Κωνσταντίνος Μίχαλος: Βραδυφλεγής βόμβα το δημογραφικό

Το δημογραφικό αδιέξοδο το οποίο αντιμετωπίζει σήμερα η Ελλάδα συνιστά μία
από τις μεγαλύτερες απειλές για την οικονομική ανάκαμψη της χώρας. Όπως
προκύπτει από τα στοιχεία που δημοσίευσε η ΕΛΣΤΑΤ στις αρχές Οκτωβρίου, το 2018
οι θάνατοι ήταν 33.857 περισσότεροι από τις γεννήσεις, οι οποίες για μια ακόμη
χρονιά παρέμειναν κάτω από τις 90.000, καταγράφοντας μάλιστα μείωση 2,4% σε
σχέση με το 2017.
Με βάση δε τα σημερινά δεδομένα, οι εκτιμούν ότι η πληθυσμιακή συρρίκνωση
θα συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια. Τα σχετικά σενάρια προβλέπουν ότι ως το 2035 η
μείωση μπορεί να φθάσει μέχρι και τα 1,4 εκατομμύρια σε απόλυτες τιμές, ενώ για
το 2050 η αναμενόμενη μείωση μπορεί να αγγίξει τα 2,4 εκατομμύρια. Αυτό
σημαίνει ότι μέσα σε 35 χρόνια, ο πληθυσμός της χώρας θα έχει συρρικνωθεί
σχεδόν κατά το ένα τέταρτο.
Παράλληλα, όμως, με τη συρρίκνωση του συνολικού πληθυσμού
συνεχίζεται και η τάση της γήρανσης, η οποία έχει άμεση επίπτωση στον πληθυσμό
εργάσιμης ηλικίας. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1990, ο πληθυσμός των ατόμων
ηλικίας 0- 14 ετών υπολείπεται αυτού των 65 ετών και άνω, με την ψαλίδα να
ανοίγει στις 800.000 το 2018. Το 2035 εκτιμάται ότι το ποσοστό του πληθυσμού
που θα ξεπερνά τα 65 έτη θα έχει αυξηθεί μέχρι και στο 27,9% από 20,9% σήμερα,
ενώ τα άτομα άνω των 85 ετών θα αποτελούν το 4,5% του συνολικού πληθυσμού, από
3% σήμερα. Το ποσοστό του πληθυσμού μεταξύ 15 και 64 ετών,
αναμένεται να μειωθεί από 65% σήμερα, στο 60% το 2035 και στο 54% το 2050.
Η συνεχής μείωση του πληθυσμού
παραγωγικής ηλικίας και η δυσανάλογη αύξηση του ποσοστού των ηλικιωμένων
δημιουργούν σοβαρούς κινδύνους για τη βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού
συστήματος και του συστήματος υγείας, καθώς όλο και λιγότεροι εργαζόμενοι θα
καλούνται να καλύψουν με τους φόρους και τις εισφορές τους, τις παροχές υγείας
και τις συντάξεις όλο και περισσότερων ατόμων. Όπως έχει αναδειχθεί, μάλιστα,
στο πλαίσιο μελέτης για την επίδραση της γήρανσης του πληθυσμού στην οικονομική
ανάπτυξη, το εργασιακό δυναμικό και την παραγωγικότητα, μια αύξηση των ατόμων
άνω των 65ετών κατά 50.000, μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ
της Ελλάδας κατά περίπου 15%. Ενώ, αντίθετα, μια αύξηση του πληθυσμού κατά
περίπου 100.00 άτομα, θα οδηγούσε σε άνοδο του κατά κεφαλήν ΑΕΠ κατά 3%.
Είναι, επομένως, προφανές ότι με έναν
πληθυσμό που φθίνει και γηράσκει σταθερά, η Ελλάδα δύσκολα θα μπορέσει να
ανακάμψει από την οικονομική κρίση και να παράγει πλούτο για τους πολίτες της
στις επόμενες δεκαετίες. Το γεγονός ότι οι δημογραφικοί δείκτες βελτιώνονται με
εξαιρετικά βραδύ ρυθμό, καθιστά ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη για λήψη άμεσων
μέτρων. Οι παρεμβάσεις επιδοματικού χαρακτήρα είναι μεν απαραίτητες, αλλά όχι
αρκετές για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Απαιτείται πράγματι οικονομική
ενίσχυση της οικογένειας, κυρίως με μέτρα όπως οι φορολογικές ελαφρύνσεις, η
στοχευμένη επιδότηση συγκεκριμένων υπηρεσιών, αλλά και ουσιαστική βελτίωση της
ποιότητας αυτών που παρέχονται από το κράτος, σε τομείς όπως η υγεία και η
παιδεία. Παράλληλα, όμως, χρειάζεται ολοκληρωμένη πολιτική για την απασχόληση
και την εναρμόνιση της οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής, για την
αποτελεσματικότερη προστασία της μητρότητας και της πατρότητας, για τη
δημιουργία επαρκών δομών φιλοξενίας και φύλαξης παιδιών προσχολικής ηλικίας
κ.ά. Χρειάζονται, επίσης, παρεμβάσεις στον τομέα της υγείας και της κοινωνικής
πολιτικής, για τη στήριξη της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, αλλά και για την
προώθηση της υγιούς γήρανσης. Στην αντιμετώπιση του προβλήματος, θα βοηθήσει
τέλος η εφαρμογή μιας συγκροτημένης στρατηγικής για την ανάπτυξη, με κίνητρα
για την παραμονή των νέων ανθρώπων στην Ελλάδα, αλλά και με μέτρα για την
κοινωνική ένταξη των μεταναστών.
Το δημογραφικό αποτελεί ήδη βραδυφλεγή βόμβα στα θεμέλια της οικονομίας κι
αν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα θα εξελιχθεί σε ζωτική απειλή για την ίδια την
ύπαρξη της Ελλάδας. Είναι ώρα για αφύπνιση και μέτρα.