Δεύτερη στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε αυξήσεις χονδρικής στο ρεύμα η Ελλάδα
Οι επιδοτήσεις όμως κρατούν σε ανεκτά επίπεδα τα τιμολόγια καταναλωτών.
Στην Ελλάδα σημειώθηκε η δεύτερη μεγαλύτερη ετήσια άνοδος της χονδρικής τιμής ηλεκτρισμού με 238% στο 2ο τρίμηνο, σύμφωνα με την Κομισιόν.
Να σημειώσουμε πάντως ότι στα στοιχεία δεν περιλαμβάνονται οι επιδοτήσεις, όπου η Ελλάδα προσφέρει τις υψηλότερες πανευρωπαϊκά συγκριτικά με το ΑΕΠ της, άρα δεν αναφερόμαστε στις τιμές καταναλωτή που παραμένουν σε σχετικά ανεκτά επίπεδα.
Τα επίσημα στοιχεία της Επιτροπής αναφέρουν ότι τη δεύτερη μεγαλύτερη άνοδο πανευρωπαϊκά σημείωσε η χονδρική τιμή ηλεκτρισμού στην Ελλάδα κατά το 2ο τρίμηνο του 2022 σε σύγκριση με ένα χρόνο νωρίτερα.
Για το σκηνικό «ευθύνεται» βρίσκεται η περίφημη ρήτρα αναπροσαρμογής μέσω της οποίας οι εταιρείες μετέφεραν 100% τις αυξήσεις που συνέβησαν στη χονδρεμπορική αγορά, λόγω των ανατιμήσεων στο φυσικό αέριο εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης.
Όπως προκύπτει από την έκθεση της Κομισιόν, η τιμή στη χώρα μας αυξήθηκε κατά 238%, έναντι 254% στη Γαλλία και 234% στην Ιταλία, που συμπληρώνουν την τριάδα με τις εντονότερες ανόδους.
Ενώ στο ρεύμα η κατάσταση παραμένει ελεγχόμενη εξαιτίας των επιδοτήσεων, στο φυσικό αέριο οι Έλληνες καταναλωτές πληρώνουν υψηλότερες τιμές έναντι του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Συγκεκριμένη η τιμή της κιλοβατώρας στην Αθήνα είναι η τέταρτη υψηλότερη μεταξύ των 33 πόλεων στα 27,68 σεντς. Ο μέσος όρος των 27 χωρών της Ε.Ε. είναι στα 17,62 σεντς ενώ στις 33 ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ο μέσος όρος είναι μικρότερος στα 16,32 σεντς.
Οι ακριβότερες και οι φτηνότερες χώρες
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Eurostat η Ελλάδα βρίσκεται στη 10η θέση ως προς την ευρωπαϊκή κατάταξη για τις τιμές του ρεύματος, λαμβανομένων υπόψη και των επιδοτήσεων που δίνονται στους καταναλωτές.
Συγκεκριμένα, η μέση τιμή λιανικής στην Ελλάδα για το πρώτο εξάμηνο του 2022 διαμορφώθηκε στα 0,2305 ευρώ/KWh. Η τιμή αυτή συμπεριλαμβάνει όλους τους φόρους αλλά και τις επιδοτήσεις που δίνονται από το κράτος.
Σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία της Eurostat για το πρώτο εξάμηνο του 2022 ακριβότερη χώρα αναδεικνύεται η Δανία με μέση τιμή 0,4559 ευρώ/KWh ενώ ακολουθεί το Βέλγιο με 0,3377 ευρώ/KWh, η γειτονική Ιταλία με 0,3115 ευρώ/KWh και η Ισπανία με 0,3071 ευρώ/KWh.
Ακριβότερες από την Ελλάδα είναι επίσης η Τσεχία, η Κύπρος, η Ιρλανδία, η Σουηδία και η Ρουμανία.
Στον αντίποδα χαμηλότερες τιμές κιλοβατώρας έχουν οι εξής χώρες: Αυστρία, Λετονία, Λιχτενστάιν, Γαλλία, Πορτογαλία, Εσθονία, Λουξεμβούργο, Νορβηγία, Φινλανδία, Σλοβακαία, Ισλανδία, Λιθουανία, Πολωνία, Σλοβενία, Κροατία, Μάλτα, Μολδαβία, Βουλγαρία, Μαυροβούνιο, Ουγγαρία, Β. Μακεδονία, Βοσνία, Τουρκία, Σερβία, Γεωργία, Κόσοβο, Ολλανδία.
Ως εκ τούτου, η Ελλάδα έφτασε να έχει την τρίτη ακριβότερη τιμή χονδρικής με 237 ευρώ/MWh έναντι 252 ευρώ και 249 ευρώ σε Μάλτα και Ιταλία. Συγκριτικά, στη Βουλγαρία η τιμή χονδρικής κατά το β’ τρίμηνο ήταν 199,9 ευρώ, στη Γαλλία 226,3 ευρώ και στη Γερμανία 187,1 ευρώ.
Ευθύνεται η διάρθρωση της ελληνικής αγοράς
Για τη δραματική αύξηση της χονδρεμπορικής τιμής του ρεύματος η κύρια ευθύνη βαραίνει τη σημαντική αύξηση στην τιμή του φυσικού αερίου, καθώς οι τιμές διαμορφώθηκαν από τις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής που χρησιμοποιούν το “γαλάζιο καύσιμο”. Η ελληνική αγορά φυσικού αερίου χαρακτηρίζεται ως ρηχή, ενώ οι τιμές της διαμορφώνονται ex ante, δηλαδή με βάση τον μέσο όρο του προηγούμενου μήνα» μας αναλύει Έλληνας τεχνοκράτης των Βρυξελλών και συνεχίζει: «πρακτικά οι ηλεκτροπαραγωγοί με φυσικό αέριο στην Ελλάδα φορτώνονται με επιπλέον κόστος καυσίμου σε σχέση με τις γειτονικές αγορές. Αντίθετα στις υπόλοιπες αγορές της Ευρώπης, οι τιμές του φυσικού αερίου διαμορφώνονται με βάση τη spot αγορά οπότε η όποια διακύμανση στην τιμή φαίνεται άμεσα. Ωστόσο λόγω του γεγονότος ότι υπάρχουν μακροχρόνια συμβόλαια, οι ηλεκτροπαραγωγοί είναι λιγότερο εκτεθειμένοι στη spot αγορά.
Οι χρεώσεις στη βιομηχανία
Στην περίπτωση των τιμών για τους βιομηχανικούς καταναλωτές δίχως φόρους, η Ελλάδα βρισκόταν στο β’ τρίμηνο στην κορυφή της λίστας
Όσον αφορά τα τιμολόγια για μεσαίου μεγέθους βιομηχανικούς καταναλωτές, η Ελλάδα με 34,5 λεπτά/KWh, είχε ετήσια άνοδο 194% και ήταν η ακριβότερη χώρα έναντι μέσου όρου 17,5 ευρώ/KWh στην Ε.Ε.
Στα οικιακά τιμολόγια μαζί με φόρους και τέλη η χώρα μας ήταν δέκατη στον κατάλογο με 30,46 ευρώ/KWh έναντι ευρωπαϊκού μέσου όρου 28,62 ευρώ/KWh, αλλά σημειώνοντας τη δεύτερη μεγαλύτερη άνοδο ετησίως (+81%) μετά την Εσθονία.
Στην ηλεκτροπαραγωγή, η λιγνιτική παραγωγή της Ελλάδας μειώθηκε κατά 16% στο εν λόγω διάστημα λόγω της μειωμένης διαθεσιμότητας καυσίμου και της ανόδου των ΑΠΕ μαζί με τον περιορισμό της ζήτησης.
Χωρίς τις επιδοτήσεις πολύ ακριβή η Ελλάδα
Ευτυχώς οι επιδοτήσεις που δίνονται από την κυβέρνηση και οι οποίες κατά το μεγαλύτερο ποσοστό χρηματοδοτούνται από το μηχανισμό ανάκτησης των υπερκερδών στην χονδρεμπορική ρεύματος καθώς και τους άλλους ειδικούς λογαριασμούς (ΑΠΕ, ΥΚΩ), βελτιώνουν την εικόνα.
Σύμφωνα με τη μηνιαία έρευνα που πραγματοποιεί ο HEPI για το μήνα Σεπτέμβριο, μεταξύ 33 πόλεων της Ε.Ε. η Αθήνα κατατάσσεται στη 16η θέση σε ό,τι αφορά τη δαπάνη για το ρεύμα.
Η μέση τιμή της κιλοβατώρας στις πόλεις της Ε.Ε. διαμορφώθηκε στα 34,61 σεντς με την Αθήνα να βρίσκεται περίπου 5 σεντς χαμηλότερα, στα 29,52 σεντς.
Η τιμή της κιλοβατώρας στους οικιακούς καταναλωτές παραμένει σε χαμηλά επίπεδα εξαιτίας των υψηλών επιδοτήσεων που συνεχίζει να απολαμβάνει ο Έλληνας καταναλωτής.
Οι υψηλότερες τιμές εντοπίζονται στο Άμστερνταμ (66,73 σεντς) την Κοπεγχάγη (66,1 σεντς) και το Ταλίν (59,28 σεντς).
Σύμφωνα με το HEPI η μεγαλύτερη μηνιαία αύξηση καταγράφεται στην Στοκχόλμη (47%) γεγονός που αποδίδεται στην μείωση της αιολικής ενέργειας αλλά και στη συντήρηση των πυρηνικών μονάδων. Σημαντικές αυξήσεις εντοπίζονται στο Ταλίν (41%) και τη Ρήγα (33%).
Εάν όμως εξαιρεθούν οι φόροι και οι επιδοτήσεις τότε σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat η Ελλάδα κατατάσσεται στην πρώτη θέση με μέση τιμή 0,3118 ευρώ/KWh. Στη δεύτερη θέση πίσω από την Ελλάδα βρίσκεται το Βέλγιο (0,2739 ευρώ/KWh) και ακολουθούν Ιταλία (0,2671 ευρώ/KWh), Ιρλανδία (0,2665 ευρώ/KWh), Ισπανία (0,2579 ευρώ/KWh), Δανία (0,2371 ευρώ/KWh).
Οι τιμές της Eurostat αφορούν στο διάστημα του πρώτου εξαμήνου του 2022, που σημαίνει ότι δεν περιλαμβάνουν το νέο μοντέλο λειτουργίας της αγοράς με την επιβολή πλαφόν στη χονδρεμπορική αγορά αλλά και την κατάργηση της ρήτρας αναπροσαρμογής, με την υποχρέωση των εταιρειών να δηλώνουν έναν μήνα πριν τις τιμές του επόμενου μήνα.
Το συγκεκριμένο μοντέλο ξεκίνησε να εφαρμόζεται τον Ιούλιο. Αντίθετα, στο πρώτο εξάμηνο είχαμε την εφαρμογή εκ μέρους των εταιρειών προμήθειας της ρήτρας αναπροσαρμογής, η οποία μετέφερε 100% το ρίσκο της αγοράς στους καταναλωτές, οι οποίοι επωμίζονταν στο 100% τις αυξήσεις στη χονδρεμπορική αγορά.
Για να γίνουν αντιληπτά τα μεγέθη από τον Ιανουάριο μέχρι τον Ιούνιο η διακύμανση της χονδρεμπορικής τιμής του ρεύματος στην προημερήσια αγορά του ενεργειακού χρηματιστηρίου κινήθηκε από τα 225 έως τα 272 ευρώ/MWh.
Το αντίστοιχο διάστημα του 2021 οι τιμές του ρεύματος ήταν μεταξύ 50 και 64 ευρώ/MWh, δηλαδή μέσα σε ένα χρόνο έφτασαν να είναι έως και υπερπενταπλάσιες.
Αυτή ακριβώς η δραματική αύξηση, μεταφέρθηκε στο ακέραιο στη λιανική του ρεύματος και στους καταναλωτές μέσω της περίφημης ρήτρας αναπροσαρμογής.
Τέλος η ΡΑΕ με απόφασή της προχώρησε σε δαπάνη που αφορά τη δημιουργία Βάσης Δεδομένων Τιμολόγησης Λιανικής Ηλεκτρικής Ενέργειας και Φυσικού Αερίου.
Ο σκοπός του έργου είναι η δημιουργία βάσης δεδομένων της τιμολόγησης των προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας προκειμένου για τον έλεγχο και την επαλήθευση των χρεώσεων των εκδοθέντων λογαριασμών.
ΡΑΕ: Πως θα υπολογίζονται τα υπερέσοδα των παροχών ρεύματος
Το μεικτό περιθώριο κέρδους θα λαμβάνεται υπόψη για την ανάκτηση υπερεσόδων των εταιρειών, σύμφωνα με απόφαση της ΡΑΕ που είναι δεσμευτική για τις εταιρίες.
Συγκεκριμένα, το μεικτό περιθώριο κέρδους των εταιριών προμήθειας κατά τους μήνες εφαρμογής του Προσωρινού Μηχανισμού Ανάκτησης Μέρους Εσόδων στην Αγορά Επόμενης Ημέρας, θα αξιολογείται, προκειμένου να εφαρμοστεί ο νέος μηχανισμός που ανακοίνωσε το ΥΠΕΝ, για τα υπερέσοδα στην αγορά προμήθειας.
Αναλυτικά σύμφωνα με ανακοίνωση της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας:
Η ΡΑΕ σε συνεργασία με το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας επεξεργάζεται και συμβάλει στη διαμόρφωση δραστικών λύσεων για την διασφάλιση της αποδοτικής λειτουργίας των αγορών ενέργειας με γνώμονα την στήριξη των τελικών καταναλωτών εν μέσω της παρούσας ενεργειακής κρίσης.
Ειδικότερα στο πλαίσιο μείωσης του ενεργειακού κόστους για τον τελικό καταναλωτή εφαρμόστηκε μεθοδολογία για την εκ των υστέρων (ex-post) ανάκτηση των «υπερκερδών» της χονδρεμπορικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας του διαστήματος Οκτώβριος 2021 έως Ιούνιος 2022.
Ακόμα, έχει υιοθετηθεί και εφαρμόζεται από τον Ιούλιο 2022, μηχανισμός για την εκ των προτέρων (ex-ante) ανάκτηση «υπερεσόδων» των παραγωγών από την χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και πιο συγκεκριμένα από την Αγορά Επόμενης Ημέρας και την Ενδοημερήσια Αγορά.
Αναφορικά με τον υπό διαμόρφωση μηχανισμό για την ανάκτηση «υπερεσόδων» στο πλαίσιο της λιανικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, αξιολογείται το μεικτό περιθώριο κέρδους των εταιριών προμήθειας κατά τους μήνες εφαρμογής του Προσωρινού Μηχανισμού Ανάκτησης Μέρους Εσόδων στην Αγορά Επόμενης Ημέρας και Ενδοημερήσιας Αγοράς, λαμβάνοντας υπόψη την μεταβλητότητα της χονδρεμπορικής αγοράς και την αβεβαιότητα στην εκτίμηση του κόστους προμήθειας από τις εταιρίες προμήθειας.
Σημειώνεται ότι κατόπιν πρωτοβουλίας της Αρχής στο πλαίσιο της τελικής έκθεσης του ACER για την αξιολόγηση του σχεδιασμού της ευρωπαϊκής χονρεμπορικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας “ACER’s Final Assessment of the EU Wholesale Electricity Market Design” εισήχθη το δέκατο τρίτο μέτρο “temporary relief valve” για την διαμόρφωση των πολιτικών αντιμετώπισης της ενεργειακής κρίσης, βάσει του οποίου καθίσταται δυνατή η υιοθέτηση στοχευμένων μέτρων όπως οι ανωτέρω μηχανισμοί ανάκτησης «υπερκερδών».