Τα λιμάνια μας δεν είναι στρατηγικής σημασίας για τη χώρα; Γιατί τα ξεπουλάμε ειδικά τώρα που η Ε.Ε είναι σε κατάσταση... ημιδιάλυσης και η σχέσεις με την Τουρκία έχουν ενταθεί;
Θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψιν η τρέχουσα κατάσταση ημι-διάλυσης της Ε.Ε. τουλάχιστον σε αυτή τη φάση και η ένταση των σχέσεων με την Τουρκία.
Η Ελλάδα, συνεχίζει ακάθεκτη τις αποκρατικοποιήσεις – ιδιωτικοποιήσεις περιουσιακών στοιχείων του ελληνικού Δημοσίου, σε μία περίοδο, κατά την οποία ναι μεν ο προϋπολογισμός χρειάζεται έσοδα, αλλά από την άλλη, με όλα όσα συμβαίνουν διεθνώς και ειδικότερα στην Ευρώπη και πολύ περισσότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θα έπρεπε τουλάχιστον να υπάρξει ένας σχετικός προβληματισμός.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία, όμως, πέραν όλων των άλλων τραγικών συνεπειών και των τεράστιων οικονομικών προβλημάτων που επέφερε σε εκατομμύρια ευρωπαίους πολίτες (και όχι μόνο), αποκάλυψε ταυτόχρονα και τα σοβαρά προβλήματα (μη) συνοχής μεταξύ των κρατών-μελών. Με τελευταίο και κορυφαίο επεισόδιο τη στάση της Γερμανίας στο θέμα της επιβολής πλαφόν στο (κάθε εισαγόμενο και όχι μόνο στο ρωσικό) φυσικό αέριο και την αυτονόμησή της (μαζί με την Ολλανδία και διστακτικά-υποτακτικά 2-3 ακόμα βόρειες χώρες), αλλά και την απόφασή της να ενισχύσει μονομερώς και προκλητικά με 200 δισ. ευρώ την οικονομία της, αγνοώντας τις εκκλήσεις και τις κατηγορίες των άλλων κρατών – μελών.
Ακριβώς, λόγω αυτών των ιδιαίτερα κρίσιμων εξελίξεων σε επίπεδο Ε.Ε., αλλά και λόγω της όξυνσης των σχέσεων της με την επιθετική Τουρκία, η Ελλάδα, θα πρέπει να σταθμίσει την μέχρι πολιτική των αποκρατικοποιήσεων της, καθώς στρατηγικές υποδομές της πρέπει να προφυλαχτούν για προφανείς και λίαν ευνόητους λόγους. Άποψη που φέρεται να συμμερίζονται ορισμένα κυβερνητικά στελέχη, αλλά και στελέχη κομμάτων και της μείζονος και της λοιπής αντιπολίτευσης.
Είναι χαρακτηριστικές οι απόψεις που διατυπώνουν παράγοντες όλων των κομμάτων (και κυβερνητικοί) –που ούτως ή άλλως δεν ενστερνίζονται τους πανηγυρισμούς σε κάθε αποκρατικοποίηση– αλλά κυρίως από παράγοντες του ακτοπλοϊκού/ναυτιλιακού χώρου, την ημέρα που ανακοινώθηκε ο νικητής του διαγωνισμού για το λιμάνι της Ηγουμενίτσας. “Δηλαδή, τα λιμάνια της χώρας, δεν αποτελούν βασικές, στρατηγικού χαρακτήρα υποδομές της χώρας και εμείς πανηγυρίζουμε που πουλήσαμε το 67% της Ηγουμενίτσας για 84 εκατομμύρια; Και αύριο είμαστε έτοιμοι να πουλήσουμε και το λιμάνι στο Ηράκλειο Κρήτης, ειδικά μετά το τουρκολιβυκό σύμφωνο και μετά του Βόλου, αργότερα της Καβάλας κλπ.; Έχουμε ήδη πουλήσει τον Πειραιά και τη Θεσσαλονίκη, ετοιμαζόμαστε και για την Αλεξανδρούπολη. Και αν συμβεί κάτι;”
Πολύπειρος παράγων και πρώην ιδιοκτήτης ναυτιλιακής/ακτοπλοϊκής εταιρείας, ανέφερε μάλιστα ότι “πάλι καλά που την Ηγουμενίτσα την πήρε ο Γκριμάλντι, που πήγε σε ιταλικά χέρια. Φαντάζεστε το λιμάνι του Ηρακλείου ειδικά σε άλλα χέρια, όχι ελληνικά ή στη χειρότερη περίπτωση, με μικρή έστω συμμετοχή ελληνικών συμφερόντων; Και δεν εννοώ το ποσοστό που απομένει στο ελληνικό δημόσιο, αλλά στην όποια κοινοπραξία το πάρει; Εγώ ανησυχώ…”.
Θυμίζω ότι στον διαγωνισμό για το λιμάνι του Ηρακλείου ενδιαφέρον έχουν επιδείξει οι ακόλουθες εταιρείες και κοινοπραξίες: Grimaldi Euromed–Μινωϊκές Γραμμές, ΑΚΤΩΡ Παραχωρήσεις–Attica Group, ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ– Aviareps Hellas, Portek International Private– GRH Cruise Port Fianance, ΣΕΚΑΒΟΝ–Goldenstep Shipping, Οργανισμός Λιμένος Θεσσαλονίκης, Olete και ΤΕΚΑΛ.
Από όποια θέση κι αν διατυπώνονται οι απόψεις αυτές –επισήμως μεν, δεν έχουν διατυπωθεί, αλλά συζητούνται στο εσωτερικό των κομμάτων– δε μπορεί παρά να ληφθεί υπόψη η τρέχουσα κατάσταση ημι-διάλυσης της Ε.Ε. τουλάχιστον σε αυτή τη φάση, όπως και η ένταση των σχέσεων με την Τουρκία. Και μέχρι να υπάρξει “καθαρότερο μονοπάτι” και στα δύο μέτωπα, που το καθένα συσχετίζεται με τον πόλεμο στην Ουκρανία, έστω και με διαφορετικό τρόπο, μία καθυστέρηση τουλάχιστον των δρομολογημένων διαδικασιών, θα ήταν ωφέλιμη για τη χώρα.