Βασιλική Σουλαδάκη: Είναι η «βιολογία» αδιαμφισβήτητο κριτήριο ταξινόμησης των ανθρώπων;

28/06/2020, 23:43
1 (1)

Πριν μερικά χρόνια ο φεμινισμός φαινόταν παρωχημένος. Υπήρξαν μάλιστα και πολλές γυναίκες που υποστήριζαν ότι ιδέα του φεμινισμού είναι «ντεμοντέ» και ότι έχει «κουράσει».





Ωστόσο σήμερα οι φεμινιστικές διεκδικήσεις έχουν επανέλθει στο προσκήνιο.





Την ίδια στιγμή παρατηρούμε την αναβίωση ενός βιολογικού ντετερμινισμού που υποστηρίζεται και από κάποιες γυναίκες στις μέρες μας, διότι δεν υπάρχουν μόνο άνδρες αλλά και πολλές γυναίκες που δραστηριοποιούνται σε κοινωνικά κινήματα ή που απλώς υπερασπίζονται τους παραδοσιακούς ρόλους των δύο φύλων, οι οποίοι θεωρούνται αναπόφευκτη απόρροια των φυσικών διαφορών ανάμεσα στα δύο φύλα.





Όπως σημειώνει η Ντέμπορα Κάμερον στο βιβλίο της Φεμινισμός, Παρελθόν και παρόν ενός κινήματος, που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, όταν έγραφε η Μποβουάρ το Δεύτερο φύλο, η λαϊκή σοφία θεμελιωνόταν πάνω σε αντιλήψεις που σήμερα θα τις αποκαλούσαμε «ουσιοκρατικές». Σύμφωνα με αυτές τις αντιλήψεις, η οικουμενική και αμετάβλητη φύση της «Γυναίκας» καθορίζεται από τις βιολογικές και τις αναπαραγωγικές της λειτουργίες.





Ήδη από το 1970 και μετά οι φεμινίστριες αμφισβητούν τις μέχρι τότε διαδεδομένες βιολογικές θεωρίες για το φύλo.





Ο Τόμας Λάκερ που με το βιβλίο του Κατασκευάζοντας το φύλο. Σώμα και κοινωνικό φύλο από τους αρχαίους Έλληνες έως τον Φρόιντ συνέβαλε αποφασιστικά στην ανατροπή της παλιάς και βαθιά ριζωμένης αντίληψης για τη «βιολογία» ως φυσικό, αδιαμφισβήτητο κριτήριο ταξινόμησης και διάκρισης των ανθρώπων, υποστήριξε ότι το γενετήσιο φύλο όπως και η ανθρώπινη ύπαρξη είναι συγκειμενικό και δεν μπορεί να απομονωθεί από το κοινωνικά προσδιορισμένο περιβάλλον των λόγων, μέσα στους οποίους αρθρώνεται.





Η φυσικοποίηση αυτή, η πολιτισμικά αυτονόητη «φυσικότητα του φύλου» αποτελεί ίσως τον κυριότερο λόγο για τον οποίο η έμφυλη διαφορά χρησιμοποιείται ως πρωταρχικός τρόπος νοηματοδότησης άλλων κοινωνικών διαφοροποιήσεων.





Προφανώς το βιολογικό θεμέλιο είναι υπαρκτό, αλλά πάνω σ’ αυτό επικάθεται μια κοινωνική αντίληψη ή ιδεολογία για το φύλο που καθορίζει τους ρόλους των γυναικών και των αντρών, τις συμπεριφορές τους, τις σχέσεις μεταξύ τους, και την προσωπικότητά τους.





Με αυτήν την έννοια, η ταυτότητα είναι διαρκώς μεταβαλλόμενη, καθώς επηρεάζεται από την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα και του πέρασμα του χρόνου. Ως εκ τούτου είναι ασυνεχής και ανακατασκευάζεται.





Ο βιολογικός ντετερμινισμός αμφισβητήθηκε έντονα από τον Michel Foucault, τη Lisa Adkins, την Diana Leonard, τη Judith Butler κ.ά.





Σύμφωνα με την Μπάτλερ η αντίληψή μας για το τι μετράει ως «βιολογικό φύλο» διαμορφώνεται πάντα μέσα σε συγκεκριμένα κοινωνικά πλαίσια.





Μπορούμε να συλλάβουμε και να ορίσουμε το τι μετράει ως «βιολογικό φύλο», αλλά αυτό το κάνουμε πάντα έχοντας ήδη την εμπειρία του κοινωνικού φύλου





Η Μπάτλερ μάλιστα αμφισβητεί την ίδια την ιδέα, όχι απλώς του κοινωνικού αλλά του βιολογικού φύλου, και αναρωτιέται πώς είναι δυνατόν να γίνεσαι γυναίκα, αν δεν ήσουν γυναίκα από την αρχή.





Η ιδέα ότι η αρρενωπότητα είναι ενεργητική, ορθολογική, ισχυρή και τολμηρή, ενώ η θηλυκότητα είναι υποτακτική, συναισθηματική, αδύναμη και χρήζει προστασίας δεν προκύπτει αυτονόητα από τις βιολογικές διαφορές. Δεν συνιστά αποτέλεσμα αυτών των διαφορών.





Η Κάμερον φέρνοντας ως παράδειγμα το ροζ και μπλε χρώμα σημειώνει ότι οι ιστορικοί έχουν αποδείξει ότι στις αρχές του 20ού αιώνα το ροζ θεωρείτο ανδρικό χρώμα, ως μια πιο ήπια εκδοχή του κόκκινου, και το θεωρούσαν ιδιαίτερα ταιριαστό για τα μικρά αγόρια, ενώ το μπλε χρώμα υπήρξε παραδοσιακά «θηλυπρεπές», αναφέροντας ότι στην ευρωπαϊκή θρησκευτική εικονογραφία τα ενδύματα της Παναγίας είναι συνήθως γαλανά.





Προφανώς το σύστημα κατηγοριοποίησης επηρεάζει και τα δύο φύλα, αλλά αυτό δεν είναι θέμα του παρόντος κειμένου και δεν θα μπορούσε να αναλυθεί στα στενά περιθώρια ενός άρθρου.





Ο Κώστας Γιαννακόπουλος, στο προλογικό σημείωμά του για το βιβλίο του Laqueur, αναφέρεται στα απομνημονεύματα του/της Herculine Barbin, ενός Γάλλου ερμαφρόδιτου του 19ου τα οποία εκδόθηκαν με επιμέλεια του Michel Foucault, ο οποίος/α οδηγείται τελικά στην αυτοκτονία μετά τη βίαιη συμμόρφωσή του/της και που αποτυπώνουν τον πόνο και τη δυστυχία που μπορεί να προκαλέσει ακόμα και σήμερα στους intersexuals o κοινωνικός εξαναγκασμός ο οποίος στηρίζεται στις «αυτονόητες» αντιλήψεις για τις έμφυλες διαφορές.





Οι «αυτονόητες και αυταπόδεικτες» αλήθειες μπορεί για μερικούς να είναι βολικές, αλλά τελικά δεν είναι καθόλου ούτε αυτονόητες ούτε αυταπόδεικτες.