Αισιοδοξία στην Ε.Ε. για το φυσικό αέριο τον ερχόμενο χειμώνα
Ευρωπαίοι αξιωματούχοι: κερδίσαμε τη μάχη του αερίου με τη Ρωσία - Αντίθετες προβλέψεις από τη Goldman Sachs - Ποιος θα δικαιωθεί;
Αισιόδοξοι εμφανίζονται οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι αναφορικά με τις τιμές και την επάρκεια του φυσικού αερίου τον ερχόμενο χειμώνα στην ΕΕ.
«Πολύ καλές οι προοπτικές για τον επόμενο χειμώνα και σχεδόν γεμάτες οι αποθήκες μας», σχολίασε η Ευρωπαία επίτροπος Ενέργειας Κάντρι Σίμπσον.
Αλλά και άλλοι κορυφαίοι αξιωματούχοι των Βρυξελλών μιλούν για «αισιοδοξία που υπάρχει ότι τα χειρότερα είναι πίσω μας».
Η πορεία των τιμών εν μέρει τους δικαιώνει: από τα 340 ευρώ στις 26 Αυγούστου 2022 οι τιμές υποχωρούν πλέον σε επίπεδα κοντά στα 35 ευρώ ανά μεγαβατώρα.
Παράλληλα, στη διαπίστωση ότι η ΕΕ κέρδισε τον «ενεργειακό πόλεμο» με τη Ρωσία, αλλά με υψηλό κόστος και σήμερα καλείται να προετοιμαστεί για έναν ακόμα γύρο ενεργειακών προκλήσεων, κατέληξε η συζήτηση για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης που διοργάνωσαν το Ινστιτούτο Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής και το Wilfried Martens Centre for European Studies, στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών.
Η πορεία των τιμών και τα σενάρια
Οι τιμές έχουν υποχωρήσει σε χαμηλότερα επίπεδα από τον Ιούλιο του 2021, αν και παραμένουν σε επίπεδα διπλάσια από το χαμηλό των 18 ευρώ ανά μεγαβατώρα που είχαν βρεθεί την άνοιξη εκείνου του έτους.
«Η πτωτική τάση ενδέχεται να συνεχιστεί. Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης αναφοράς της ηπείρου έχουν υποχωρήσει σημαντικά από τα επίπεδα ρεκόρ που παρατηρήθηκαν το περασμένο καλοκαίρι. Παράλληλα, η κατανάλωση αργεί να ανακάμψει από τα χαμηλά της κρίσης» μας λέει Έλληνας τεχνοκράτης των Βρυξελλών.
Η μειωμένη χρήση αερίου λόγω ήπιου χειμώνα σημαίνει ότι οι παγκόσμιες προμήθειες είναι αρκετές για να καλύψουν την ευρωπαϊκή ζήτηση προς το παρόν, ακόμη και με μειωμένες ροές από τη Ρωσία.
«Όμως η κρίση δεν έχει τελειώσει και μια καθυστερημένη και αβέβαιη ανάκαμψη της κατανάλωσης θα μπορούσε να διαταράξει την εύθραυστη ισορροπία της αγοράς» προβλέπει σημαίνον στέλεχος της ενεργειακής αγοράς.
Με το στέλεχος αυτό όμως συμφωνεί η Goldman Sachs, η οποία προβλέπει έναν μεγάλες δυσκολίες στην Ευρώπη με τριπλασιασμό των τιμών του φυσικού αερίου.
Σύμφωνα με έκθεση της Goldman Sachs, «οι τιμές χονδρικής του φυσικού αερίου θα μπορούσαν να αυξηθούν σε πάνω από 100 ευρώ ανά μεγαβατώρα το δεύτερο εξάμηνο του έτους, σχεδόν τρεις φορές υψηλότερα από τα σημερινά επίπεδα των περίπου 36 ευρώ».
Οι αναλυτές της επενδυτικής τράπεζας εκτιμούν ότι η ευρωπαϊκή κατανάλωση αλλά και η ζήτηση υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) αλλού στον κόσμο θα ανακάμψουν σημαντικά το δεύτερο εξάμηνο του 2023 αυξάνοντας τις τιμές κατά μέσο όρο πάνω από τα 90 ευρώ ανά μεγαβατώρα.
Προσθέτουν ακόμη ότι «ακόμη και αν η βιομηχανική ζήτηση παραμείνει υποτονική αυτό το καλοκαίρι, αυτό δεν αποτελεί εγγύηση ότι η αποθήκευση θα είναι επαρκής καθ’ όλη τη διάρκεια του χειμώνα».
Η αλήθεια είναι ότι οι χαμηλές τιμές στην ΕΕ έχουν φέρει αύξηση στη χρήση φυσικού αερίου, γεγονός που θα μπορούσε να τροφοδοτήσει την ανάκαμψη της ζήτησης.
Η Goldman Sachs επίσης αναφέρει ότι το «δομικό έλλειμμα» στα ευρωπαϊκά ισοζύγια φυσικού αερίου δεν έχει ακόμη επιλυθεί και παρουσιάζει ανοδικό κίνδυνο για τις τιμές του φυσικού αερίου της περιοχής και προσθέτει στην ανάλυσή της ότι «μόνο το 2025 αναμένουμε ότι η ευρωπαϊκή ενεργειακή κρίση θα βρει μια πιο βιώσιμη λύση, όταν το επόμενο κύμα παγκόσμιων έργων παροχής υγροποιημένου φυσικού αερίου, που βρίσκονται υπό κατασκευή, θα αρχίσει να εισρέει στο δίκτυο».
Ποιος θα δικαιωθεί;
Όσοι αισιοδοξούν όμως προβλέπουν ότι οι τιμές θα κάνουν νέα βουτιά σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα.
«Διαπιστώνουμε ότι η Ευρώπη τα πήγε εξαιρετικά καλά και η κρίση έχει παρέλθει», λέει ο Κλάους Ράινις του ελβετικού trader ενέργειας MET Holding AG, προσθέτοντας ότι «υπάρχουν προσδοκίες για πτώση της τιμής στα 10 ευρώ ανά μεγαβατώρα, δηλαδή περίπου 70% κάτω από τα τρέχοντα επίπεδα. Ακόμη κι αν συμβεί αυτό, οι τιμές δεν θα παραμείνουν για πολύ σε χαμηλά επίπεδα».
Γεγονός είναι ότι η εξάρτηση της Ευρώπης από υγροποιημένo φυσικό αέριο, που αντικατέστησε το ρωσικό μέσω αγωγών, αφήνει τη Γηραιά Ήπειρο ευάλωτη στις διακυμάνσεις των αγορών, για παράδειγμα αν έχουμε απότομη αύξηση της ζήτησης φυσικού αερίου από τη βιομηχανία σε συνδυασμό με αύξηση της ζήτησης στην Ασία.
Η αισιοδοξία όμως για το αέριο είναι το κυρίαρχο συναίσθημα στις Βρυξέλλες. Τα συμβόλαια φυσικού αερίου για άμεση παράδοση διαπραγματεύονται με σημαντική έκπτωση σε σχέση με τα συμβόλαια για το χειμώνα 2023-2024.
Είναι και ένα σημάδι ότι οι προμήθειες είναι άφθονες για την τρέχουσα περίοδο, καθώς και μια ένδειξη ότι η αγορά πιστεύει ότι η ευρωπαϊκή ζήτηση πρέπει να περιοριστεί ξανά τον επόμενο χειμώνα μέσω των τιμωρητικών υψηλών τιμών.
Τα συμβόλαια φυσικού αερίου για τον Ιανουάριο-Φεβρουάριο 2024 διαπραγματεύονται κοντά στα 60 ευρώ ανά μεγαβατώρα.
Ευρωπαίοι αξιωματούχοι: κερδίσαμε τη μάχη του αερίου με τη Ρωσία
«Η ΕΕ κέρδισε τον ενεργειακό ‘πόλεμο’ με τη Ρωσία, αλλά με υψηλό κόστος και σήμερα καλείται να προετοιμαστεί για έναν ακόμα γύρο ενεργειακών προκλήσεων» ήταν το βασικό συμπέρασμα συζήτησης για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης που διοργάνωσαν το Ινστιτούτο Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής και το Wilfried Martens Centre for European Studies, στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών.
Ο Υπουργός Οικονομίας και Βιώσιμης Ανάπτυξης της Κροατίας κ. Davor Filipović ανέφερε ότι η ΕΕ κατάφερε να υποστηρίξει ουσιαστικά την Ουκρανία και ταυτόχρονα να αντιμετωπίσει με επιτυχία το ζήτημα της ενέργειας, ενώ πολλές χώρες πέτυχαν και θετικά οικονομικά αποτελέσματα, ανάμεσα στις οποίες είναι η Κροατία και η Ελλάδα.
«Σε επίπεδο ΕΕ, περιορίσαμε την τιμή στα 180 ευρώ ανά μεγαβατώρα τον Δεκέμβριο. Αυτό ήταν ένα μήνυμα προς τους κερδοσκόπους ότι δεν θα βγάλουν λεφτά από τις πλάτες των πολιτών της ΕΕ, με αποτέλεσμα η τιμή να αρχίσει να μειώνεται και να έχει φτάσει τώρα λίγο κάτω από 40 ευρώ ανά μεγαβατώρα».
Ο Κροάτης υπουργός έκανε ειδική αναφορά στον ρόλο της Ελλάδας και του αρμόδιου υπουργού κ. Κώστα Σκρέκα που πρωτοστάτησε σε αυτή την πρωτοβουλία των 15 χωρών για την επιβολή του χαμηλότερου δυνατού ορίου.
Ερωτηθείς για το θέμα της πυρηνικής ενέργειας, υπό τη σκιά του- ρωσικής κατασκευής- πυρηνικού εργοστασίου στο Ακούγιου της Τουρκίας ο κ. Filipović απάντησε ότι για την ΕΕ η ασφάλεια των πυρηνικών εγκαταστάσεων αποτελεί αδιαπραγμάτευτη προτεραιότητα.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση κατάφερε να ξεπεράσει την ενεργειακή κρίση του 2022/23 και μια πιθανή ύφεση χάρη στην κοινή αντίδραση των κρατών μελών της, διαπίστωσε ο κ. Dimitar Lilkov, κύριος ερευνητής στο Martens Centre.
Η ΕΕ μείωσε συλλογικά την κατανάλωση φυσικού αερίου κατά 17% σε σύγκριση με τον προηγούμενο χειμώνα και αυτό συνέβαλε στη μείωση της πίεσης.
Οι επενδύσεις που ήδη είχαν γίνει σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας βοήθησε στη σταθεροποίηση της κατάστασης.
Ωστόσο, η υπέρβαση της ενεργειακής κρίσης είχε πολύ υψηλό οικονομικό κόστος λόγω των πρόσθετων ενεργειακών επιδοτήσεων από τις εθνικές κυβερνήσεις προκειμένου να βοηθηθούν οι επιχειρήσεις και οι οικογένειες να καλύψουν τους λογαριασμούς ενέργειας.
Το κόστος αυτό ξεπέρασε τα 700 δισ. ευρώ, χωρίς να υπολογίζονται οι δαπάνες για επιπλέον προμήθειες και εγκαταστάσεις υγροποιημένου φυσικού αερίου κ.λπ..
Ο κ. Lilkov σχολίασε ότι το μοντέλο αυτό λειτούργησε, αλλά δεν είναι βιώσιμο. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στη βελτίωση του εγχώριου ενεργειακού εφοδιασμού εντός της ηπείρου μας και να διαφοροποιήσουν τον εφοδιασμό μας από αξιόπιστες τρίτες χώρες.
Τη δημιουργία μιας κοινής αγοράς ενέργειας, υποστήριξε ο κ. Γιώργος Κρεμλής, επίτιμος Διευθυντής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο οποίος αναγνώρισε ότι η ΕΕ δεν είχε προετοιμαστεί για το ενδεχόμενο μιας ενεργειακής κρίσης.
Επισήμανε επίσης τη μεγάλη σημασία της απεξάρτησης από το φυσικό αέριο και την στροφή στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας αλλά και στο υδρογόνο, ενώ για την πυρηνική ενέργεια εκτίμησε ότι θα πρέπει να βρεθεί μια κοινή λύση στο θέμα των αποβλήτων.
Ο κ. Κρεμλής επεσήμανε επίσης τον ρόλο που πλέον έχει η χώρα μας για τη θωράκιση της ενεργειακής ασφάλειας της ΕΕ τόσο με τον σχεδιασμό των αγωγών όσο και με τη διασύνδεση με την Αίγυπτο και την προμήθεια καθαρής ηλεκτρικής ενέργειας.
Στη διαπίστωση ότι η ΕΕ –παρά τις αντίθετες προβλέψεις- έχει κερδίσει μέχρι στιγμής τον υβριδικό πόλεμο της Ρωσίας, στο πεδίο της ενέργειας, κατέληξε ο Υπεύθυνος Διεθνών Σχέσεων του Ινστιτούτου Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμαλής και μέλος του ΔΣ του Ευρωπαϊκού Δικτύου Πολιτικών Ιδρυμάτων κ. Παναγιώτης Κακολύρης.
Ο κ. Κακολύρης ανέφερε ότι, παρά το κόστος, πιστώνεται στην ΕΕ το ότι κατάφερε να ανταποκριθεί σε μια ιστορική πρόκληση που θα πρέπει όμως να αντιμετωπιστεί ως ευκαιρία για τη θωράκιση της ενεργειακής της ασφάλειας και την προώθηση των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων. Τόνισε ότι «περάσαμε τον “χειμώνα της ενεργειακής δυσαρέσκειας”, αλλά με δεδομένο ότι δεν διαφαίνεται ούτε το τέλος του πολέμου ούτε η αποκατάσταση των σχέσεων με τη Ρωσία, η ΕΕ καλείται να προετοιμαστεί για έναν ακόμα γύρο ενεργειακών προκλήσεων».
Να θυμίσουμε πως το Ινστιτούτο Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής και το Wilfried Martens Centre for European Studies ήταν για δεύτερη χρονιά φέτος εταίροι περιεχομένου (programming partners) στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών.