Η αδιαφορία Τραμπ για την παραπομπή και το στοίχημα της οικονομίας
Μπορεί ο Ντόναλντ Τραμπ κυριολεκτικά να μην έχει αντίπαλο, αφού δε γνωρίζει καν ποιον θα αντιμετωπίσει από το Δημοκρατικό Κόμμα, όμως η συζήτηση που θα καθορίσει το μέλλον των ΗΠΑ (και ουσιαστικά του πλανήτη) έχει ήδη ανάψει.
Γράφει ο Γιάννης Τσιρογιάννης
Παρά
τις αμέτρητες επικοινωνιακές (και όχι μόνο) γκάφες του πλανητάρχη, οι
Δημοκρατικοί έχουν αποτύχει ως τώρα να αφανίσουν αυτόν που φαινομενικά φάνταζε
εύκολος αντίπαλος. Άλλωστε ζούμε στην εποχή της οικονομίας της προσοχής – δεν
πειράζει αν προβάλλεσαι για κακό, αρκεί να προβάλλεσαι (η δυσφήμηση είναι η
καλύτερη διαφήμιση). Αυτό αποδεικνύεται και από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις,
οι οποίες δεν έδειξαν να επηρεάζεται η δημοτικότητα του Προέδρου από την
πολυσυζητημένη παραπομπή από τη Βουλή των Αντιπροσώπων – μια κίνηση απελπισίας
από τους Δημοκρατικούς. Ιστορικά άλλωστε καμμία παραπομπή δεν έβλαψε Αμερικανό
Πρόεδρο. Τόσο ο Άντριου Τζόνσον όσο και ο Μπιλ Κλίντον βγήκαν δυνατότεροι από
τις απόπειρες παραπομπής τους – πλην του Ρίτσαρντ Νίξον, ο οποίος ωστόσο
παραιτήθηκε πριν καν γίνει ψηφοφορία.
Όχι,
ο Τραμπ δεν ανησυχεί ούτε τον ενδιαφέρει η παραπομπή του. Το μεγάλο στοίχημα
για τον Τραμπ είναι, όπως πάντα, το οικονομικό. Και ειδικότερα το να είναι ωραία
(ή ωραιοποιημένα, αν θέλετε) τα νούμερα του 2019 και 2020 προκειμένου να τα
πιστωθεί ο ίδιος, είτε πρόκειται για τους φίλους του στη Wall Street, είτε για θέσεις εργασίας και
παραγωγή, καθώς αυτά θα καθορίσουν το αποτέλεσμα στις κάλπες. Το τι θα συμβεί μετά
το 2020 και αν οικονομική ωρολογιακή βόμβα που έχουν κρύψει κάτω από το «χαλί»
(με βάση τα παγκόσμια στοιχεία οικονομικής επιβράδυνσης) σκάσει στα χέρια του
Τραμπ ή κάποιου άλλου είναι μια διαφορετική ιστορία.
Πάνω από 50% πιθανότητες
επανεκλογής δίνουν πλέον οι στοιχηματικές
Μιλώντας
για στοιχήματα, αν ισχύει το ρητό πως οι μπούκερς γνωρίζουν τα πάντα για όλους
πριν από όλους, τότε μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η σημαντική πτώση της
απόδοσης για επανεκλογή Τραμπ το 2020. Μέχρι πριν μερικούς μήνες αυτή
κυμαινόταν μεταξύ του 3 και 4, ενώ σήμερα έχει υποχωρήσει στο 1,95. Με άλλα
λόγια, η πιθανότητα (σύμφωνα με τις μεγάλες στοιχηματικές) επανεκλογής Τραμπ
είναι πλέον μεγαλύτερη από 50%.
Τελικά,
όπως συμφωνούν πολιτικοί και οικονομικοί αναλυτές, αυτό που θα κρίνει το ποιος
θα εκλεγεί είναι η οικονομία, τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο. Σύμφωνα με
τους ειδικούς, τρία είναι τα όπλα του Τραμπ αυτή τη στιγμή, με τα δύο να είναι
ήδη «ενεργοποιημένα».
Πρώτον,
η Fed συνεχίζει να μειώνει τα επιτόκια εφαρμόζοντας ουσιαστικά πρόγραμμα
ποσοτικής χαλάρωσης (έστω κι αν δεν το παραδέχεται). Δεύτερον, ΗΠΑ και Κίνα
φαίνεται ότι είναι σε καλό δρόμο για να τερματίσουν τον εμπορικό τους πόλεμο. Τρίτον,
ακόμη και η σχετικά ήπια ανάπτυξη των ΗΠΑ –κοντά ή λίγο υψηλότερα από το 2%–
αποτελεί έναν ακόμη θετικό παράγοντα για τον νυν Πρόεδρο της μεγαλύτερης
οικονομίας της υφηλίου.
Αυτό
που πραγματικά χρειάζεται ο Τραμπ για να κερδίσει τις εκλογές είναι το 2020 να
αποδειχθεί ένα έτος εξίσου καλό για αγορές και οικονομία όσο και το 2019. Υπάρχουν,
ωστόσο, ορισμένες «περίεργες» Πολιτείες, το αποτέλεσμα των οποίων θα εξαρτηθεί
και από τη συμμετοχή ή όχι των ψηφοφόρων. Ίσως ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τον πλανητάρχη
είναι η συνεχιζόμενη αποδυνάμωση της μεταποίησης, που ξεκίνησε μαζί με την
έναρξη των εμπορικών πολέμων. Η βιομηχανική παραγωγή έφτασε σε επίπεδα ύφεσης
κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού και δεν έχει ακόμη μετατραπεί, πλήττοντας
περισσότερο κάποιες Πολιτείες στις οποίες ο Trump πρέπει να κερδίσει για να
επανεκλεγεί.
Το
ερώτημα για τον Τραμπ είναι κατά πόσο τουλάχιστον η παύση των νέων δασμών στις
κινεζικές εισαγωγές μπορεί να αντιστρέψει τη διακύμανση στον τομέα της
μεταποίησης, έναν τομέα που αντιπροσωπεύει ένα μικρό κομμάτι της συνολικής αμερικανικής
οικονομίας. Οι οικονομολόγοι τονίζουν ότι η συμφωνία «Φάσης Ι» με την Κίνα δεν
μπορεί να κάνει τη διαφορά.
Η
Wall Street: Ο Τραμπ λατρεύει όσο τίποτε άλλο
να καυχιέται για νέα ρεκόρ στο χρηματιστήριο (και να τα πιστώνεται),
πραγματοποιώντας σχεδόν καθημερινές αναρτήσεις στο Twitter. Και είναι αλήθεια
ότι υπήρξαν μεγάλα κέρδη, με το Dow Jones πάνω από 50% από την εκλογή του τον
Νοέμβριο του 2016.
Οι
μετοχές σημείωσαν μεγάλη πτώση κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2018, καθώς οι
εμπορικοί πόλεμοι εντάθηκαν, αλλά η Fed έσπευσε γρήγορα στις αρχές του
τρέχοντος έτους –μετά από συνεχή επίθεση από τον Αμερικανό Πρόεδρο– σε μια
σειρά μείωσης επιτοκίων που συνέβαλαν στην ώθηση των αγορών υψηλότερα, όταν ο
αντίκτυπος των φορολογικών περικοπών του Τραμπ ξεθωριάζει. Ωστόσο, η κεντρική
τράπεζα έχει σχεδόν ολοκληρώσει την επιχείρηση μείωσης των επιτοκίων, κάτι που
δεν αρέσει ιδιαίτερα στον Τραμπ.
Και
παρότι η παραπομπή δεν φαίνεται να είναι μια μεγάλη υπόθεση, οι εκλογές για το
2020 θα μπορούσαν να προκαλέσουν σημαντική συρρίκνωση στις αγορές και στην
οικονομική ανάπτυξη. Ακόμη και εάν ο υποψήφιος των Δημοκρατικών είναι πιο
φιλικός προς τις επιχειρήσεις, η μετάβαση στην εξουσία θα μπορούσε να επιφέρει
δραματικά διαφορετικές φορολογικές και ρυθμιστικές πολιτικές.
Κάποια
από αυτά θα εξαρτηθούν από το αποτέλεσμα στο επίπεδο του Κογκρέσου, διότι ακόμη
και εάν εκλεγεί πρόεδρος η Ελίζαμπεθ Γουόρεν δεν θα ήταν σε θέση να αντιστρέψει
τις φορολογικές περικοπές του Τραμπ, εάν το Ρεπουμπλικανικό κόμμα (κάτι που
θεωρείται σίγουρο) κερδίσει την πλειοψηφία σε ένα από τα δύο σώματα του
Κογκρέσου. Αλλά μια ριζική αλλαγή στην πορεία του Λευκού Οίκου είναι μια ευρέως
διαδεδομένη ανησυχία.
Τα
τρία ατού του Τραμπ
Πρώτον,
οι πιθανότητες η –ελεγχόμενη από το Ρεπουμπλικανικό κόμμα– Γερουσία να δεχθεί
την παραπομπή του είναι ελάχιστες έως μηδενικές.
Δεύτερον,
σχεδόν το σύνολο του Ρεπουμπλικανικού κόμματος (ο ίδιος υποστηρίζει ότι είναι
το 100%) τον στηρίζει, γνωρίζοντας ότι είναι διαθέτει όλα τα «προσόντα»
προκειμένου το κόμμα να διατηρήσει τον Λευκό Οίκο στις Προεδρικές εκλογές τον
Νοέμβριο του 2020.
Τρίτον,
βάσει των τελευταίων δημοσκοπήσεων οι Αμερικανοί όχι μόνο είναι πρόθυμοι να
ψηφίσουν εκ νέου τον Ντόναλντ Τραμπ αλλά εγκρίνουν σε μεγάλο ποσοστό την
οικονομική του πολιτική, ενώ παράλληλα αυξάνεται ο αριθμός όσων θεωρούν λάθος
κίνηση την παραπομπή του.
Ταυτόχρονα,
και σύμφωνα με δημοσκόπηση της Ipsos για λογαριασμό του πρακτορείου Reuters,
λιγότεροι από τους μισούς Αμερικανούς θέλουν να αποπεμφθεί ο Πρόεδρος των ΗΠΑ από
το αξίωμά του, αφού μόλις το 42% των ερωτηθέντων –οι περισσότεροι Δημοκρατικοί–
είπε ότι ο Τραμπ θα πρέπει να καθαιρεθεί μετά την παραπομπή του. Ο ίδιος ο
Τραμπ, την ώρα που η Βουλή των Αντιπροσώπων συνεδρίαζε προκειμένου να τον
παραπέμψει, δήλωσε σε ομιλία του στο Μίτσιγκαν «Αυτή η απόφαση αποτελεί μια
κίνηση αυτοκτονίας για το Δημοκρατικό Κόμμα». Και όπως όλα δείχνουν, μάλλον δεν
έχει άδικο…