Κατάσταση ύφεσης δείχνουν οι ευρωπαϊκοί δείκτες επιχειρηματικού κλίματος
Ο Δείκτης Επιχειρηματικού Κλίματος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (SME Business Climate Index) αποτυπώνει το επίπεδο εμπιστοσύνης των ευρωπαϊκών ΜμΕ στην οικονομική ανάπτυξη για το εγγύς μέλλον
του Βασίλη Κορκίδη
προέδρου ΕΒΕΠ
Οι ευρωπαϊκοί δείκτες μάς δίνουν χρήσιμα και κρίσιμα στοιχεία για τη συνολική κατάσταση της οικονομίας, τον κύκλο εργασιών των επιχειρήσεων, την απασχόληση, τις τιμές, τις επενδύσεις και τις παραγγελίες στην αγορά.
Μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία ακολούθησαν γεωπολιτικές εντάσεις και ισχυρή άνοδος των τιμών της ενέργειας, εκτοξεύτηκε ο πληθωρισμός, διαταράχθηκε εκ νέου η εφοδιαστική αλυσίδα με αποτέλεσμα να έχουν επιδεινώσει την οικονομική αστάθεια και το επιχειρηματικό κλίμα με ορατό τον κίνδυνο ύφεσης.
Οι τρεις βασικοί δείκτες BCI, ESI και PMI παρουσιάζουν μάλιστα χαμηλότερες τιμές για όλες τις χώρες και ιδιαίτερα εκτός Ευρωζώνης, που σημαίνει ότι οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης με στενότερες διασυνδέσεις με τη Ρωσία, όπως η Βουλγαρία, η Τσεχία, η Ουγγαρία, η Πολωνία και η Ρουμανία, έχουν επηρεαστεί περισσότερο από το «πολεμικό» οικονομικό πλαίσιο.
Ο Δείκτης Επιχειρηματικού Κλίματος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (SME Business Climate Index) αποτυπώνει το επίπεδο εμπιστοσύνης των ευρωπαϊκών ΜμΕ στην οικονομική ανάπτυξη για το εγγύς μέλλον. Ο δείκτης υπολογίζεται ως ο μέσος όρος των εταιρειών που έχουν αναφέρει θετικές ή σταθερές επιχειρηματικές καταστάσεις και αναμένουν θετική ή σταθερή εξέλιξη για την επόμενη περίοδο.
Επομένως, ο δείκτης μπορεί να κυμαίνεται από 100 μονάδες με όλα θετικά, 70 για ουδέτερα και έως 0 για όλα αρνητικά. Ο τελευταίος Δείκτης SME BCI του Οκτωβρίου δείχνει για την Ευρωπαϊκή Ένωση 72,4 με περαιτέρω μείωση της εμπιστοσύνης των ΜμΕ για το φθινόπωρο και τον χειμώνα του 2022.
Αυτή η πτώση είναι σύμφωνη με την πτωτική τάση που ξεκίνησε το δεύτερο εξάμηνο του 2021, αλλά επιταχύνεται μέχρι τώρα με -2,8%. Ο δείκτης πλησιάζει μάλιστα περισσότερο τη βασική γραμμή των 70 μονάδων, η οποία θεωρείται ουδέτερη κατάσταση και αυξάνει τον κίνδυνο ύφεσης στο εγγύς μέλλον.
Ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (European Commission’s Economic Sentiment Indicator) μετρά πέντε δείκτες εμπιστοσύνης που συνδέονται με διαφορετικούς τομείς της οικονομίας. Ο μέσος όρος των τιμών EC ESI των τελευταίων έξι μηνών έχει επανακλιμακωθεί στο 70 ως μακροπρόθεσμη μέση ή ουδέτερη τιμή.
Ο σύνθετος δείκτης αγορών Markit PMI (Purchasing Managers’ Index) παρακολουθεί διαφορετικές μεταβλητές μεγάλων επιχειρήσεων στον τομέα της μεταποίησης και των υπηρεσιών και έχει αναβαθμιστεί εξίσου στο 70 ως ουδέτερο επίπεδο. Ο δείκτης οικονομικού κλίματος αναφέρει τη χαμηλότερη τιμή μεταξύ των τριών δεικτών σε σχέση με το τρέχον επιχειρηματικό κλίμα. Δεδομένου ότι τα στοιχεία για τον δείκτη για το κλίμα των ΜμΕ έχουν συλλεχθεί μεταξύ Μαΐου και Αυγούστου 2022, αλλά και της ισχυρής πτωτικής τάσης που δείχνει, ενδέχεται ο δείκτης για τις ΜμΕ να είναι υπερτιμημένος.
Η τάση του δείκτη EC ESI ξεχωριστά από τους άλλους δείκτες, από τον Απρίλιο έως τον Σεπτέμβριο του 2022 δείχνει επίσης πτώση που προκαλείται από τις αυξανόμενες ανησυχίες για αυξήσεις των τιμών της ενέργειας, διαταραχές της αλυσίδας εφοδιασμού, πληθωριστικές πιέσεις και μια κρίσιμη γεωπολιτική κατάσταση, η οποία μπορεί να επηρεάσει περαιτέρω την ευρωπαϊκή οικονομική σταθερότητα.
Για να σταθεροποιηθούν και να βελτιωθούν στο εγγύς μέλλον οι οικονομικοί δείκτες της ευρωπαϊκής αγοράς, απαιτείται άμεσα σταθεροποίηση των αγορών ενέργειας και εμπορευμάτων. Επίσης απαιτούνται επείγοντα μέτρα μετριασμού και αντιστάθμισης των συνεπειών αυξήσεων των τιμών και του πληθωρισμού για τη προστασία των ευάλωτων νοικοκυριών.
Η επιχειρηματικότητα επιθυμεί ένα σταθερό και ευνοϊκό περιβάλλον, το οποίο θα διασφαλίζει ανταγωνιστικότητα και προβλεψιμότητα για τους επενδυτές. Η Κομισιόν πρέπει να αποφύγει νέες ρυθμιστικές επιβαρύνσεις που εμποδίζουν την ανάκαμψη και μια αποτελεσματική πράσινη και ψηφιακή μετάβαση.
Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας πρέπει να χρησιμοποιηθεί για να διευκολύνει τις επιχειρήσεις και να υποστηρίξει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις που θα αυξήσουν τις επενδύσεις σε δεξιότητες και υποδομές. Η ενίσχυση της εσωτερικής αγοράς πρέπει να είναι η απόλυτη προτεραιότητα, αποφεύγοντας κάθε στρέβλωση της διασυνοριακής κινητικότητας και άρση των περιττών υφιστάμενων περιορισμών.
Παράλληλα, πρέπει να εξασφαλιστούν ίσοι όροι ανταγωνισμού σε σχέση με τρίτες χώρες επιβάλλοντας τους υφιστάμενους κανόνες, όσον αφορά την οικονομία της πλατφόρμας και τα φορολογικά συστήματα. Η μεγαλύτερη μεταρρύθμιση της οικονομικής διακυβέρνησης της Ε.Ε.-27 πρέπει να είναι η ευελιξία για επενδύσεις, εντός της ενιαίας αγοράς, που θα πάψουν να θέτουν την Ευρώπη σε κίνδυνο εξάρτησης με αναξιόπιστες τρίτες αγορές.