Έρχεται «ψαλίδι» στον φόρο κατανάλωσης της βενζίνης για ένα τρίμηνο
Το μέτρο υλοποιείται ήδη στη Γερμανία και άρχισε να το εξετάζει η κυβέρνηση, καθώς έρχονται νέα ρεκόρ τιμών και έκρηξη κοινωνικής δυσφορίας
ε ασφυκτική πίεση για μια ουσιαστική παρέμβαση μείωσης των τιμών της βενζίνης βρίσκεται πλέον η κυβέρνηση και εξετάζει, σύμφωνα με πληροφορίες, πολύ σοβαρά το μέτρο που ήδη ενεργοποίησε η κυβέρνηση Σολτς στη Γερμανία, δηλαδή τη δραστική μείωση για ένα τρίμηνο του φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα.
Στο Μαξίμου εκτιμούν ότι μέτρα όπως η επιδότηση των 40 – 50 ευρώ για την κατανάλωση βενζίνης, η επιδότηση των 15 λεπτών στο πετρέλαιο κίνησης ή οι αγορανομικοί έλεγχοι στα πρατήρια καυσίμων, δεν έχουν προσφέρει ουσιώδη ελάφρυνση στους καταναλωτές. Άλλωστε η τιμή της αμόλυβδης κινείται ολοταχώς προς τα 2,5 ευρώ και σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Κομισιόν είναι η δεύτερη υψηλότερη στην ευρωζώνη, πίσω μόνο από τη Φινλανδία.
Το επόμενο διάστημα το πρόβλημα θα γίνει εντονότερο και η κοινωνική δυσφορία θα κορυφωθεί, καθώς οι θερινοί μήνες είναι κατά παράδοση αυτοί όπου καταγράφεται και η μεγαλύτερη ζήτηση καυσίμων κίνησης στην Ελλάδα, λόγω των διακοπών. Σε αυτό το κλίμα, ακόμη και το μέτρο που κατ’ επανάληψη έχει απορριφθεί με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο από τα στελέχη του οικονομικού επιτελείου, δηλαδή η μείωση του εξαιρετικά υψηλού φόρου κατανάλωσης, έρχεται πλέον στο τραπέζι των κυβερνητικών συζητήσεων.
Μάλιστα, η κυβέρνηση βρίσκεται υπό νέα πίεση να μειώσει τον ΕΦΚ των υγρών καυσίμων μετά την απόφαση της κυβέρνησης Σολτς στη Γερμανία να προχωρήσει σε δραστική μείωση των φόρων κατανάλωσης στη βενζίνη και στο ντίζελ κίνησης. Με νομοσχέδιο που εγκρίθηκε την Παρασκευή από τα νομοθετικά σώματα της Γερμανίας μειώνεται για το τρίμηνο Ιουνίου – Αυγούστου ο ειδικός φόρος κατανάλωσης της βενζίνης κατά 0,14 ευρώ και του ντίζελ κίνησης κατά 0,30 ευρώ.
Η Ελλάδα έχει πολύ μεγαλύτερα περιθώρια (εφόσον βέβαια το αντέχει ο προϋπολογισμός…) για να μειώσει τους φόρους, καθώς στη χώρα μας η συνολική φορολογική επιβάρυνση της αμόλυβδης είναι η τέταρτη μεγαλύτερη στην ευρωζώνη και ξεπερνά τα 70 λεπτά (0,70 ευρώ) το λίτρο, έναντι 0,645 ευρώ στη Γερμανία.
Οι εξαιρετικά υψηλοί φόροι στα καύσιμα επιβλήθηκαν την περίοδο της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων, αλλά έκτοτε έχουν διατηρηθεί αναλοίωτοι, καθώς αποτελούν μια εύκολη πηγή εσόδων για τις κυβερνήσεις.
Αμόλυβδη βενζίνη (95) | |
Χώρα | Φόροι* |
Ολλανδία | 821,14 |
Ιταλία | 728,4 |
Φινλανδία | 722,41 |
Ελλάδα | 713,55 |
Γαλλία | 691,3 |
Ιρλανδία | 656,71 |
Γερμανία | 654,5 |
Πορτογαλία | 647,98 |
Βέλγιο | 600,16 |
Εσθονία | 563 |
Μάλτα | 549,38 |
Σλοβακία | 543,65 |
Λετονία | 518,39 |
Λουξεμβούργο | 516,31 |
Τσεχία | 500,18 |
Αυστρία | 489,27 |
Ισπανία | 472,69 |
Λιθουανία | 466 |
Σλοβενία | 445,49 |
Κύπρος | 439,7 |
* Ευρώ ανά χιλιόλιτρο καυσίμου – Πηγή: Κομισιόν |
Τα έσοδα από τους ενεργειακούς φόρους συνολικά πλησιάζουν το 3% του ΑΕΠ, σύμφωνα με την Ελληνική Εταιρεία Ενεργειακής Οικονομίας (ετήσια έκδοση Greek Energy Market Report 2021). Αυτό είναι και το υψηλότερο ποσοστό στην Ευρώπη, με εξαίρεση τη Σλοβενία όπου φθάνει στο 3%
Όπως φαίνεται στο γράφημα, τα ελληνικά έσοδα από τα «χαράτσια» στον ενεργειακό τομέα ξεπερνούν κατά πολύ τον μέσο όρο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που είναι μόλις 1,9% του ΑΕΠ. Χώρες του Νότου, όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία, παρότι αντιμετώπισαν μεγάλες οικονομικές δυσκολίες στη διάρκεια της κρίσης της περασμένης δεκαετίας, διατηρούν σχετικά χαμηλά τη φορολογική επιβάρυνση των ενεργειακών προϊόντων (1,5% του ΑΕΠ και 1,9%, αντίστοιχα). Αξίζει να σημειωθεί ότι η πολύ βαριά φορολογική επιβάρυνση της βενζίνης κρατά την Ελλάδα σταθερά σε μία από τις τρεις πρώτες θέσεις στην Ευρώπη σε ό,τι αφορά τις τιμές της βενζίνης.
Έσοδα από φόρους στην ενέργεια ως ποσοστό του ΑΕΠ
Με βάση στοιχεία της περιόδου 2015 – 2020, τα έσοδα από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης στο ντίζελ και τη βενζίνη ανέρχονται συνολικά περίπου σε 4 δισ. ευρώ τον χρόνο (βλ. γράφημα). Ένα μέτρο όπως αυτό που εφαρμόσθηκε στη Γερμανία, για παράδειγμα με μείωση κατά 50% στον ΕΦΚ βενζίνης και ντίζελ για τρεις μήνες, θα είχε κόστος της τάξεως των 500 εκατ. ευρώ. Πρόκειται για ένα αρκετά «ακριβό» μέτρο πολιτικής, που όμως θα είχε, όπως εκτιμούν πολλοί στην κυβέρνηση, ανεκτίμητη πολιτική αξία, αφού θα συνέβαλε στην αποφυγή μιας έκρηξης κοινωνικής δυσαρέσκειας μέσα στο καλοκαίρι και ενώ η χώρα βρίσκεται σε παρατεταμένη προεκλογική περίοδο.