Τα «απόνερα» από τις εξαγγελίες στη ΔΕΘ!

Η εμφάνιση του
πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη ΔΕΘ (και κυρίως τα όσα είπε) εντασσόταν
στην προσπάθεια της κυβέρνησης να βελτιωθεί δραστικά το οικονομικό κλίμα στη
χώρα. Και από την άποψη αυτή, ήταν επιτυχημένη. Βεβαίως είναι αλήθεια ότι η
κυβέρνηση ακόμη διάγει τον «μήνα του μέλιτος». Ωστόσο, ήδη οι πρώτες κινήσεις
της δίνουν την αίσθηση ότι κάτι αλλάζει στο «μέτωπο» της οικονομίας. Αν και η
περιβόητη επιστροφή στην «κανονικότητα» έχει πολύ δρόμο ακόμη!
Του Σπύρου Σταθάκη
Σε κάθε περίπτωση,
οι δημοσκοπήσεις που δημοσιεύτηκαν μετά την εμφάνιση του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ
έδειξαν ότι οι πολίτες, σε ένα συντριπτικά μεγάλο ποσοστό, επικροτούν το έργο
που έχει επιδείξει μέχρι στιγμής η κυβέρνηση, και κρίνουν ιδιαιτέρως θετικά τις
εξαγγελίες για τα οικονομικά μέτρα. Ειδικότερα η επιχειρηματική κοινότητα της
χώρας εκφράζει την ικανοποίησή της, αρκεί η κυβέρνηση να δράσει με ταχύτητα,
και να εφαρμόσει με αποτελεσματικότητα το σχέδιο που έχει εκπονήσει για την
ανάταξη της οικονομίας.
Εντύπωση επίσης
προκάλεσε το γεγονός ότι, ίσως για πρώτη φορά, δεν είχαμε στη ΔΕΘ την
συνηθισμένη ανάλωση σε μία ακατάσχετη παροχολογία. Όπως σωστά το έθεσε και το
ΕΒΕΠ σε σχετική ανακοίνωση, αντί πολιτικές υποσχέσεις και ευχολόγια, το
περιεχόμενο της φετινής ΔΕΘ είχε δεσμεύσεις εκατέρωθεν, αμοιβαία εμπιστοσύνη,
περισσότερη αξιοπιστία και αλήθειες σε 4 πεδία ενεργειών, της φορολογίας, των
επενδύσεων, των εργασιακών και του ψηφιακού κράτους. Ο πρωθυπουργός έκανε σαφές
ότι προτεραιότητα της κυβέρνησης είναι η προσέλκυση και ολοκλήρωση επενδύσεων
με πολλαπλά οφέλη για την πραγματική οικονομία και την απασχόληση.
Σύμφωνα με το
ΕΒΕΠ, στις βασικές επισημάνσεις της ομιλίας του πρωθυπουργού κυριάρχησαν οι
μειώσεις φόρων και επιβαρύνσεων στην εργασία, η ανάκτηση της εμπιστοσύνης στην
αγορά, η βελτίωση του οικονομικού κλίματος, ο ψηφιακός μετασχηματισμός και ο
περιορισμός της γραφειοκρατίας. Επίσης, η κυβέρνηση φαίνεται ότι διαθέτει ένα
«σφιχτό» ετήσιο χρονοδιάγραμμα του οδικού χάρτη για την υιοθέτηση των
μεταρρυθμίσεων, που αφορούν στην κινητοποίηση παραγωγικών επενδύσεων, με αιχμές
την επιτάχυνση της αδειοδότησης, την αναβάθμιση των παραγωγικών υποδομών και
τεχνολογικών δικτύων, τη στήριξη των ΜμΕ, τον εκσυγχρονισμό των επιχειρήσεων,
την ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού με σύγχρονες πολιτικές και εργαλεία.
Από τη μεριά του
το ΒΕΑ επεσήμανε ότι αναμφίβολα τα μέτρα που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός προκαλούν
ικανοποίηση στους μικρομεσαίους επιχειρηματίες, καθώς κινούνται προς την σωστή
κατεύθυνση. Το ζήτημα είναι αφενός να γίνουν πράξη, αφετέρου να υπάρξει και
συνέχεια. Σύμφωνα με το ΒΕΑ, η επιχειρηματικότητα που είναι βαθιά κλονισμένη
από την αναξιοπιστία του πολιτικού συστήματος τα τελευταία χρόνια και την
ανακολουθία των εξαγγελιών σε σχέση με τις πράξεις περιμένει να δει επιτέλους
μια κυβέρνηση να υλοποιεί αυτά που υπόσχεται. Είναι λοιπόν μεγάλη ευκαιρία να
ξανακτιστεί μια σχέση εμπιστοσύνης ανάμεσα στις επιχειρήσεις και το πολιτικό
σύστημα, με σημαντικά οφέλη και για τις δύο πλευρές. Η αρχή έγινε, αλλά
χρειάζεται να γίνουν ακόμη αρκετά προκειμένου να δημιουργηθεί ένα περιβάλλον
ισχυρής και σταθερής ανάπτυξης.
Στο ίδιο μήκος
κύματος και η ΕΣΣΕ, η οποία εκφράζει την ικανοποίησή της για τις εξαγγελίες του
πρωθυπουργού. Παράλληλα σημειώνει ότι τα επιμέρους μέτρα που ανακοίνωσε ο
πρωθυπουργός για κάθε έναν από τους τέσσερεις άξονες (φορολογία, επενδύσεις,
αγορά εργασίας, ψηφιακό κράτος) είναι ενταγμένα στην υπηρεσία του κεντρικού
αναπτυξιακού στόχου της κυβέρνησης και υπό αυτή την έννοια η επιχειρηματικότητα
εκτιμά πως σε γενικές γραμμές θα έχουν θετική επίδραση στο γενικότερο
οικονομικό κλίμα και θα συμβάλουν στη σταδιακή αύξηση του εισοδήματος των
πολιτών, άρα και στην άνοδο της κατανάλωσης. Ταυτόχρονα, όμως, οι περιορισμένες
δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας και οι στόχοι για τα ιδιαίτερα υψηλά
πρωτογενή πλεονάσματα είναι καθώς φαίνεται οι βασικές αιτίες που δεν επιτρέπουν
ακόμη στην κυβέρνηση να κάνει πιο θαρραλέα βήματα.
Οι φοροελαφρύνσεις
και το επιχειρηματικό περιβάλλον
Ιδιαίτερη σημασία
έχουν και τα όσα επισημαίνει σε εκτεταμένη ανάλυση των εξαγγελιών στη ΔΕΘ Ο
ΣΕΒ. Ειδικότερα, μετά από μια μακρά περίοδο που η προσαρμογή βασίστηκε στην
υπερφορολόγηση των επιχειρήσεων και της εργασίας, κυρίως λόγω της πλημμελούς
υλοποίησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, και της άγονης προσπάθειας να δοθεί
ώθηση στην οικονομία μέσω αναδιανεμητικών πολιτικών, η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση
επιχειρεί να οδηγήσει την οικονομία σε μια βιώσιμη ανάκαμψη. Δίνεται πλέον
έμφαση στις φοροελαφρύνσεις και στην αναμόρφωση του πλαισίου επιχειρηματικής
λειτουργίας, ώστε να αυξηθούν οι ιδιωτικές επενδύσεις και η παραγωγικότητα στην
οικονομία.
Απομένει όμως να
αξιολογηθούν τεχνικά τα αναμενόμενα πολυνομοσχέδια που υλοποιούν τις εξαγγελίες
αυτές. Καταλυτικός ήταν ο παράγοντας της αξιοπιστίας που από την πρώτη στιγμή
κέρδισε η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση, καθώς φάνηκε να ενδιαφέρεται να εφαρμόσει
σχέδιο και υποδομές αποτελεσματικής διακυβέρνησης, όπως αναγνωρίσθηκε και στις αγορές
με τη ραγδαία πτώση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων. Αλλά και οι
προσδοκίες των επιχειρήσεων έχουν ήδη επανέλθει σε προ κρίσης επίπεδα, ενώ η
καταναλωτική εμπιστοσύνη έχει εκτοξευθεί σε επίπεδα 2000 όταν η χώρα μπήκε στην
Ευρωζώνη.
Σύμφωνα με τον ΣΕΒ
τα μέτρα που εξήγγειλε στη Θεσσαλονίκη ο πρωθυπουργός έρχονται την κατάλληλη
στιγμή να τονώσουν σε πρώτη φάση το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και τα
κέρδη των επιχειρήσεων, και να προσπαθήσουν να ανατρέψουν την παρατηρούμενη
στασιμότητα της ιδιωτικής κατανάλωσης και την επενδυτική άπνοια που
καταγράφεται στο α’ εξάμηνο του 2019. Ακόμα μεγαλύτερη εστίαση θα πρέπει να
δοθεί σε παραγωγικές επενδύσεις σε εξωστρεφείς δραστηριότητες. Παράλληλα,
αύξηση της ανταγωνιστικότητας μπορούν να φέρουν οι διαρθρωτικές αλλαγές και το
φιλοεπενδυτικό κλίμα που διαμορφώνεται.
Η κυβέρνηση τώρα
καλείται να δώσει μεγαλύτερη ώθηση στην ανάπτυξη, ενισχύοντας τις προοπτικές
των διεθνώς εμπορεύσιμων κλάδων της ελληνικής οικονομίας και αναστρέφοντας την
αρνητική συμβολή των καθαρών εξαγωγών, όπως καταγράφεται στα στοιχεία του ΑΕΠ
του α’ εξαμήνου του 2019. Με την εφαρμογή του κυβερνητικού προγράμματος αλλά
και με μεγαλύτερη εστίαση σε μεταποιητικές δραστηριότητες, οι αγορές προσδοκούν
ότι η οικονομία θα αναπτύξει υψηλές ταχύτητες και θα ξεφύγει από τη στασιμότητα
του 1,5% με ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ άνω του 3% από το 2020 και μετά. Απαιτούνται,
βεβαίως, και πρόσθετα μέτρα για μια ισχυρή ανάπτυξη με εξωστρέφεια,
περιλαμβανομένων και εξειδικευμένων μέτρων για την ελληνική μεταποίηση και
δραστηριότητες υψηλής προστιθέμενης αξίας. Σε κάθε περίπτωση, όμως, αυτό που
έχει μεγαλύτερη σημασία είναι ο προσανατολισμός της Ελλάδας σε μια παραγωγική
οικονομία με εστίαση σε δραστηριότητες υψηλής προστιθέμενης αξίας. Και το μίγμα
της οικονομικής πολιτικής που διαμορφώνεται σταδιακά, πρέπει να οδηγεί σε μια
πιο εύρωστη και ανθεκτική οικονομία. Η κυβέρνηση, λοιπόν, καλείται να συνεχίσει
εντατικά τις διαρθρωτικές αλλαγές που δημιουργούν εισοδήματα και πλούτο, διότι
μόνο έτσι διασφαλίζεται η αύξηση των δημοσίων εσόδων που επιτρέπει τις
φοροελαφρύνσεις.
Τα μέτρα της
κυβέρνησης και οι περιορισμοί
Σε ό,τι αφορά
αυτές καθ’ αυτές τις εξαγγελίες, πολλά από τα μέτρα που ανακοινώθηκαν στη ΔΕΘ
σκοπεύουν προς αυτή την κατεύθυνση της αύξησης των επενδύσεων, μέσω της
ενίσχυσης των επιχειρηματικών κερδών, της τόνωσης της αγοράς κατοικίας, και της
επαναδραστηριοποίησης του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων. Έτσι, ο πρωθυπουργός
ανακοίνωσε μια σειρά άμεσων φοροελαφρύνσεων που αφορούν στον φόρο εισοδήματος
και των φυσικών προσώπων και των επιχειρήσεων, αλλά και προανήγγειλε περαιτέρω
φοροελαφρύνσεις με ορίζοντα τα επόμενα χρόνια μέχρι το 2023. Η μείωση της
φορολογίας των επιχειρηματικών κερδών από το 28% στο 24% και της φορολογίας
μερισμάτων από 10% σε 5%, που θα προκύψουν το 2019, καθώς και η περαιτέρω
μείωση του εταιρικού φόρου τα επόμενα χρόνια προς το 20%, είναι μέτρα που θα
τονώσουν το επενδυτικό ενδιαφέρον. Τα μέτρα αυτά σηματοδοτούν ότι η ελληνική
οικονομία γίνεται πιο ανταγωνιστική και πιο ελκυστική, και για εγχώριους αλλά
και για ξένους επενδυτές, στην άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας. Βεβαίως,
όπως έχει επισημανθεί και στο παρελθόν, μέτρα στήριξης των επενδύσεων μετά και
όχι πριν την ανάληψη επενδυτικών πρωτοβουλιών ενισχύουν την αποτελεσματικότητα
των μέτρων.
Στο πλαίσιο αυτό,
η αναφορά του πρωθυπουργού ότι καθιερώνονται οι υπεραποσβέσεις με το επικείμενο
φορολογικό νομοσχέδιο για την εμπροσθοβαρή στήριξη των επενδύσεων ικανοποιεί
και το ανωτέρω κριτήριο. Στην ίδια κατεύθυνση προέλκυσης επενδύσεων εντάσσονται
και μέτρα για να γίνει η χώρα έδρα μεγάλων πολυεθνικών, καθώς αποσαφηνίζεται η
έννοια της φορολογικής κατοικίας. Ήδη, το υπό διαμόρφωση καλό επενδυτικό κλίμα
ενισχύεται και από την απεμπλοκή των μεγάλων τουριστικών έργων, και των
επενδύσεων στο Ελληνικό, στη Μακεδονία της Eldorado Gold, και στον Πειραιά της
Cosco, που καθυστερούσαν, ενώ ήδη έχουν ανακοινωθεί επενδύσεις στον κλάδο των
φαρμάκων και της έρευνας και τεχνολογίας. Τέλος, εκσυγχρονίζονται όλες οι δομές
που διευκολύνουν τις επιχειρήσεις όπως τα επιχειρηματικά πάρκα, η χωροθέτηση
της γης, οι συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, η προώθηση των εξαγωγών, η
τραπεζική χρηματοδότηση μέσω της ταχείας αντιμετώπισης εντός τριετίας των
κόκκινων δανείων, κ.ο.κ.
Στον τομέα της
φορολόγησης των φυσικών προσώπων, με τη μείωση του φορολογικού συντελεστή για τα
πρώτες €10.000 από 22% σε 9% και τη διατήρηση του αφορολόγητου στις €8.636
δρομολογείται σημαντική φοροελάφρυνση στα χαμηλά εισοδήματα. Το διαθέσιμο
εισόδημα των πιο χαμηλών εισοδηματικών στρωμάτων ενισχύεται, επίσης, και με την
αύξηση του αφορολογήτου κατά €1.000 ανά παιδί, με την εφάπαξ καταβολή €2.000
για κάθε παιδί που γεννιέται, καθώς και μέσω στήριξης της δαπάνης οικογενειών
με παιδιά (μειωμένος ΦΠΑ στα βρεφικά είδη, επίδομα για βρεφονηπιακούς σταθμούς,
κ.λ.π.) Σημαντική είναι, επίσης, η φοροελάφρυνση των ελεύθερων επαγγελματιών
που φορολογούνταν με 22% από το πρώτο Ευρώ. Ταυτόχρονα, ενισχύεται το διαθέσιμο
εισόδημα και των μεσαίων στρωμάτων, που εξακολουθούν, όμως, να πλήττονται από
την υπερφορολόγηση που ισχύει. Στο πλαίσιο αυτό, η αναφορά του πρωθυπουργού σε
σταδιακή μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες αρχής
γενομένης από το 2020 και μέχρι το 2023, καθώς και η σταδιακή κατάργηση από το
2021 και μέχρι το 2023 της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης και του τέλους
επιτηδεύματος, είναι μέτρα προς την επιθυμητή κατεύθυνση καθώς μειώνεται
περαιτέρω η υπερφορολόγηση της εργασίας και αμβλύνονται τα κίνητρα για έξοδο
από την ελληνική αγορά εργασίας στα πιο παραγωγικά στελέχη.
Μην ξεχνάμε
πάντως, ότι όλα τα παραπάνω μέτρα πρέπει να εφαρμοστούν σε ένα ασφυκτικό
δημοσιονομικό πλαίσιο. Και ναι, είναι σε εξέλιξη οι διαπραγματεύσεις κυβέρνησης-θεσμών,
αλλά ας δούμε και σε ποιο σημείο βρισκόμαστε. Σύμφωνα με σχετική ανάλυση του
ΙΝΣΕΤΕ, με βάση την εκτέλεση του Προϋπολογισμού 2019 στο 1ο 6μηνο 2019, και
χωρίς πρόσθετα μέτρα, εκτιμάται ότι θα υπάρξει αύξηση των εσόδων της Γενικής
Κυβέρνησης (ΓΚ) κατά 3,1% και των δαπανών κατά 4,6%. Ως αποτέλεσμα, το
Πρωτογενές Πλεόνασμα Γενικής Κυβέρνησης (ΠΠΓΚ) εκτιμάται ότι θα διαμορφωνόταν
κοντά στο 3,7% του ΑΕΠ.Η εφαρμογή της μείωσης του ΕΝΦΙΑ κατά 22% μεσοσταθμικά
και κάποιων άλλων φορολογικών περικοπών από το 2019 μπορεί να έχει ως συνέπεια
τη μείωση των εσόδων της ΓΚ κατά- 0,7 δισ. € που αντιστοιχεί σε -0,35% του ΑΕΠ.
Με την μείωση αυτή
το ΠΠΓΚ εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε επίπεδα οριακά χαμηλότερα από τον στόχο
του 3,5%. Υπάρχει ωστόσο περιθώριο να περιοριστεί αυτή η μείωση λόγω αύξησης
της εισπραξιμότητας των φόρων ενώ, παράλληλα, επιδιώκεται από την κυβέρνηση και
μείωση των Πρωτογενών Δημοσίων Δαπανών κατά -0,5 δισ. Αν πραγματοποιηθούν οι
εκτιμήσεις αυτές, το ΠΠΓΚ θα διαμορφωθεί πολύ κοντά στο –ενδεχομένως και πάνω
από το– 3,5% το 2019.
Για το 2020, χωρίς
την εφαρμογή άλλων πρόσθετων μέτρων και με βάση την εκτέλεση του Π2019 στο 1ο
6μηνο 2019, το ΠΠΓΚ εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί περί το 3,7% του ΑΕΠ, που θα
προκύψει από αύξηση των εσόδων της ΓΚ κατά 2,2% και των δαπανών κατά 1,8%.Η
εφαρμογή πρόσθετων μέτρων όπως η μείωση των συντελεστών του ΦΠΑ, του φόρου
κερδών στις επιχειρήσεις, του κατώτατου και του οριακού συντελεστή στον Φόρο
Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων, της εισφοράς αλληλεγγύης και η μείωση των
εισφορών στα ασφαλιστικά ταμεία από το 2020 μπορεί να συνεπάγεται άμεσα μείωση
των φορολογικών εσόδων κατά € 1,6 δισ. που αντιστοιχεί σε περίπου 0,8% του ΑΕΠ.
Από την άλλη
πλευρά, η εφαρμογή όλων αυτών των μέτρων από το 2020 μπορεί να επιφέρει αύξηση
του ονομαστικού ΑΕΠ στο 3,8% έναντι του προβλεπόμενου 3,3%, και, παράλληλα, να
αυξηθεί σημαντικά η εισπραξιμότητα των εσόδων με αποτέλεσμα την αύξηση των
εσόδων της ΓΚ από αυτές τις πηγές κατά € 0,6 δισ. Επίσης, η κυβέρνηση έχει
κύριο στόχο πολιτικής τη συγκράτηση των Πρωτογενών Δαπανών της ΓΚ, που
ενδέχεται να οδηγήσει σε συγκράτησης της αύξησης των δαπανών αυτών στο 1,2%
έναντι του προβλεπόμενου 1,8%. Σε αυτή την περίπτωση το ΠΠΓΚ το 2020 εκτιμάται
ότι θα διαμορφωθεί πολύ κοντά στο στόχο για 3,5% του ΑΕΠ.