Κωνσταντίνος Μίχαλος: Ενισχύεται η αισιοδοξία

Στις αρχές της εβδομάδας δημοσιοποιήθηκαν τα αποτελέσματα της έρευνας Μαρτίου 2019, η οποία διεξήχθη από την εταιρία PulseRC στην Αττική, για λογαριασμό του ΕΒΕΑ. Στόχος της κυλιόμενης αυτής έρευνας, η οποία πραγματοποιείται σε τακτικά διαστήματα, είναι να συμβάλει στην αποτύπωση της στάσης των πολιτών σχετικά με θέματα οικονομίας, αλλά και σημαντικά ζητήματα της επικαιρότητας.
Τα ευρήματα της τελευταίας έρευνας, συγκρινόμενα με αυτά του Νοεμβρίου 2018 δείχνουν αξιόλογη βελτίωση του κλίματος, τόσο ως προς την πορεία της εθνικής οικονομίας όσο και ως προς τα οικονομικά των νοικοκυριών. Συγκεκριμένα, το 42% των συμμετεχόντων, έναντι 34% στην προηγούμενη έρευνα εξέφρασαν αισιοδοξία για την προσωπική τους κατάσταση, ενώ μεγαλύτερη αισιοδοξία σε σχέση με τον περασμένο Νοέμβριο καταγράφεται και για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, με ποσοστό 36% έναντι 29%. Είναι γεγονός, ωστόσο, ότι οι αρνητικές απαντήσεις αν και λιγότερες, εξακολουθούν να υπερτερούν των θετικών.
Όσον αφορά τον δείκτη αξιολόγησης της κυβέρνησης, παρουσιάζει μικρή άνοδο όσον αφορά τις επιδόσεις στην κοινωνική πολιτική, με το ποσοστό των θετικών απόψεων να ανέρχεται σε 32%, έναντι 30% στην προηγούμενη έρευνα. Σταθερός παραμένει, ωστόσο, ο δείκτης αξιολόγησης όσον αφορά την προσέλκυση επενδύσεων.
Στα
θέματα που αφορούν την τρέχουσα επικαιρότητα, οι πολίτες απαντούν καταφατικά
στο ερώτημα αν η μείωση των φορολογικών συντελεστών θα περιορίσει τη
φοροδιαφυγή, με τις θετικές απαντήσεις να υπερισχύουν κατά 29% των αρνητικών.
Περισσότερες, κατά 22%, είναι οι θετικές απαντήσεις και στο ερώτημα αν έχουν
διαπιστώσει σημαντικές αυξήσεις τιμών στην αγορά τους τελευταίους μήνες, καθώς
και στο αν θα έπρεπε να τροποποιηθεί το άρθρο 16 του Συντάγματος, ώστε να
μπορούν να λειτουργήσουν ιδιωτικά πανεπιστήμια στη χώρα (+19%).
Από
την άλλη, οι πολίτες απαντούν αρνητικά, με διαφορά 49% από τις θετικές
απαντήσεις, στην ερώτηση αν έχουν καταφέρει να αποταμιεύσουν κάποιο μικρό ή
μεγάλο ποσό. Οι αρνητικές απαντήσεις υπερισχύουν, με διαφορά 39%, και στην
ερώτηση αν η αύξηση του κατώτατου μισθού μπορεί να προκαλέσει οικονομικά
προβλήματα στις επιχειρήσεις. Αρνητικό ισοζύγιο, με διαφορά 17%, αποτυπώνεται
τέλος στην ερώτηση αν η συμφωνία των Πρεσπών θα συμβάλει θετικά στις
οικονομικές σχέσεις των δύο χωρών.
Τα
στοιχεία αυτά επιβεβαιώνουν ότι η σταθεροποίηση και η σταδιακή ανάκαμψη της
οικονομίας αρχίζει να γίνεται αντιληπτή από την κοινωνία, με όλο και
περισσότερους πολίτες να βλέπουν θετικότερα το μέλλον, τόσο το προσωπικό τους
όσο και γενικότερα της ελληνικής οικονομίας. Ωστόσο, για να υπάρξει αισθητή
βελτίωση της καθημερινότητας, ο δρόμος είναι ακόμη μακρύς. Τα νοικοκυριά
εξακολουθούν να πιέζονται οικονομικά, όπως επιβεβαιώνεται και από την αδυναμία
αποταμίευσης, αλλά και να ζητούν αποτελεσματικότερες πολιτικές για τη στήριξη
της κοινωνικής συνοχής.
Απαιτείται,
λοιπόν, συνέχιση των προσπαθειών εκ μέρους της κυβέρνησης, με στόχο την
ανάκαμψη της οικονομίας, τη δημιουργία ευκαιριών για την αύξηση των εισοδημάτων
των πολιτών και την ενίσχυση των οικονομικά αδύναμων. Χρειάζονται περισσότερες
ακόμη, αποτελεσματικές πολιτικές με στόχο την προσέλκυση νέων επενδύσεων, αλλά
και την ενίσχυση της εξωστρέφειας και της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής
οικονομίας, των επιχειρήσεων, των προϊόντων και των υπηρεσιών της. Η επιτάχυνση
της ανάπτυξης πάνω σε υγιείς βάσεις αποτελεί μονόδρομο για την αποκατάσταση του
βιοτικού επιπέδου των πολιτών μέσα από τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, αλλά
και πόρων για τη χρηματοδότηση του κοινωνικού κράτους.