Το 2022 ήταν απλά το «τρέιλερ» …ετοιμαστείτε το 2023 για το κυρίως θέμα!
Δεν τα λέμε εμείς. «Αυτοί» τα λένε! - Ψυχρολουσία «με το καλημέρα» από τους μεγάλους επενδυτικούς οίκους
Υπήρχε μια εποχή που θα λέγαμε «επιστροφή στη σκληρή πραγματικότητα» μετά τα γλέντια και τους χορούς της Πρωτοχρονιάς. Όμως πλέον ούτε αυτήν την παρηγοριά (στον άρρωστο) δεν απολαμβάνουμε! Η κίνηση έξω στις φετινές γιορτές, για όποιον κυκλοφορεί, ήταν ξεκάθαρα πεσμένη, ασχέτως τι θέλουν να παρουσιάζουν τα μίντια. Το ότι γεμίζουν κάτι ανθυπομπουζούκια (ο θεός να τα κάνει), τα οποία δεν αποτελούν ούτε το ¼ αυτών που αντιπροσώπευαν κάποτε την ελληνική νύχτα, σε μια χώρα μάλιστα όπου ο μισός πληθυσμός είναι συγκεντρωμένος σε μια πόλη, δε λέει και τίποτα. Η κατανάλωση είναι αυτή που μετράει. Και τα ταμεία είναι θλιβερά, ακόμη και με τις εξωφρενικές σύγχρονες τιμές της φιάλης.
Διότι φυσικά ο κόσμος δεν έχει. Στη συντριπτική πλειοψηφία του θα βγει σφιγμένος, για ένα μίζερο, βεβιασμένο ποτό, μη ικανός να παραγγείλει και δεύτερο μπουκάλι (άρα μη ικανός να απολαύσει και το πρώτο), με ένα βεβιασμένο χαμόγελο που κρύβει τις βαθιές ανησυχίες της επόμενης μέρας, που πλέον καταπνίγουν ακόμη και τους πιο προνομιούχους αυτής της ολοένα πιο διχασμένης κοινωνίας.
Στην καλύτερη των περιπτώσεων θα προστατεύσουν την αξιοπρέπεια (και τα χρήματά τους), μένοντας σπίτι, αρνούμενοι να βγουν «απλά για να βγουν», πόσο μάλλον να φάνε μάταια την πρωτοχρονιάτικη κίνηση σε ένα ασφυκτικό πλέον άστυ. Καλή είναι η αισιοδοξία. Οι ψευδαισθήσεις δεν είναι. Η υποκρισία και η άρνηση δεν έχουν καμιά σχέση με την αισιοδοξία, και είναι αυτές ακριβώς που αιχμαλωτίζουν το άτομο στη μιζέρια. Το λεγόμενο «New Year Resolution» του Δυτικού Κόσμου, που συνηθίζει γιορτάρες μέρες να πραγματοποιεί νοητά ένα δήθεν απολογισμό όσων (δεν) έκανε τη χρονιά που πέρασε, και ταυτόχρονα έναν υποθετικό «προϋπολογισμό» όσων πάλι (δε) θα κάνει την επόμενη. Ποιο είναι το νόημα σε όλο αυτό; Και πού μας πηγαίνει;
Οι υγιείς και επιτυχημένοι άνθρωποι δε σχεδιάζουν απλώς, πράττουν. Δεν εύχονται, δεν ψευτοελπίζουν, αναμένουν κάθε καλή ή κακή χρονιά και προσαρμόζονται. Ούτε «ξορκίζουν» τον κακό το χρόνο, λες και φταίει αυτός για τα όποια δεινά μας. Ο χρόνος δεν υπάρχει καν, είναι ανθρώπινη επινόηση άλλωστε. Φταίει το κακό 2020 ή 21 ή 22 για τον κορωνοϊό, τον πόλεμο, τον πληθωρισμό; Το κακό μας το κεφάλι φταίει, και θα συνεχίσει να υποφέρει, αν δεν ξεφύγει από ηλίθιες πρωτοχρονιάτικες ψευδαισθήσεις.
Στο radar είχαμε αναλύσει σε βάθος τα τελευταία χρόνια την εκτίμησή μας για την πορεία της δυτικής οικονομίας και κοινωνίας για την τρέχουσα δεκαετία. Χωρίς ψευδαισθήσεις, με ρεαλισμό και φυσικά πάντοτε αγνή πρόθεση, κόντρα σε όσα κοντόφθαλμα μυαλά θα μας έλεγαν απαισιόδοξες Κασσάνδρες. Αν πραγματικά ήμασταν απαισιόδοξοι, δε θα γράφαμε τίποτε για όλα αυτά, διότι δε θα είχε και νόημα. Ας πήγαινε κατά διαόλου η κοινωνία, αν ήταν να πάει. Η κρυφή αισιοδοξία και ελπίδα του ανοήτου (γιατί ανόητοι είμαστε κι εμείς) είναι αυτή που τροφοδοτεί αυτά τα κείμενα, στην ίσως ψευδαίσθηση πως η κοινωνία θα αντιληφθεί τη κακή ρότα που έχει πάρει το καράβι, και θα κάνει τις απαραίτητες μανούβρες να αποφύγει τη συντριβή.
Όσο περνάει ο καιρός όμως και η ελπίδα φθίνει, και η συντριβή γίνεται πλέον όλο και πιο ξεκάθαρη (ορατή πλέον και στον τελευταίο δήθεν αισιόδοξο), τότε είναι που χάνεται και το νόημα στο να μιλήσει κανείς για αυτά. Αυτός είναι κι ο λόγος που άλλοτε αφιερώναμε αμέτρητες σελίδες στο σοβαρό θέμα του πληθωρισμού, ενώ τώρα έχουμε σχετικά «σωπάσει». Τι νόημα έχει πλέον; Το καράβι συνετρίβη. Και τώρα αντίστοιχα είναι που όλοι εκείνοι που πριν 2-3 χρόνια ούτε καν βλέπαν το παγόβουνο (ή μιλούσαν για αποπληθωρισμό!), εμφανίζονται λαλίστατοι για το θέμα. Εκ των υστέρων, δίχως νόημα πλέον. Έτσι συμβαίνει πάντα.
Απλώς στεναχωρούν τον κόσμο, χωρίς να προσφέρουν κάποια σανίδα σωτηρίας, διότι πολύ απλά δεν υπάρχει. Η σανίδα ήταν η προετοιμασία. Οι απαραίτητες ενέργειες προφύλαξης της περιουσίας/αγοραστικής μας δύναμης για όταν θα ερχόταν η λαίλαπα του πληθωρισμού. Η «θεραπεία» πλέον είναι ανούσια ημίμετρα σε ένα καζάνι που όλοι θα βράσουν, φτωχοί και πλούσιοι. Όπως με όλα, έτσι η πρόληψη είναι ο καλύτερος γιατρός.
Τελικά ποιος είναι αυτός που «τρομοκρατεί»; Ποιος είναι ο «κακός απαισιόδοξος» και ο δήθεν αισιόδοξος της ιστορίας μας; Δεν υπάρχει αισιόδοξος και απαισιόδοξος. Όποιος σκέφτεται έτσι έχει χάσει το παιχνίδι εξ αρχής. Υπάρχει μόνο σώφρων ρεαλιστής και ανόητος σε επικίνδυνη ψευδαίσθηση. Υπάρχει αυτός που προσέχει (για να έχει) και αυτός που τρέχει σαν ακέφαλο κοτόπουλο όταν σκάσει ο πανικός. Ακριβώς τότε που θα έπρεπε να είναι ήρεμος, αφού ό,τι είναι να γίνει πλέον, έχει δρομολογηθεί. Το αεροπλάνο έχει πιάσει ταχύτητα απογείωσης.
Και τώρα φωνάζουν στα μίντια για ακρίβεια. Και τώρα ζητούν επιδόματα, και άλλα βλαβερά ψευτοφάρμακα, προχωρημένα συμπτώματα μιας οικονομίας σε σήψη. Τα αντίστοιχα συμπτώματα της κοινωνίας είναι επίσης εμφανή παντού, από τον τρόπο που διασκεδάζουμε και συμπεριφερόμαστε, μέχρι το πώς βγαίνουμε Παραμονή Πρωτοχρονιάς.
Επιστροφή στην αρχή λοιπόν. Επιστροφή στη σκληρή πραγματικότητα, αλλά αυτή τη φορά όχι από εμάς τους «κακούς». Εμείς δεν είμαστε εδώ για να πούμε «σας τα λέγαμε», πόσο μάλλον να αρχίσουμε έτσι τη χρονιά. Εμείς, όπως εξηγήσαμε, παραδίδουμε το μικρόφωνο σε εκείνους που μάλιστα τα τελευταία 2-3 χρόνια εμφανίζονταν ως οι πιο «αισιόδοξοι», και τώρα μιλούν χαρακτηριστικά για «ζοφερό» (!) 2023, πολλώ γε μάλλον για μια σκοτεινή δεκαετία γενικότερα…
Στην πραγματικότητα έπαιζαν απλώς τον «καλό μπάτσο», ο οποίος περίτεχνα σε παγιδεύει σε μια επικίνδυνη ψευδαίσθηση, προκειμένου τελικά να τα «ξεράσεις» όλα. Και θα τα ξεράσουμε όλα, μέχρι τελευταίας ρανίδος, να είστε σίγουροι…
«Αυτοί» θα σας τα πουν τώρα! Εμείς απλώς συλλέξαμε τις εκτιμήσεις των κορυφαίων επενδυτικών οίκων και σας τις παρουσιάζουμε. Θα συνοψίσουμε μόνο τα λεγόμενά τους στην απλή φράση, πως αν τα πρώτα δύο χρόνια της πανδημίας ήταν η «εισαγωγή» της ταινίας, τώρα μόλις που βαίνουμε στο κύριο μέρος (του θρίλερ)… Μια σκέψη που γυρίζει στο κεφάλι των περισσότερων από εμάς. Για να δούμε τι θα δούμε…
Κοινός παρονομαστής «του κακού»: Κεντρικές τράπεζες
Goldman Sachs: Η επενδυτική τράπεζα αναμένει παγκόσμια ανάπτυξη μόλις 1,8%, με την ανθεκτικότητα της αμερικανικής οικονομίας να έρχεται σε αντιπαραβολή με την ευρωπαϊκή ύφεση και το ανώμαλο «άνοιγμα» στην Κίνα. “Οι ΗΠΑ θα αποφύγουν στο παρά «ένα» την ύφεση καθώς ο δομικός πληθωρισμός θα επιβραδυνθεί από 5% σε 3% στα τέλη του 2023. Παράλληλα, η ανεργία θα αυξηθεί κατά 0,5%. Η Fed θα αυξήσει το επιτόκιο αναφοράς κατά 125 μονάδες βάσης, στο επίπεδο του 5-5,25%. Η ευρωζώνη και το Ηνωμένο Βασίλειο βρίσκονται πιθανώς σε ύφεση, κυρίως λόγω του πραγματικού εισοδήματος που έχει πληγεί από την αύξηση των λογαριασμών ενέργειας. Από την άλλη, αναμένεται ήπια συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας, καθώς η Ευρώπη έχει ήδη καταφέρει να περικόψει τις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου χωρίς να επηρεαστεί πολύ η ανάπτυξη. Δεδομένων των κινδύνων ύφεσης και του πληθωρισμού, αναμένονται τώρα αυξήσεις επιτοκίων ως τον Μάιο από την ΕΚΤ μέχρι τα επίπεδα του 3%. Η Κίνα είναι πιθανό να αναπτυχθεί αργά το α’ λόγω αναθέρμανσης Covid.”
JP Morgan: “Παρά το γεγονός ότι παραμένει πάνω από τους στόχους των κεντρικών τραπεζών, ο πληθωρισμός θα αρχίσει να υποχωρεί καθώς η οικονομία επιβραδύνεται, η αγορά εργασίας αποδυναμώνεται, οι πιέσεις στην αλυσίδα εφοδιασμού συνεχίζουν να αμβλύνονται και η Ευρώπη διαφοροποιεί τον ενεργειακό της εφοδιασμό. Στο βασικό του σενάριο, ο επενδυτικός οίκος προβλέπει ότι οι ανεπτυγμένες οικονομίες θα καταγράψουν ύφεση το 2023. Πιστεύουμε ότι υπάρχουν ευκαιρίες σε μετοχές που σχετίζονται με το κλίμα και στις αναδυόμενες αγορές». Για την Ευρώπη, ο βασικός κίνδυνος αφορά λιγότερο την κατάρρευση στην αγορά κατοικίας και περισσότερο τον ενεργειακό εφοδιασμό, δεδομένου ότι η Ρωσία – ο πρώην προμηθευτής του 40% του ευρωπαϊκού φυσικού αερίου – διέκοψε το μεγαλύτερο μέρος των προμηθειών της αυτό το καλοκαίρι.”
Morgan Stanley: “Η αναταραχή του 2022 επιβαρύνει πλέον, σε μεγάλο βαθμό, τις επενδυτικές προοπτικές για το 2023. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να σταθμίσουν προσεκτικά τις επιλογές τους καθώς προσπαθούν να καταστείλουν τον πληθωρισμό χωρίς να βλάψουν την οικονομία και τις χρηματοπιστωτικές αγορές. Οι προκλήσεις της αγοράς εργασίας και της ενέργειας δεν θα διευκολύνουν την ομαλή πορεία – αν και η Ευρώπη προς το παρόν φαίνεται ασφαλής. «Συνολικά, αναμένουμε ότι τα περιουσιακά στοιχεία σταθερού εισοδήματος (π.χ. ομόλογα) θα έχουν καλύτερη απόδοση από τις μετοχές το πρώτο εξάμηνο του 2023. Τελικά, το φάσμα των πιθανών μακροοικονομικών σεναρίων είναι ευρύ και εξαρτάται από τον τρόπο με τον οποίο προχωρούν οι κεντρικές τράπεζες, ιδιαίτερα η Fed. Αναμένουμε να δούμε μια ρηχή ύφεση και μια μέτρια, αλλά σε μεγάλο βαθμό περιοριστική νομισματική πολιτική.”
“Νέα τάξη πραγμάτων” και στις κεφαλαιαγορές
BlackRock: “Το 2023 τα περιουσιακά στοιχεία που ενέχουν κίνδυνου, δηλαδή τα ομόλογα και οι μετοχές, θα παραμείνουν υπό πίεση. Οι κεντρικοί τραπεζίτες δεν θα προστρέξουν προς διάσωση και η ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί, με την αυστηροποίηση σε επίπεδο νομισματικής πολιτικής να προοιωνίζεται ύφεση… «Αναμένουμε ότι ο πληθωρισμός θα μειωθεί αλλά θα παραμείνει επίμονα υψηλότερος από τους στόχους της κεντρικής τράπεζας του 2%. Θα γίνουμε bullish στις μετοχές όταν πιστέψουμε ότι η ζημιά προεξοφλείται ή όταν αλλάξει η άποψή μας για τον κίνδυνο αγοράς. Ωστόσο, δεν θα το δούμε αυτό ως προοίμιο για άλλη μια δεκαετή bull market σε μετοχές και ομόλογα. Είμαστε θετικοί απέναντι στα ομόλογα, αλλά, από την άλλη πλευρά, πιστεύουμε ότι τα μακροπρόθεσμα κρατικά ομόλογα δεν θα παίξουν τον παραδοσιακό τους ρόλο ως διαφοροποιητών χαρτοφυλακίου, λόγω του επίμονου πληθωρισμού. Το συμπέρασμα μας: Το νέο καθεστώς απαιτεί ένα νέο επενδυτικό playbook» καταλήγει η BlackRock.
Barclays: “Η επόμενη χρονιά θα είναι μια «μεγάλη νύχτα». Το 2023 μπορεί κάλλιστα να αποδειχθεί ένα έτος με τη μεγαλύτερη επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας. Ο κόσμος θα αναπτυχθεί κατά 1,7% το επόμενο έτος. Ο πληθωρισμός πιθανότατα θα μειωθεί σταδιακά, με τις τιμές καταναλωτή παγκοσμίως να αυξάνονται σε 4,6% κατά μέσο όρο το επόμενο έτος. Οι προηγμένες οικονομίες οδεύουν σε ύφεση, με επικεφαλής τη ζώνη του ευρώ και το Ηνωμένο Βασίλειο. Η εύλογη αξία για τον δείκτη S&P 500 για το α’ εξάμηνο του 2023 είναι οι 3.200 μονάδες. Εάν αναγκαζόταν κάποιος να επιλέξει μεταξύ μετοχών και ομολόγων, θα δίναμε σύσταση Overweight στο σταθερό εισόδημα έναντι των μετοχών. Ωστόσο, τα μετρητά θα πρέπει να είναι ο πραγματικός νικητής του 2023, με τις αποδόσεις του front-end των ΗΠΑ να είναι πιθανό να ανέλθουν στο 4,5% ή υψηλότερο και να παραμείνουν εκεί για αρκετά τρίμηνα.”
Citi: “Η κακή απόδοση των αγορών του 2022 προεξοφλεί την οικονομική αδυναμία που περιμένουμε το 2023: Οι αγορές προηγούνται, η οικονομία ακολουθεί. Πιστεύουμε ότι οι αυξήσεις επιτοκίων της Fed και το συρρικνούμενο χαρτοφυλάκιο ομολόγων ήταν αρκετά αυστηρά ώστε να προκαλέσουν οικονομική συρρίκνωση εντός του 2023. Και αν η Fed δεν σταματήσει τις αυξήσεις επιτοκίων μέχρι να δει τη συρρίκνωση, μπορεί να ακολουθήσει βαθύτερη ύφεση. Οι αγορές το 2023 θα οδηγήσουν την οικονομική ανάκαμψη που προβλέπουμε για το 2024. Ως εκ τούτου, αναμένουμε ότι το 2023 μπορεί τελικά να προσφέρει μια σειρά σημαντικών ευκαιριών για επενδυτές. Πρώτα, όμως, πρέπει να ξεπεράσουμε μια ύφεση στις ΗΠΑ που δεν έχει καν ξεκινήσει ακόμη! Ο δανεισμός των νοικοκυριών συντηρεί την ανάπτυξη επί του παρόντος, αλλά αυτή η αποταμίευση είναι πιθανότατα μη βιώσιμη, δεδομένου του αποπληθωρισμού των τιμών των χρηματοπιστωτικών αγορών και των ακινήτων. Πιστεύουμε ότι το τρέχον bear market ράλι βασίζεται σε πρόωρες, ψευδείς ελπίδες ότι η ύφεση δεν θα συμβεί –χάρη στο λεγόμενο «soft landing»– και ότι δεν θα υπάρξει ουσιαστική μείωση των εταιρικών κερδών. Κατά ειρωνικό τρόπο, όταν η Fed θα μειώσει τα επιτόκια για πρώτη φορά το 2023 – ένα γεγονός που αναμένουμε μετά από αρκετές αρνητικές αναφορές για την απασχόληση – θα το κάνει σε μια εποχή που η οικονομία ήδη θα αποδυναμώνεται” καταλήγει η Citi.
BNP Paribas: “Η επενδυτική λογική για το κλασικό χαρτοφυλάκιο 60% μετοχών / 40% ομολόγων λέει ότι θα προσφέρει σταθερές, αν όχι θεαματικές αποδόσεις. Η σύγκρουση στην Ουκρανία είχε βαθύ αντίκτυπο στις τιμές των εμπορευμάτων, ενισχύοντας τον πληθωρισμό και αναγκάζοντας την ΕΕ να επανεξετάσει τις ενεργειακές της πολιτικές. Αυτό θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στη δομή της βιομηχανίας και στο βιοτικό επίπεδο των πολιτών τα επόμενα χρόνια. Εν τω μεταξύ, οι αγορές παρακολουθούν στενά τις σχέσεις Κίνας-ΗΠΑ, φοβούμενοι ότι οι εντάσεις για την Ταϊβάν θα μπορούσαν να κλιμακωθούν. Χωρίς αμφιβολία το 2023 θα φέρει νέες πηγές αστάθειας. Αλλά αυτή η αστάθεια θα πρέπει να θεωρηθεί ευκαιρία.”
Lazard: “Η ισχύς της οικονομίας των ΗΠΑ και η φύση των αυξήσεων των τιμών στην Ευρώπη καθιστούν απίθανη τη μείωση του πληθωρισμού στο εύρος στόχου των κεντρικών τραπεζών (2%) – κάτι που για την ομάδα μας μπορεί να σημαίνει περισσότερες αυξήσεις επιτοκίων το 2023. Το επιτόκιο κεφαλαίων της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ θα μπορούσε να φτάσει το 5%–6%, πολύ πάνω από τις προσδοκίες της αγοράς, ενώ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα ωθήσει τα επιτόκια στο 2,5%–3%, με αποτέλεσμα σύντομες και ρηχές υφέσεις και στις δύο περιοχές κατά τη διάρκεια του έτους. Στην πραγματικότητα, πιστεύουμε ότι η παγκόσμια οικονομία εισέρχεται σε μια περίοδο διαρθρωτικά υψηλότερου πληθωρισμού. Οι επενδυτές αξίας είχαν ένα ισχυρό 12μηνο, αλλά πιστεύουμε ότι η εναλλαγή της αξίας έχει κάποιο περιθώριο να τρέξει, ιδιαίτερα για όσους τοποθετούνται βάσει θεμελιωδών μεγεθών”.
Fidelity: “Η σκληρή προσγείωση παραμένει το πιο πιθανό αποτέλεσμα το 2023. Τα επιτόκια τελικά θα αυξηθούν και άλλο, αλλά εάν ο πληθωρισμός παραμείνει σταθερός πάνω από το 2%, είναι απίθανο να μειωθούν γρήγορα – ακόμα κι αν οι τράπεζες λάβουν άλλα μέτρα για τη διατήρηση της ρευστότητας και τη διαχείριση της ολοένα μεγαλύτερης συσσώρευσης χρέους. Εάν η Fed συνεχίσει να αυξάνει τα επιτόκια, ένα ακόμη ισχυρότερο δολάριο θα μπορούσε να πυροδοτήσει υφέσεις παντού. Αντίθετα, μια αξιοσημείωτη αλλαγή στην κατεύθυνση του δολαρίου θα μπορούσε να προσφέρει ευρεία ανακούφιση και να αυξήσει τη συνολική ρευστότητα στις οικονομίες. Τέλος, καθώς οι αποδόσεις στα ομόλογα αυξάνονται, οι επενδυτές καλό είναι να αναζητούν ιδιότυπα στοιχεία στα χαρτοφυλάκιά τους αντί να βασίζονται σε ολόκληρες κινήσεις της αγοράς για να δημιουργήσουν αποδόσεις” καταλήγει η Fidelity.