Η Credit Suisse «τραβάει φρένο» στην κούρσα των υψηλών επιτοκίων – Προς αναπροσαρμογή τακτικής από την ΕΚΤ – Σημαντικά οφέλη για ελληνική οικονομία και αγορά!
Τα πρώτα σημάδια εκτόνωσης των πιέσεων των ευρωπαϊκών αγορών, η τονωτική «ένεση» στην Credit Suisse από την Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας και ο στόχος να μην έχουμε μια νέα Lehman Brothers.
Πρώτα σημάδια εκτόνωσης των πιέσεων των ευρωπαϊκών αγορών, καταγράφονται κατά την έναρξη των συνεδριάσεων στην Ευρώπη.
Η δέσμευση της Κεντρικής Τράπεζας της Ελβετίας για τονωτική «ένεση» στην Credit Suisse γνωρίζει τη θερμή υποδοχή των επενδυτών , κατά την έναρξη της συνεδρίασης η μετοχή της ενισχύεται κατά 30% περίπου.
Εξάλλου από χθες έχει γίνει γνωστό πως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προκειμένου να ανασχέσει τις επιπτώσεις που προκαλούν στις οικονομίες και τις αγορές τα ζητήματα «επιβίωσης» της ελβετικής τράπεζας Credit Suisse.
Στόχος να μην γίνουν τα ίδια λάθη – άρα να οδηγηθούν οι εξελίξεις στις ίδιες συνέπειες – με την περίπτωση της Lehman Brothers.
H χθεσινή μεγάλη υποχώρηση των τραπεζικών μετοχών στην Ευρώπη , βάζει μάλλον οριστικά φρένο στην διάθεση για περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων, αφού το «πάθημα έγινε μάθημα»: Γίνεται φανερό ότι νομισματική πολιτική με αυξημένα επιτόκια μπορεί πρόσκαιρα να αποδίδουν κάποια οφέλη συμβάλλοντας στη γενικότερη νομισματική πολιτική, αλλά υπονομεύουν την υγεία του τραπεζικού συστήματος.
Άλλωστε αυτό που συνέβη χθες στο χρηματιστήριο του Μιλάνου όπου οι μετοχές των αδύνατων ιταλικών κατακρημνίστηκαν, εκπέμπει «σήμα κινδύνου» για τις αδύναμες κεφαλαιακά τράπεζες του νότου της Ευρώπης.
Παρά την περί αντιθέτου εντύπωση Ιταλία, Ισπανία, Γαλλία, Πορτογαλία διαθέτουν σχετικά εύθραυστα τραπεζικά συστήματα τα οποία ενδεχομένως να απειληθούν από την πολιτική αυξημένων επιτοκίων που επικαλούνται οι «σκληροί» βορειοευρωπαίοι για την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού.
Παράδειγμα , οι ισπανικές τράπεζες είναι σοβαρά εκτεθειμένες στην Νότια Αμερική και ιδιαίτερα στην Αργεντινή όπου ο πληθωρισμός έφθασε στο 100%.
Πάντως σήμερα με αναλυτές η αναπροσαρμογή του βασικού επιτοκίου του ευρώ κατά 50 μονάδες βάσης στο 3,50% κατά τη συνεδρίαση της Ευρωτράπεζας δύσκολα θα αποφευχθεί.
Φαίνεται όμως ότι από τούδε και στο εξής η πολιτική επιτοκίων της ΕΚΤ, θα αναπροσαρμοστεί δεδομένου και οι πληθωριστικές πιέσεις στην ευρωζώνη αποκλιμακώνονται δίνοντας στην Φρανκφούρτη την ευχέρεια για ηπιότερες παρεμβάσεις.
Με βάση αυτά τα δεδομένα οι ελληνικές συστημικές τράπεζες δεν κινδυνεύουν παρά τις αναταράξεις στο χρηματιστήριο που κατά πάσα πιθανότητα δεν πρόκειται να έχουν σοβαρή έκταση και μεγάλη διάρκεια.
Οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας βρίσκονται υψηλότερα από τα ελάχιστα εποπτικά όρια, διαθέτουν πλεονάζουσα ρευστότητα, εξυγιασμένους ισολογισμούς και ισχυρές προοπτικές για την κερδοφορία τους.
Παράλληλα όσα συμβαίνουν τις τελευταίες μέρες σε ΗΠΑ και Ευρώπη , αναδεικνύουν τη «σοφή» απόφαση του SSM , που υπέδειξε στις ελληνικές τράπεζες να αναβάλλουν την διανομή μερίσματος για το 2024 προκειμένου να ενισχύσουν ακόμη περισσότερο την κεφαλαιακή τους επάρκεια.
Η ανακοπή της κούρσας των επιτοκίων θα έχει θετικές επιπτώσεις τόσο για την ελληνική οικονομία, όσο και για νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Ειδικότερα :
- Θα μπει φρένο στην άνοδο του κόστους για τους δανειολήπτες με προγράμματα κυμαινόμενου επιτοκίου, οι οποίοι από τον περασμένο Σεπτέμβριο βλέπουν κάθε μήνα τις μηνιαίες δόσεις τους να αυξάνονται.
- Θα διατηρηθεί σε λογικά επίπεδα το αντίστοιχο κόστος στις νέες χρηματοδοτήσεις, γεγονός που θα λειτουργήσει υποστηρικτικά στη ζήτηση για τραπεζικό δανεισμό.
- Με βέβαιη πλέον επιστροφή της χώρας σε επενδυτική βαθμίδα – το ερώτημα τίθεται μόνο ως προς το χρόνο – , τα επιτόκια δανεισμού του ελληνικού δημοσίου θα διαμορφωθούν σε βιώσιμα επίπεδα.
Θετικές είναι και οι ενδείξεις για τις τράπεζες: Η διατήρηση του επιτοκίου του ευρώ στο 3,50% ή σε λίγο υψηλότερα επίπεδα επιτρέπει την απρόσκοπτη εκτέλεση των επιχειρησιακών τους σχεδιασμών. Το χρηματοπιστωτικό σύστημα θα ενισχυθεί επίσης από την άνοδο των καθαρών εσόδων από τόκους, η οποία εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στα επίπεδα του 15% – 20% σε σύγκριση με πέρυσι.
Οφέλη θα προκύψουν για τα σχέδια των τραπεζών που επιδιώκουν τη διατήρηση των ρυθμών πιστωτικής επέκτασης σε υψηλά επίπεδα, καθώς θα είναι σε θέση να προσφέρουν ελκυστικά δανειακά προγράμματα.
Από την άλλη πλευρά θα ανακοπεί η άνοδος των επιτοκίων στις καταθέσεις που πιέζει την οργανική τους κερδοφορία.
Σημειώνεται πως οι στόχοι για την κερδοφορία της επόμενης τριετίας, όπως παρουσιάστηκαν από τις διοικήσεις των συστημικών ομίλων το προηγούμενο διάστημα, στηρίζονται στην παραδοχή ότι τα επιτόκια θα σταματήσουν να ανεβαίνουν μέσα στο 2023.
Τι θα γίνει στο εξής , είναι πολύ νωρίς να εκτιμηθεί.
Εκείνο που αποκλείουν οι κεντρικοί τραπεζίτες είναι ένα γενικό Bank Run, δηλαδή η περίπτωση να τρέξουν πανικόβλητοι οι καταθέτες να σηκώσουν τα λεφτά τους από τις τράπεζες – λεφτά που δεν μπορούν να υπάρξουν φυσικά σε μετρητά.
Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος και όλων των οικονομιών.
Σε ότι αφορά το ελληνικό χρηματιστήριο οι όποιες αναταράξεις μοιάζουν πρόσκαιρες: Η ψύχραιμή αντίδραση της Wall Street κατά τη χθεσινή συνεδρίαση και οι έντονες αντιστάσεις του Nasdaq, δημιουργούν την εικόνα μιας σταδιακής αποκατάστασης των ισορροπιών και επάνοδο των δεικτών σε καλύτερα επίπεδα , όσο και αν επιμένουν οι Κασσάνδρες της καταστροφής.