Βασίλης Κορκίδης: «Αισιόδοξος αλλά εφικτός ο προϋπολογισμός του 2020»

Η κατάθεση του προσχεδίου του
προϋπολογισμού για το 2020 αποτελεί έμπρακτη απόδειξη της δέσμευσης της
κυβέρνησης να ακολουθήσει αναπτυξιακή πολιτική και συνακόλουθα στήριξης των
επιχειρήσεων. Η ελληνική επιχειρηματικότητα έχει δοκιμαστεί σκληρά τη τελευταία
δεκαετία στηρίζοντας σε αντίξοο περιβάλλον την ελληνική οικονομία και
συμβάλλοντας καθοριστικά στην απασχόληση. Η απαιτητική πρόβλεψη επιτάχυνσης της
ανάπτυξης στο 2,8% το 2020 από το 2% του ΑΕΠ το 2019 αποτελεί ένα ρεαλιστικό
και εφικτό στόχο. Στην κατεύθυνση αυτή θα πρέπει να επιταχυνθούν οι
διαρθρωτικές αλλαγές, να υποβοηθηθούν οι φοροελαφρύνσεις, αλλά και να δοθεί ένα
σαφές μήνυμα στους επενδυτές ότι η Ελλάδα καθίσταται πλέον φιλική προς της
επενδύσεις και την επιχειρηματικότητα.
Το προσχέδιο του νέου Προϋπολογισμού
ουσιαστικά σηματοδοτεί την αλλαγή της οικονομικής πολιτικήςτου
τόπου, από την υπερφορολόγηση και την αποεπένδυση, στην ανάπτυξη, την
απασχόληση και την αύξηση των εισοδημάτων. Ταυτόχρονα, αποδεικνύεται η
συνέπεια της κυβέρνησης στις δεσμεύσεις του πρωθυπουργού, καθώς περιλαμβάνει
σημαντικές μειώσεις φόρων. Ειδικότερα, το προσχέδιο του Προϋπολογισμού
προβλέπει μείωση της ανεργίας από το 17,4% στο 15,6% και αύξηση της ιδιωτικής
κατανάλωσης κατά 1,8% καθώς και των επενδύσεων κατά 13,4%. Επίσης,
περιλαμβάνει μέτρα διεύρυνσης της φορολογικής βάσης και εξορθολογισμού των
δαπανών και των εσόδων της Γενικής Κυβέρνησης. Με τις δράσεις αυτές
δημιουργείται επαρκής δημοσιονομικός χώρος για τη μείωση της φορολογίας και
καλύπτεται ο μεταμνημονιακός όρος για πρωτογενές πλεόνασμα στο 3,5% του ΑΕΠ.
Η επιτάχυνση του ρυθμού της ανάπτυξης
διασφαλίζεται κυρίως από τη μεγάλη άνοδο των επενδύσεων, που επιτυγχάνεται μόνο
με τη μείωση των φορολογικών συντελεστών και τις διαρθρωτικές αλλαγές. Θετική
συμβολή αύξησης πραγματικών επενδύσεων, αναμένεται τόσο από την οικοδομή, όσο
και τον λοιπό εξοπλισμό. Η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται επίσης να καταγράψει
οφέλη από την αύξηση της απασχόλησης και τον ρυθμό αύξησης του μέσου μισθού,
συνδυαστικά πάντα μετα μέτρα ελάφρυνσης και αναθέρμανσης της οικονομίας,
που μαζί με τις νέες κοινωνικές πρωτοβουλίες φτάνουν τα 1,2 δισ. ευρώ.
Οι προβλέψεις για το 2020 δεν είναι
βεβαίως όλες θετικές, αφού αναθεωρούν προς τα κάτω τις εξαγωγές κατά 0,3%. Η
αναθεώρηση ως προς τις εξαγωγές αξιολογείται ως συντηρητική, λόγω της μείωσης
της ζήτησης στην Ευρωζώνη, του «εμπορικού πολέμου» που καλά κρατεί διεθνώς και
των ανακατατάξεων στον τουρισμό. Η επιβράδυνση της αύξησης των εισαγωγών κατά
0,5% είναι λιγότερο πιθανό σενάριο κυρίως λόγω της ανόδου των τιμών του
πετρελαίου. Ωστόσο τόσο οι εισαγωγές, όσο και εξαγωγές εξαρτώνται από τη
βελτίωση της θέσης της χώρας στο διεθνή ανταγωνισμό, ενώ δεν πρέπει να
υποτιμώνται οι αρνητικές επιπτώσεις από το ενδεχόμενο του άτακτου Brexit.
Καθησυχαστικό πάντως είναι το γεγονός
ότιτο προσχέδιο του Προϋπολογισμού δεν προβλέπει ότι θα
υπάρξει κανένα δημοσιονομικό κενό, με το σκεπτικό ότι μειώνοντας
τους φόρους, αυξάνεται η φορολογική συμμόρφωση, άρα τα έσοδα είναι περισσότερα
στα ταμεία του κράτους, αντί στα αζήτητα των ληξιπρόθεσμων οφειλών. Ένα άλλο
στοιχείο που επιβεβαιώνει ότι δεν θα υπάρξει δημοσιονομικό κενό, είναι ότι παρά
το γεγονός μείωσης του ΕΝΦΙΑ κατά 22% το 2019, η χρονιά θα κλείσει με θετικό
δημοσιονομικό πρόσημο.
Τέλος, σύμφωνα με το Ελληνικό
Δημοσιονομικό Συμβούλιο, το προσχέδιο εμπίπτει εντός του εύρους των
μακροοικονομικών προβλέψεών και ο προϋπολογισμός του 2020 μπορεί να
θεωρείται αισιόδοξος, αλλά είναι εφικτός.