιδοτήσεων των λογαριασμών ρεύματος μέσω του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης και πως οι καταναλωτές και οι φορολογούμενοι -εάν δεν υπήρχαν τα αιολικά πάρκα- θα είχαν πληρώσει τους τελευταίους 18 μήνες πάνω από 4 δισ. ευρώ περισσότερα για το ρεύμα τους;».
Από την πλευρά του ο κος Μανουσάκης σημείωσε ότι για τις περικοπές θα δημιουργηθεί ομάδα εργασίας με την ΕΛΕΤΑΕΝ (ως φορέα του κλάδου), με αντικείμενο να διερευνηθούν τα κατάλληλα κριτήρια των περιορισμών εισόδου στο σύστημα, που θα τίθενται σε εφαρμογή όποτε κρίνεται αναγκαίο για την ευστάθεια του συστήματος.
«Στόχος είναι το Ρυθμιστικό Πλαίσιο να αντικαταστήσει σε δεύτερο χρόνο την φόρμουλα που εφαρμόζει ήδη ο Διαχειριστής στις περικοπές, δηλαδή το οριζόντιο και αναλογική κάθε φορά περικοπή στην παραγωγή ΑΠΕ.
Τα κριτήρια στο Πλαίσιο θα καθορισθούν με βάση τα χαρακτηριστικά και τις ανάγκες του ηλεκτρικού συστήματος» είπε ο επικεφαλής του ΑΔΜΗΕ.
Οι περικοπές δεν θα είναι ενιαίες – σταδιακή η εφαρμογή τους
Οι περικοπές θα είναι πλέον διαφοροποιημένες ανά είδος έργου με κριτήριο την τεχνολογία ή την ετήσια ισχύ.
Επίσης, θα υπάρχει ιεράρχηση και με κριτήριο την κατηγορία των σταθμών, δηλαδή με βάση τον τρόπο εμπορικής διάθεσης της παραγωγής τους.
Μέχρι να καταρτισθεί το Ρυθμιστικό Πλαίσιο, όσον αφορά τα έργα ΑΠΕ η μεταβατική λύση που θα συνεχίσει να επιστρατεύεται από τον ΑΔΜΗΕ είναι η περικοπή να εφαρμόζεται με βάση την ισχύ παραγωγής εκείνη τη στιγμή κάθε σταθμού ΑΠΕ στο ΕΣΜΗΕ.
Αυτό σημαίνει πως το κριτήριο για το ύψος περικοπής είναι η εκάστοτε ισχύς παραγωγής, και όχι η εγκατεστημένη ισχύς κάθε μονάδας.
Οι περικοπές μπορούν να εφαρμοστούν σε όλα τα έργα ΑΠΕ στο σύστημα μεταφοράς, που λειτουργούν ανά πάσα στιγμή, καθώς ο ΑΔΜΗΕ έχει τη δυνατότητα παρέμβασης από απόσταση σε όλο το «πράσινο» χαρτοφυλάκιο στο Εθνικό Σύστημα Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας.
Όσον αφορά τα έργα συνολικής ισχύος 6.000 Μεγαβάτ στο δίκτυο διανομής, ο ΔΕΔΔΗΕ αυτή τη στιγμή έχει τη δυνατότητα να περικόπτει την παραγωγή ενός χαρτοφυλακίου 700-900 Μεγαβάτ, είτε από απόσταση είτε με τοπικούς χειρισμούς συνεργείων του, για τους οποίους χρειάζεται ένα διάστημα περίπου μισής ώρας.
Ωστόσο, στόχος του ΔΕΔΔΗΕ είναι να αυξήσει σημαντικά μέσα στους επόμενους μήνες το «πράσινο» χαρτοφυλάκιο στο οποίο θα μπορεί να παρέμβει από απόσταση.
Το ζήτημα των περικοπών απασχολεί ήδη τους επενδυτές έργων ΑΠΕ στο σύστημα μεταφοράς, οι οποίοι βλέπουν να υπεισέρχεται μία νέα -και σε σημαντικό βαθμό- απρόβλεπτη παράμετρος στα προβλεπόμενα έσοδα κάθε σταθμού.
«Για τον ίδιο λόγο οι περικοπές έχουν ήδη αρχίσει να περιπλέκουν τις διαπραγματεύσεις τους με τις τράπεζες για τη δανειοδότηση νέων έργων, καθώς τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα φρενάρουν στα business plan των νέων σταθμών, αντιμετωπίζοντας με σχετική επιφυλακτικότητα τις προβλέψεις για τις ταμειακές εισροές από την εμπορική διάθεση της ηλεκτροπαραγωγής τους» όπως επισημαίνουν εκπρόσωποι εταιρειών.
Ήδη μεγάλοι «παίκτες» της αγοράς έχουν ήδη υποβάλει προτάσεις στον ΑΔΜΗΕ για τα κριτήρια παραμετροποίησης των περικοπών. Όπως επισημαίνουν πάντως στελέχη τους, βασική προτεραιότητα είναι να υπάρξει ισονομία στο «ψαλίδι» στο δίκτυο διανομής και το σύστημα μεταφοράς. Κι αυτό γιατί θα πρέπει «μικρά» και «μεγάλα» έργα να επωμίζονται περικοπές στον βαθμό που πραγματικά τους αναλογεί, και όχι με βάση τις τεχνικές δυνατότητες του αντίστοιχου Διαχειριστή.
«Αν και ο ΑΔΜΗΕ είναι υπεύθυνος για την ευστάθεια του συστήματος (και επομένως εκείνος που θα πρέπει να εκπονήσει το Ρυθμιστικό Πλαίσιο), υπάρχουν αποφάσεις που εκφεύγουν από την αρμοδιότητά του. Επομένως, θα πρέπει να εμπλακεί ενεργά στο θέμα τόσο η ΡΑΑΕΥ όσο και η πολιτεία – μέσω του ΥΠΕΝ» όπως επισημαίνουν οι ίδιοι μάνατζερ.
ΑΠΕ στην ΕΕ: 100 δισ. εξοικονόμηση την περίοδο 2021-2023
Σχεδόν 100 δισεκατομμύρια ευρώ εξοικονόμησαν οι Ευρωπαίοι καταναλωτές την περίοδο 2021-2023 από την ραγδαία ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στη γηραιά ήπειρο, ιδίως μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και την εκτόξευση των τιμών του αερίου.
Αυτό αναφέρει ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (International Energy Agency – ΙΕΑ) σε έκθεσή του αναφορικά με την πορεία των ΑΠΕ το 2023 και 2024, στην οποίαν υπογραμμίζεται ότι οι τιμές χονδρικής πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη θα ήταν 8% υψηλότερες το 2022 χωρίς την πρόσθετη δυναμικότητα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Η πρόβλεψη για την προσθήκη δυναμικότητας ΑΠΕ στην Ευρώπη έχει αναθεωρηθεί προς τα πάνω κατά 40% σε σχέση με την περίοδο πριν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, κυρίως λόγω των παγιωμένων υψηλών τιμών ενέργειας που έχουν καταστήσει τα μικρής κλίμακας φωτοβολταϊκά θελκτική επιλογή.
Με βάση την έκθεση του ΙΕΑ, οι χαμηλού κόστους νέες αιολικές και φωτοβολταϊκές εγκαταστάσεις – μέσω τον οποίων οι Ευρωπαίοι καταναλωτές αναμένεται να εξοικονομήσουν το προαναφερθέν ποσό των 100 δισ. ευρώ – «έχουν αντικαταστήσει περίπου 230 TWh ακριβής παραγωγής ενέργειας μέσω ορυκτών καυσίμων μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, οδηγώντας σε μείωση των τιμών χονδρικής πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας σε όλες τις ευρωπαϊκές αγορές».
Χωρίς αυτές τις προσθήκες δυναμικότητας, η μέση χονδρική τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2022 εκτιμάται ότι θα ήταν κατά 8% υψηλότερη.
ΑΠΕ και φυσικό αέριο: μια σχέση αγάπης και …μίσους!
Το επόμενο ερώτημα με το οποίο βρίσκεται αντιμέτωπη η Ευρώπη είναι κατά πόσο οι ΑΠΕ μπορούν να αντικαταστήσουν την κατανάλωση φυσικού αερίου για ψύξη και θέρμανση των κτηρίων της ΕΕ τα έτη 2023 και 2024.
Όπως αναφέρει ο ΙΕΑ, «δεδομένου ότι η θέρμανση και η ψύξη είναι οι μεγαλύτεροι τελικοί χρήστες ενέργειας στον κτιριακό τομέα της ΕΕ, η ατμοσφαιρική θερμοκρασία είναι ο κύριος βραχυπρόθεσμος παράγοντας που καθορίζει τη ζήτηση ενέργειας στον κτιριακό τομέα του μπλοκ. Η άμεση και έμμεση χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μέσω της ηλεκτρικής ενέργειας, σε συνδυασμό με τη μεγαλύτερη ενεργειακή απόδοση και την εξοικονόμηση, μπορεί να διαδραματίσει βασικό ρόλο στη μείωση της ζήτησης φυσικού αερίου στην ΕΕ βραχυπρόθεσμα».
Η ετήσια ζήτηση φυσικού αερίου στα κτίρια της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της έμμεσης κατανάλωσης, κυμαίνεται από 150 δισ. κυβικά μέτρα έως 210 δισ. κυβικά μέτρα από το 2010. Ο αριθμός των ημερών θέρμανσης έχει επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τη ζήτηση αυτή, μαζί με τις τιμές και τη συμπεριφορά των καταναλωτών.
Η περίοδος θέρμανσης 2022/23 ήταν η δεύτερη θερμότερη που έχει καταγραφεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με μέση ατμοσφαιρική θερμοκρασία 1°C πάνω από τον προηγούμενο δεκαετή μέσο όρο και 9% λιγότερες ημέρες βαθμού θέρμανσης.
Οι ήπιες αυτές χειμερινές συνθήκες θα συνεπάγονταν από μόνες τους μια εκτιμώμενη μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου στα κτίρια κατά 7% σε σχέση με τους προηγούμενους χειμώνες. Συνεπώς, ο ήπιος αυτός καιρός μείωσε σημαντικά την πίεση στις αγορές φυσικού αερίου της ΕΕ το χειμώνα του 2022/23.
«Ενώ οι μακροπρόθεσμες κλιματικές τάσεις δείχνουν μια συνολική αύξηση της θερμοκρασίας, ένας σκληρός χειμώνας και ένα θερμό καλοκαίρι θα μπορούσαν να εντείνουν τη ζήτηση θέρμανσης και ψύξης στον κτιριακό τομέα της ΕΕ βραχυπρόθεσμα» αναφέρει η έκθεση του ΙΕΑ.
Η γρήγορη επέκταση της χρήσης τεχνολογιών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στα κτίρια μπορεί να μειώσει τη ζήτηση φυσικού αερίου στην ΕΕ και να συμβάλει στην ενεργειακή ασφάλεια του μπλοκ βραχυπρόθεσμα.
Οι προβλεπόμενες σωρευτικές νέες εξελίξεις στην άμεση χρήση θερμότητας από ανανεώσιμες πηγές και η επέκταση της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές μετά το 2022 θα εκτοπίσουν σχεδόν 8 δισ. κυβικά μέτρα της ετήσιας κατανάλωσης φυσικού αερίου της ΕΕ που σχετίζεται με τα κτίρια το 2023 και περισσότερα από 17 δισ. κυβικά μέτρα το 2024. Αυτό ισοδυναμεί με την αποφυγή εκπομπών άνω των 50 εκατ. τόνων CO2 το 2023-2024.
Η ΕΕ δυνατά στη μάχη των ηλιακών και αιολικών
Το 2021 και το 2022 η Ευρωπαϊκή Ένωση πρόσθεσε σχεδόν 90 GW φωτοβολταϊκής και αιολικής ισχύος. Αυτή η δυναμικότητα έχει εκτοπίσει σχεδόν το 10% της παραγωγής από άνθρακα και φυσικό αέριο, εκτοπίζοντας τις πιο ακριβές μονάδες παραγωγής ενέργειας από την αγορά.
Επιπλέον, άλλα 60 GW φωτοβολταϊκής και αιολικής ενέργειας αναμένεται να τεθούν σε λειτουργία το 2023, αυξάνοντας το ποσοστό αντικατάστασης του άνθρακα και του αερίου σε σχεδόν 20% φέτος.
Οι ΑΠΕ μπόρεσαν να μειώσουν αλλά όχι να ακυρώσουν τις συνέπειες από την εκτόξευση των τιμών ενέργειας το 2022 στην Ευρώπη, καθώς οι μειωμένες προμήθειες φυσικού αερίου συνοδεύτηκαν από χαμηλό πολλών ετών στα επίπεδα παραγωγής ενέργειας μέσω υδροηλεκτρικών και πυρηνικών σταθμών.
Όπως σημειώνεται,« Από τον Ιανουάριο του 2021 έως τον Αύγουστο του 2022, η μέση μηνιαία τιμή του φυσικού αερίου δεκαπλασιάστηκε και η τιμή του λιθάνθρακα πενταπλασιάστηκε. Ως αποτέλεσμα, το κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από φυσικό αέριο, το οποίο συνήθως καθορίζει την τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας στις περισσότερες χονδρικές αγορές της ΕΕ, αυξήθηκε σε πρωτοφανή επίπεδα, φθάνοντας σχεδόν τα 800 EUR/MWh για τους αεριοστρόβιλους ανοικτού κύκλου (OCGT) και τα 500 EUR/MWh για τους αεριοστρόβιλους συνδυασμένου κύκλου (CCGT)».
Ο τρόπος τιμολόγησης της ενέργειας στην ΕΕ, με το ακριβότερο καύσιμο να καθορίζει την τιμή, οδήγησε σε ανοδική κούρσα συνολικά τις τιμές του ρεύματος.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΙΕΑ, χωρίς την αύξηση της φωτοβολταϊκής και αιολικής δυναμικότητας το 2021-2023, οι μέσες χονδρικές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας θα ήταν υψηλότερες κατά περίπου 3% το 2021, 8% το 2022 και 15% το 2023.
Πως θα γίνει η θεαματική αύξηση συμμέτοχης των ΑΠΕ στο σύστημα
Όπως αναφέρεται στην έκθεση του ΙΕΑ, «το συνολικό επενδυτικό κόστος για την ανάπτυξη φωτοβολταϊκής και αιολικής ισχύος κατά την περίοδο 2021-2023 αναμένεται να ανέλθει σε περίπου 200 δισεκατομμύρια ευρώ. Σχεδόν το 50% αυτού του επενδυτικού κόστους θα επιστραφεί πιθανότατα με τη μορφή εξοικονόμησης στους λογαριασμούς των καταναλωτών ηλεκτρικής ενέργειας ήδη από το τέλος του 2023, ενώ οι εν λόγω σταθμοί παραγωγής ενέργειας θα συνεχίσουν να παρέχουν οφέλη για τα επόμενα 20-25 χρόνια».
Η πρόβλεψη για τις προσθήκες ισχύος ΑΠΕ για το 2023 και το 2024 αναθεωρήθηκαν προς τα πάνω κατά 38% σε σύγκριση με τις προσδοκίες του ΙΕΑ πριν από τον πόλεμο, τον Δεκέμβριο του 2021.
Η αναθεώρηση οφείλεται κυρίως στην αύξηση των φωτοβολταϊκών: Στην Ευρωπαϊκή Ένωση τα οικιακά και εμπορικά φωτοβολταϊκά συστήματα αντιπροσωπεύουν το 74% της αύξησης των προβλέψεων του ΙΕΑ, με το μεγαλύτερο μέρος (82%) της αύξησης να προέρχεται από έξι βασικές αγορές: Γερμανία, Ισπανία, Ολλανδία, Γαλλία, Ιταλία και Σουηδία.
Η αύξηση των φωτοβολταϊκών σταθμών, αντιμετωπίζει προκλήσεις όπως η αύξηση του κόστους του εξοπλισμού, ο πληθωρισμός και οι περιορισμοί στην αλυσίδα εφοδιασμού.
Ζητήματα παρατηρούνται και στον τομέα της αδειοδότησης, με τις διαδικασίες – κατά τον ΙΕΑ – να κρίνονται χρονοβόρες στις περισσότερες χώρες του μπλοκ. Κατά τον Οργανισμό, σήμερα τουλάχιστον 59 GW χερσαίας αιολικής ισχύος καθυστερούν σε διάφορες διαδικασίες αδειοδότησης στην Ευρώπη. Από την Κομισιόν προωθούνται ήδη ρυθμίσεις για την απλοποίηση της αδειοδότησης έργων ΑΠΕ.
Ερωτηματικό τα υδροηλεκτρικά λόγω ξηρασίας
Ερώτημα αποτελεί η πορεία της παραγωγής ενέργειας μέσω υδροηλεκτρικών σταθμών στην Ευρώπη, μετά την ξηρασία του 2022 – τη χειρότερη των τελευταίων 500 ετών.
Η ευρωπαϊκή παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας μειώθηκε κατά 15% (80 TWh) το 2022 σε 460 TWh, υποχωρώντας στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2004.
«Οι διακυμάνσεις στην παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας είναι συνήθεις λόγω των φυσικών διακυμάνσεων στις βροχοπτώσεις, αλλά η περσινή πτώση ήταν η μεγαλύτερη ετήσια μείωση στην περιοχή από το 1990. Τέσσερις διαδοχικές βροχερές περίοδοι κάτω του μέσου όρου οδήγησαν σε συνθήκες ξηρασίας και μείωσαν τα επίπεδα των ταμιευτήρων», σημειώνει ο ΙΕΑ.
Η μειωμένη παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας είχε ως αποτέλεσμα να χρησιμοποιηθούν επιπλέον 13-14 δισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας πέρυσι. Ορισμένοι μεγάλοι φορείς εκμετάλλευσης υδροηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη υπέστησαν οικονομικές απώλειες, καθώς έπρεπε να επαναγοράσουν ενέργεια σε υψηλότερες τιμές για να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους.
Το 2023, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από υδροηλεκτρικούς σταθμούς προβλέπεται να αυξηθεί κατά 3% σε ετήσια βάση (16 TWh), με βάση τα προκαταρκτικά στοιχεία για τους τρεις πρώτους μήνες του τρέχοντος έτους. Τα στοιχεία του πρώτου τριμήνου στην Ευρώπη είναι αυξημένα κατά 5% σε ετήσια βάση σε σχέση με το 2022, χάρη στην υψηλότερη παραγωγή από τις περιοχές της Ιβηρικής και των Βαλκανίων.
Πάντως, ενώ η παραγωγή το 2023 αναμένεται να αυξηθεί στις 480 TWh, αυτή εξακολουθεί να είναι κατά 9% χαμηλότερη από τον μέσο όρο των 10 ετών (530 TWh), καθώς οι συνθήκες ξηρασίας σε βασικές αγορές συνεχίστηκαν κατά τη διάρκεια του περασμένου χειμώνα.
Η παραγωγή του πρώτου τριμήνου είναι μειωμένη σε ετήσια βάση στη Γαλλία, την Ιταλία και την Ελλάδα μετά τις χαμηλές βροχοπτώσεις. Ωστόσο, η παραγωγή θα εξαρτηθεί από τις βροχοπτώσεις που θα δεχτεί η Ευρώπη από τον Απρίλιο έως τον Δεκέμβριο, γεγονός που αποτελεί βασική αβεβαιότητα για την πρόβλεψη.