Βασίλης Σωτηρόπουλος: Η Golden Visa στο στόχαστρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Υπάρχει ένας πολύ γρήγορος τρόπος για να «αγοράσει» κάποιος μη Ευρωπαίος πολίτης στην Ελλάδα μια άδεια διαμονής: να πραγματοποιήσει μια επένδυση τουλάχιστον 250.000 ευρώ σε αγορά ακινήτου. Πρόκειται για ένα κίνητρο προσέλκυσης επενδυτών, το οποίο έχει θεσπιστεί νομοθετικά από το 2013 και μέχρι το 2018 υπολογίζεται ότι τα συνολικά κεφάλαια που έχουν εισρεύσει στην Ελλάδα ξεπερνούν το 1 δισ. ευρώ. Με το πρόγραμμα Golden Visa έχουν δοθεί πάνω από 3.400 άδειες διαμονής σε πολίτες από την Κίνα, τη Ρωσία, την Τουρκία, τον Λίβανο, την Αίγυπτο και άλλες χώρες. Πάντως με την ισχύουσα νομοθεσία η Ελλάδα δεν χορηγεί πολιτογράφηση, αλλά μόνο άδεια διαμονής, σε αντίθεση με άλλα κράτη (όπως π.χ. η Κύπρος που χορηγεί και πολιτογράφηση με Golden Visa).
Τα προγράμματα Golden Visa που εφαρμόζονται και σε άλλες χώρες έχουν κεντρίσει το ενδιαφέρον των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με ιδιαίτερη ανησυχία για τον κίνδυνο ξεπλύματος χρηματικών ποσών που προέρχονται από παράνομες δραστηριότητες. Στις 23 Ιανουαρίου 2019 δημοσιεύθηκε η σχετική έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο της Ε.Ε. και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή Περιφερειών με θέμα «Απόκτηση ιθαγένειας από επενδυτές και προγράμματα διαμονής στην Ε.Ε.» (COM(2019) 12 final). Στην έκθεση σκιαγραφείται όλο το σχετικό πλαίσιο στις χώρες της Ε.Ε.
Η δημοσίευση της έκθεσης κινητοποίησε τη Διεθνή Διαφάνεια, την παγκόσμια οργάνωση για την καταπολέμησης της διαφθοράς. Σύμφωνα με σχετική έρευνα της οργάνωσης, που εκπονήθηκε σε συνεργασία με την οργάνωση Global Witness, βάσει των προγραμμάτων Golden Visa μέσα στα τελευταία χρόνια η Ε.Ε. απέκτησε περίπου 6.000 νέους πολίτες (ιθαγένεια), 100.000 νέους κατοίκους, και 25 δισ. ευρώ ξένες άμεσες επενδύσεις. Το σημαντικότερο συμπέρασμα της έρευνας ήταν η ανάγκη της Ε.Ε. να εναρμονίσει τα προγράμματα Golden Visa των κρατών - μελών της ώστε αυτά να μη διαγκωνίζονται σε μια «μάχη προς τον πάτο» όσον αφορά τα κριτήρια βάσει των οποίων χορηγούν «χρυσή βίζα».
Oι επενδύσεις μέσω του ελληνικού «προγράμματος χρυσής βίζας» συχνά υπερβαίνουν κατά πολύ το ελάχιστο ποσό που απαιτείται για τη χορήγηση της άδειας διαμονής. Αυτό συνιστά σοβαρή ένδειξη ότι η Ελλάδα θεωρείται πραγματικά γη επενδυτικών ευκαιριών, το οποίο σημαίνει ότι η απόκτηση της άδειας διαμονής δεν είναι πάντα ο πρωταρχικός στόχος, αλλά απλώς ένα παράπλευρο όφελος μιας επένδυσης που θεωρείται καθαυτή κερδοφόρα. Tο ελληνικό νομικό πλαίσιο του «προγράμματος χρυσής βίζας» θέτει εν πολλοίς τις απαραίτητες δικλείδες ασφαλείας για την πρόληψη του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος, στα πρότυπα του σχετικού δικαίου της Ε.Ε., καθώς τα χρηματικά ποσά κατατίθενται τραπεζικά, οπότε διενεργείται ο σχετικός έλεγχος της πηγής και δεν επιτρέπονται συναλλαγές σε μετρητά. Ωστόσο, η Διεθνής Διαφάνεια με ανακοίνωσή της στις 5.3.2019 ζητά την ενίσχυση του θεσμικού πλαισίου, αλλά και στενότερη εποπτεία του ελληνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη διασφάλιση της διενέργειας συστηματικών και ενδελεχών ελέγχων δέουσας επιμέλειας στους αιτούντες επενδυτές.
Γράφει ο Βασίλης Σωτηρόπουλος, δικηγόρος & υποψήφιος Ευρωβουλευτής με το Ποτάμι.