Στον δρόμο της οριστικής εξυγίανσης οι τράπεζες

Η ελάφρυνση των τραπεζών από το τεράστιο βάρος των μη
εξυπηρετούμενων δανείων είναι το μεγάλο ζητούμενο αυτή την περίοδο, προκειμένου
να ενισχυθεί η ρευστότητα στην οικονομία. Και αυτό ακριβώς επιδιώκει η
κυβέρνηση με πρόγραμμα παροχής κρατικών εγγυήσεων σε τιτλοποιήσεις μη
εξυπηρετούμενων δανείων, γνωστό ως σχέδιο ΗΡΑΚΛΗΣ.
Όπως σημειώνεται και στην Αιτιολογική Έκθεση του σχετικού
νομοσχεδίου που κατέθεσε στη Βουλή το ΥΠΟΙΚ, το σχέδιο αποτελεί μια συστημική
λύση που λαμβάνει υπόψη της τους όρους λειτουργίας της αγοράς, στηρίζεται στους
επενδυτές και δεν επιβαρύνει τους πολίτες. Και αυτό γιατί το κράτος θα εγγυάται
μόνο ένα μέρος των ομολόγων της τάξης των 12 δισ. ευρώ, που θα είναι και το
περισσότερο ασφαλές. Μάλιστα το ΥΠ.ΟΙΚ. υποστηρίζει, ότι το πρόγραμμα έρχεται
να εφαρμοστεί την ιδανική στιγμή, καθώς υπάρχει ισχυρό ενδιαφέρον για τίτλους
με θετικές αποδόσεις, όπως έγινε αντιληπτό και από την τελευταία έκδοση του
10ετούς ομολόγου.
Του Σπύρου Σταθάκη
Από κει και πέρα, ο στόχος του προγράμματος κρατικών
εγγυήσεων είναι σαφής. Με την επιτυχή εφαρμογή του επιδιώκεται η απελευθέρωση
κεφαλαίων των τραπεζών, τα οποία αναμένεται να στραφούν στη χρηματοδότηση της
πραγματικής οικονομίας. Μέχρι σήμερα αυτό δεν ήταν δυνατό εξαιτίας του μεγάλου
όγκου «κόκκινων» δανείων που έχουν συγκεντρώσει οι τράπεζες και τις είχε κάνει
εσωστρεφείς και φειδωλές στη χορήγηση νέων δανείων. Η κατάληξη ήταν και η
ρευστότητα στην εγχώρια αγορά να είναι περιορισμένη, και η χρηματοδότηση κυρίως
νέων παραγωγικών επενδύσεων να είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη.
Σύμφωνα με το ΥΠ.ΟΙΚ. οι τράπεζες, απαλλαγμένες από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, θα μπορέσουν να ξαναβρούν τον πραγματικό τους ρόλο. Σε ότι αφορά αυτό καθαυτό το πρόγραμμα, βασίζεται στις αρχές του αντίστοιχου ιταλικού σχεδίου, αλλά είναι προσαρμοσμένο στις ανάγκες του ελληνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος και της ελληνικής οικονομίας. Επιπλέον, το πρόγραμμα δεν επιβαρύνει τους φορολογούμενους, ενώ προβλέπεται και η λήψη προμήθειας από το Δημόσιο για την εγγύηση που παρέχει στις τιτλοποιήσεις «κόκκινων» δανείων, τιμολογημένη με όρους αγοράς.

Οι λεπτομέρειες του σχεδίου ΗΡΑΚΛΗΣ
Με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο η κυβέρνηση επιδιώκει να
μειώσει τα κόκκινα δάνεια των πιστωτικών ιδρυμάτων κατά 40%, ή περίπου 30 δισ.
ευρώ. Το ΥΠ.ΟΙΚ. θα παράσχει στις τράπεζες εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου,
έως 12 δισ. ευρώ, έναντι προμήθειας, προκειμένου αυτές στη συνέχεια να
προχωρήσουν σε τιτλοποιήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ). Οι τράπεζες θα
πρέπει να υποβάλλουν τα αιτήματα του για την παροχή εγγύησης του Ελληνικού
Δημόσιου μέσα στους επόμενους 18 μήνες. Συνοπτικά, το σχέδιο ΗΡΑΚΛΗΣ θα
λειτουργήσει ως εξής:
Καταρχήν, με το σχέδιο νόμου καθορίζονται οι όροι και οι
προϋποθέσεις υπό τις οποίες δύναται να παρέχεται η εγγύηση του Ελληνικού
Δημοσίου στις τιτλοποιήσεις απαιτήσεων των ελληνικών τραπεζών και ρυθμίζονται
οι αναγκαίες λεπτομέρειες γαι την επιτυχή εφαρμογή του «Ηρακλή» στην ελληνική
πραγματικότητα. Επιπλέον, ορίζονται οι ελάχιστες προϋποθέσεις που οφείλουν να
πληρούν οι τιτλοποιήσεις, προκειμένου να λάβουν την εγγύηση του Ελληνικού
Δημοσίου.
Συγκεκριμένα, μεταξύ άλλων:1) Καθορίζεται η δομή (διάρθρωση) των τιτλοποιήσεων σε κατηγορίες
ομολογιών και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους.2) Περιγράφεται η σειρά εξόφλησης των υποχρεώσεων του αποκτώντος,
και καθορίζεται η σειρά κατάταξης της εξόφλησης της προμήθειας που θα λαμβάνει
το Ελληνικό Δημόσιο από τις χρηματορροές της τιτλοποίησης. Παράλληλα,
θεσπίζονται συγκεκριμένοι όροι που πρέπει να περιέχονται στα συμβατικά κείμενα,
ειδικά ως προς τη δυνατότητα αναβολής συγκεκριμένων πληρωμών που αφορούν είτε
την αμοιβή του διαχειριστή, είτε την εξόφληση των τοκομεριδίων των κατόχων
ομολογιών μεσαίας εξοφλητικής προτεραιότητας.
Τι δεν επιτρέπεται
Από την άλλη, δεν επιτρέπεται στο Ελληνικό Δημόσιο, στα
νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και στους φορείς που υπάγονται στη Γενική
Κυβέρνηση να αποκτούν με επαχθή αιτία ομολογίες χαμηλής εξοφλητικής
προτεραιότητας ή μεσαίας εξοφλητικής προτεραιότητας, οι οποίες εκδίδονται στο
πλαίσιο τιτλοποίησης απαιτήσεων για την οποία έχει υποβληθεί αίτηση ή έχει
χορηγηθεί η εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, σύμφωνα με τις προτεινόμενες
διατάξεις, ενώ ανατίθεται υποχρεωτικά σε ανεξάρτητο διαχειριστή η διαχείριση
των τιτλοποιηθεισών απαιτήσεων.
Το Ελληνικό Δημόσιο, με υπουργική απόφαση, θα έχει
εξάλλου τη δυνατότητα να παρέχει εγγύηση προς τους ομολογιούχους υψηλής
εξοφλητικής προτεραιότητας και υπέρ του αποκτώντος, για τιτλοποιημένες
απαιτήσεις του υπό ψήφιση σχεδίου νόμου. Το ανώτατο συνολικό ποσό της ανωτέρω
εγγύησης ανέρχεται σε 12 δισ. ευρώ, το οποίο μπορεί να αυξάνεται για το μέλλον,
με υπουργική απόφαση. Η εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου συνίσταται στην ανάληψη
υποχρέωσης πληρωμής των υποχρεώσεων του αποκτώντος για την ολοσχερή εξόφληση
απαιτήσεων από ομολογίες υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας, συμπεριλαμβανομένων
των απαιτήσεων για αποπληρωμή του κεφαλαίου και των τόκων για όλη τη διάρκεια
των τίτλων.
Το αίτημα για την παροχή της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου υποβάλλεται αποκλειστικά εντός χρονικής περιόδου 18 μηνών από την 10-10-2019. Με υπουργική απόφαση, που εκδίδεται κατόπιν σχετικής απόφασης της Κομισιόν, μπορεί να παρατείνεται η περίοδος παροχής εγγύησης και να τροποποιούνται για το μέλλον οι όροι παροχής αυτής. Τέλος, επιβάλλεται υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, ως εγγυητή, προμήθεια ασφαλείας, η οποία καταβάλλεται από την παροχή της εγγύησης και καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος αυτής, υπολογιζόμενη επί του εκάστοτε ανεξόφλητου εγγυημένου υπολοίπου ομολογιών υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας. Η προμήθεια ασφαλείας υπολογίζεται και καταβάλλεται στην αρχή κάθε εκτοκιστικής περιόδου.

Γόνιμες παρατηρήσεις για το πρόγραμμα εγγυήσεων
Το πρόγραμμα εγγυήσεων έχει και την έγκριση της ΕΚΤ, η
οποία στην σχετική γνωμοδοτική έκθεση σημειώνει ότι, το πρόγραμμα θα
προσελκύσει σημαντικό επενδυτικό ενδιαφέρον από τρίτους, ιδίως όσον αφορά στις
ομολογίες χαμηλής προτεραιότητας και, εφόσον εκδίδονται τέτοιες, στις ομολογίες
μεσαίας εξοφλητικής προτεραιότητας, η διάθεση των οποίων αναμένεται ότι θα
συνδράμει τις τράπεζες στην προσπάθειά τους να επιτύχουν σημαντική μεταβίβαση
του κινδύνου με λογιστικό διαχωρισμό. Δεν λείπουν πάντως και οι παρατηρήσεις
από την ΕΚΤ, οι οποίες πάντως, κατά ένα μεγάλο ποσοστό, έχουν ενσωματωθεί στο
σχετικό νομοσχέδιο.
Μεταξύ άλλων, είναι ιδιαιτέρως σημαντικό να περιγραφούν
με επαρκή σαφήνεια στο σχέδιο νόμου ή στη δευτερογενή νομοθεσία που πρόκειται
να εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότησή του οι ακόλουθες πτυχές του, καθώς όλες τους θα
επηρεάζουν την εκτελεστότητα της εγγύησης του Δημοσίου και, συνεπώς, την εν
γένει αποτελεσματικότητα του προγράμματος οι ημερομηνίες θέσης σε ισχύ και
λήξης της εγγύησης του Δημοσίου και οι ειδικότεροι κανόνες υποβολής αιτημάτων
για χορήγηση εγγύησης του Δημοσίου. Είναι εξάλλου άκρως σημαντικό να διατυπωθεί
με σαφήνεια στο σχέδιο νόμου ή στη δευτερογενή νομοθεσία που πρόκειται να
εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότησή του η ακριβής διαδικασία που θα ακολουθείται από την
υποβολή αιτήματος κατάπτωσης της εγγύησης ως την καταβολή του ποσού της, κατά
τρόπο που θα διασφαλίζει την ιδιότητα της εγγύησης ως καταβλητέας «σε πρώτη
ζήτηση» κατά τα οριζόμενα στο σχέδιο νόμου.
Ακόμη, προτείνεται να αποσαφηνιστούν περαιτέρω στο σχέδιο
νόμου ή στη δευτερογενή νομοθεσία που πρόκειται να εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότησή
του οι ειδικότεροι κανόνες για την παρακολούθηση των τιτλοποιήσεων που
λαμβάνουν χώρα βάσει των διατάξεών του, τα συναφή απαιτούμενα έγγραφα και τη
συχνότητα της παρακολούθησης. Συνιστάται δε η πρόβλεψη ειδικής ανεξάρτητης
οντότητας ως πλέον κατάλληλης για να παρακολουθεί τη συμμόρφωση της εγγύησης με
τους προβλεπόμενους όρους έκδοσής της, τις ενέργειες του διαχειριστή και τα
γεγονότα που θα προκαλούν κατάπτωση της εγγύησης. Η ΕΚΤ ζητεί και την σαφέστερη
αναδιατύπωση της διάταξης περί ολοσχερούς εξόφλησης του κεφαλαίου των ομολογιών
υψηλής εξοφλητικής προτεραιότητας πριν από την εξόφληση του τόκου των ομολογιών
μεσαίας εξοφλητικής προτεραιότητας στο πλαίσιο της προτεραιότητας πληρωμών
(waterfall structure).
Τι προτείνεται
Από φορείς της αγοράς τώρα, όπως για παράδειγμα η ΓΣΕΒΕΕ,
προτείνεται μεταξύ άλλων, πέρα από το σχέδιο ΗΡΑΚΛΗΣ, να ισχύσουν και τα εξής:
Πριν τη μεταβίβαση της οφειλής τους, οι δανειολήπτες να έχουν δικαίωμα
προτίμησης, το οποίο θα τους δίνει τη δυνατότητα αποπληρωμής του δανείου τους,
ακόμα και σε σχετικά υψηλότερο ποσοστό σε σχέση με αυτό της πώλησης σε
εξωτερικό διαχειριστή. Επίσης, οι δανειολήπτες να ενημερώνονται ως προς τη
διαδικασία διαχείρισης του δανείου τους, τις χρεώσεις, διάφορα έξοδα, καθώς και
επιτόκια, αλλά και να εφαρμοστεί η αρχή σύμφωνα με την οποία η ρευστοποίηση της
εγγύησης του δανείου να σημαίνει αυτόματα λύση της συνολικής υποχρέωσης του
δανειολήπτη.
Η κατάσταση του τραπεζικού συστήματος και οι προκλήσεις
Η ανάγκη για οριστική αντιμετώπιση του υψηλού αποθέματος
μη εξηπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ), πέραν της ιδιαίτερης σημασίας του από άποψη
χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, εδράζεται και στην ανάγκη για την ενίσχυση της
χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας, δεδομένου του υφιστάμενου
πιστοδοτικού κενού, όπως επισημαίνει και η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), στην
έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Η επιτυχής
αντιμετώπιση του προβλήματος των ΜΕΔ όχι μόνο θα συμβάλει στη μείωση του
πιστωτικού κινδύνου των τραπεζών, αλλά και θα διαμορφώσει τις συνθήκες για τη
μείωση του χρηματοπιστωτικού κινδύνου των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών.
Σύμφωνα με την ΤτΕ, καθώς η οικονομία ανακάμπτει, το αποτέλεσμα θα είναι η αύξηση της αποτίμησης των υφιστάμενων περιουσιακών στοιχείων τους λόγω των υψηλότερων αποδόσεων του κεφαλαίου και των ακινήτων. Με τον τρόπο αυτό θα επιτρέψει στα πιστωτικά ιδρύματα να απελευθερώσουν κεφάλαια, τα οποία θα μπορέσουν να κατευθυνθούν στις πιο δυναμικές και εξωστρεφείς επιχειρήσεις. Συνεπώς, οι τράπεζες θα μπορούν να συμβάλλουν στη συνολική αναδιάρθρωση της οικονομίας υπέρ των κλάδων παραγωγής εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών, με αποτέλεσμα την άνοδο της συνολικής παραγωγικότητας και του δυνητικού ρυθμού ανάπτυξης.

Επιβαρυντικοί παράγοντες
Προς το παρόν, πάντως, το
υφιστάμενο μεγάλο απόθεμα ΜΕΔ, το οποίο επηρεάζει την κερδοφορία, καθώς και η
χαμηλή ποιότητα των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων δρουν επιβαρυντικά στη λειτουργία
των πιστωτικών ιδρυμάτων. Παρόλο που ο ρυθμός μείωσης των ΜΕΔ εμφανίζεται
βελτιωμένος, δεν αποτελεί ικανή συνθήκη, ώστε να επιτευχθεί σύντομα σημαντική
αποκλιμάκωση του αποθέματός τους και να προσεγγίσει το ελληνικό τραπεζικό
σύστημα τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Σύμφωνα με την ΤτΕ, το σχέδιο ΗΡΑΚΛΗΣ κινείται
στον άξονα βελτίωσης της ποιότητας των ισολογισμών των τραπεζών και αποτελεί
θετική εξέλιξη. Ωστόσο, αν και αποτελεί σημαντικό βήμα προς τη σωστή
κατεύθυνση, κρίνεται σκόπιμο να πλαισιωθεί από συμπληρωματικές ενέργειες
προκειμένου αφενός να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά το πρόβλημα του αποθέματος
των ΜΕΔ, αλλά και αφετέρου να βελτιωθεί η ποιότητα των εποπτικών ιδίων
κεφαλαίων των τραπεζών.
Σημειώνεται ότι το απόθεμα των
μη εξυπηρετούμενων δανείων συρρικνώθηκε περαιτέρω και ανήλθε τον Ιούνιο του
2019 σε 75,4 δισ. ευρώ, μειωμένο κατά 7,9% ή 6,4 δισ. ευρώ σε σχέση με το
Δεκέμβριο του 2018 (81,8 δισ. ευρώ) με στοιχεία εντός ισολογισμού. Η συνολική
μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων από το υψηλότερο σημείο τους, στο οποίο
είχαν ανέλθει το Μάρτιο του 2016, έφθασε το 30% ή 31,8 δισ. ευρώ και
αναμφισβήτητα αποτελεί απόδειξη και επιβράβευση των προσπαθειών όλων των
εμπλεκόμενων μερών. Εντούτοις, ο λόγος των μη εξυπηρετούμενων δανείων προς το
σύνολο των δανείων (43,6%) παραμένει ο υψηλότερος μεταξύ των χωρών της
Ευρωπαϊκής Ένωσης, απέχοντας πολύ από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 3%.
Στο πλαίσιο αυτό η ΤτΕ έχει συστήσει ειδική
ομάδα εργασίας η οποία επεξεργάζεται εναλλακτικές στρατηγικές και προτάσεις επί
του αρχικού σχεδίου της σχετικά με τους τρόπους ταυτόχρονης μείωσης των ΜΕΔ και
της αναβαλλόμενης φορολογίας, ως ποσοστό των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων των
τραπεζών. Στόχος είναι να ενισχυθεί με τον τρόπο αυτό η κερδοφορία και η
ρευστότητα των τραπεζών σε μια πιο μόνιμη βάση. Θα πρέπει εξάλλου να γίνει
κατανοητό ότι, η αρνητική σχέση της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού
με το υψηλό απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων σε συνδυασμό με την τρέχουσα
αρνητική πιστωτική επέκταση, διαμορφώνει το πλαίσιο λειτουργίας της κερδοφορίας
των τραπεζών και περιορίζει σημαντικά τα περιθώρια βελτίωσής της. Εάν δεν
υπάρξει μεταβολή της υφιστάμενης κατάστασης, τα μεγέθη κερδοφορίας των τραπεζών
δεν θα μπορέσουν εύκολα να μεταβληθούν δεδομένου του πεπερασμένου περιθωρίου
περιστολής του λοιπού λειτουργικού κόστους.
Η περαιτέρω ταχεία αποκλιμάκωση του υφιστάμενου
αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων καθίσταται λοιπόν καθοριστικής
σημασίας. Η υιοθέτηση μιας ολιστικής προσέγγισης επιβάλλεται προκειμένου οι
τράπεζες να προχωρήσουν στον αναγκαίο μετασχηματισμό του επιχειρηματικού τους
σχεδίου, την αύξηση της αποδοτικότητάς τους και συνακόλουθα τη διασφάλιση των
αναγκαίων συνθηκών για τη δημιουργία εσωτερικού κεφαλαίου. Ταυτόχρονα, θα
πρέπει να αντιμετωπιστούν καθολικά οι αδυναμίες του τραπεζικού συστήματος.
Ειδικά η βελτίωση της ποιότητας των εποπτικών κεφαλαίων
των τραπεζών θα λειτουργήσει θετικά στην προσπάθεια προσέλκυσης νέων επενδυτών.
Η ύπαρξη ισχυρής κεφαλαιακής βάσης θα διαμορφώσει ένα νέο περιβάλλον για τη
δραστηριοποίηση των τραπεζών, βελτιώνοντας συνολικά τις προοπτικές του
τραπεζικού συστήματος. Τέλος, οι τράπεζες πρέπει να εντατικοποιήσουν τις
προσπάθειές τους με στόχο την επιτάχυνση της αναδιάρθρωσης των βιώσιμων
επιχειρήσεων, την ενιαία αντιμετώπιση των οφειλετών με πολλαπλούς πιστωτές, τον
εντοπισμό των στρατηγικών κακοπληρωτών και την εφαρμογή οριστικής λύσης για τις
μη βιώσιμες επιχειρήσεις.